Νὰ ὁμολογοῦμε τὸν Χριστὸ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὺγουστινου Καντιώτου «Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐ...
Νὰ ὁμολογοῦμε τὸν Χριστὸ
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὺγουστινου Καντιώτου
«Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς…» (Ματθ. 10, 32)
ΤΟΝ λόγο αὐτὸν τοῦ εὐαγγελίου θὰ προσπαθήσω μὲ ἁπλᾶ λόγια νὰ ἑρμηνεύσω, ἀγαπητοί μου, μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ὑπάρχουν αὐτιὰ ἕτοιμα νὰ δεχθοῦν τὸν οὐράνιο σπόρο.
* * *
Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ἂν ἀγαπᾷς τὸ Χριστό, θὰ τὸν κηρύξῃς – θὰ τὸν ὁμολογήσῃς. Καὶ ἂν τὸν ὁμολογῇς ἐσύ, θὰ σὲ ὁμολογήσῃ καὶ αὐτὸς μπροστὰ στὸν οὐράνιο Πατέρα του· διαφορετικά, θὰ σὲ ἀρνηθῇ καὶ αὐτός.
Πότε εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Χριστός; Τὰ εἶπε στοὺς ἀποστόλους προτοῦ νὰ τοὺς στείλῃ στὸ κήρυγμα. Ἀφῆστε τὰ δίκτυα, εἶπε, καὶ πηγαίνετε παντοῦ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιο. Θὰ σᾶς καταδιώξουν, θὰ ὑποστῆτε μαρτύρια, θὰ εἶστε σὰν πρόβατα ἀνάμεσα σὲ λύκους… Γιά φανταστῆτε δώδεκα ἀρνάκια μέσα σ᾽ ἕνα κοπάδι λύκων! Ποιός θὰ νικήσῃ; Καὶ ὅμως τὰ ἀρνάκια αὐτὰ ὄχι μόνο νίκησαν τοὺς λύκους, ἀλλὰ καὶ ἔκαναν τοὺς λύκους ἀρνιά! Πῶς ἔγινε αὐτό; Οἱ ἀπόστολοι δὲν εἶχαν ὅπλα. Μοναδικὸ ὅπλο τους ἦταν ὁ λόγος. Κήρυξαν καὶ ὡμολόγησαν τὸ Χριστὸ μπροστὰ σὲ ὅλους.
Ὁμολογία τῆς πίστεως! χρέος καὶ καθῆκον κάθε Χριστιανοῦ. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος δείλιασε καὶ ἀρνήθηκε τὸ Χριστό. Δὲν ἔχω, λέει, καμμιά σχέσι μαζί του. Ἀπὸ φόβο τὸν ἀρνήθηκε· ἀλλ᾽ ὅταν λάλησε ὁ πετεινὸς μετανόησε, ἔκλαψε, καὶ κατόπιν τὸν ὡμολογοῦσε διαρκῶς. Νὰ ὁμολογοῦμε λοιπὸν κ᾽ ἐμεῖς τὸ Χριστὸ ὅπως οἱ ἀπόστολοι. Μὴ κρατοῦμε τὴν πίστι μας κρυμμένη στὴν καρδιά μας. Εἶμαι Χριστιανός, λές. Πῶς ὅμως θὰ σὲ καταλάβω ὅτι εἶσαι Χριστιανός; Ἐὰν ὁμολογῇς τὸ Χριστό.
Ποῦ νὰ τὸν ὁμολογοῦμε; «Ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων», μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους (Ματθ. 10,32). Συγκεκριμένα σὲ τρεῖς περιπτώσεις·
⃝ Οἱ περισσότεροι σήμερα ὡς πρὸς τὴ θρησκεία εἶνε ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, δὲν πιστεύουν τίποτα. Δὲν ὑπάρχει Θεός, σοῦ λένε, καὶ νομίζουν πὼς ἐπειδὴ ἔμαθαν μερικὰ γράμματα ἔγιναν καὶ ἐπιστήμονες. Τί κάνεις λοιπὸν ἐσὺ ὅταν τοὺς ἀκοῦς; Ἂν σιωπᾷς, κάνεις ἁμαρτία! Ἂν εἶσαι Χριστιανός, θ᾽ ἀπαντήσῃς. Μὰ δὲν εἶμαι θεολόγος δὲν εἶμαι παπᾶς, θὰ πῇς. Λάθος κάνεις. Ὅσο ἀγράμματος καὶ νά ᾽σαι, μπορεῖς νὰ πῇς πέντε λόγια.
Σ᾽ ἕνα χωριὸ ἦταν ἕνας τσοπᾶνος. Πῆγε ἐκεῖ ἕνας μεγάλος τάχα ἐπιστήμονας κ᾽ ἔλεγε στοὺς χωριάτες, πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός. Οἱ ἄλλοι σιωποῦσαν. Τὴν ὥρα ἐκείνη περνοῦσε ὁ γέρο – τσοπᾶνος καὶ τοὺς εἶδε μαζεμένους. Τοῦ λένε· ―Αὐτὸς ἐδῶ, ποὺ ξέρει γράμματα, μᾶς λέει πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός. Πλησιάζει ὁ τσοπᾶνος καὶ τὸν ρωτάει· ―Τί τοὺς λὲς ἐδῶ πέρα; ―Λέω, ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. Ποιός τὸν εἶδε τὸ Θεό; Ὁ τσοπᾶνος δὲν τά ᾽χασε. Ἦταν Αὔγουστος, ὁ ἥλιος ἔκαιγε τὶς πέτρες. ―Ἔλα ᾽δῶ, τοῦ λέει καὶ τὸν ἀνεβάζει σ᾽ ἕνα βράχο. Γιά κοίταξε λίγο τὸν ἥλιο. ―Μὰ δὲ μπορῶ, θὰ τυφλωθῶ. ―Ἔ, τοῦ λέει ὁ τσοπᾶνος, τὸν ἥλιο δὲ μπορεῖς νὰ δῇς καὶ τὸ Θεὸ θέ᾽ς νὰ δῇς; Τὸν ἔκανε κ᾽ ἔφυγε ἀπὸ ᾽κεῖ. Ἔτσι ἕνας ἀγράμματος ἀπεστόμωσε ἕναν ἄθεο. Κ᾽ ἐσὺ λοιπὸν μιμήσου τὸν τσοπᾶνο. Μὴν κλείνεις τὸ στόμα σου, μὴν ἀφήνεις τοὺς ἀθέους νὰ σπέρνουν ἀμφιβολία. Ὁμολόγησε τὸ Χριστό.
Σ᾽ ἕνα ἄλλο πάλι χωριὸ κάποιος μιλοῦσε στὸ καφενεῖο κι ἄρχισε νὰ λέῃ, ὅτι ὁ κόσμος – τὸ σύμπαν, ὅλα ἔγιναν μόνα τους. Τότε ἕνας ἀπὸ τοὺς θαμῶνες τὸν διέκοψε· Ἂν ἐσύ, τοῦ λέει, μοῦ ἀποδείξῃς ὅτι τὸ σπίτι ποὺ κάθεσαι φύτρωσε ἔτσι μόνο του, χωρὶς μηχανικοὺς καὶ τεχνῖτες, τότε κ᾽ ἐγὼ θὰ παραδεχθῶ ὅτι ὁ κόσμος ἔγινε μόνος του. «Κάθε σπίτι κάποιος τὸ χτίζει, κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ ἔφτειαξε τὸ σύμπαν (τὸ μεγάλο σπίτι) εἶνε ὁ Θεός» (Ἑβρ. 3,4).
⃝ Ἔτσι νὰ ὁμολογοῦμε τὸ Χριστὸ ἐμπρὸς σὲ ἀπίστους καὶ ἀθέους. Ἐκτὸς ἀπ᾽ αὐτοὺς ὅμως ὑπάρχουν καὶ οἱ αἱρετικοί. Αἱρετικοὶ λ.χ., ποὺ συχνὰ μπορεῖ νὰ συναντήσουμε, εἶνε οἱ λεγόμενοι μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἢ χιλιασταί. Κρατοῦν στὰ χέρια τὴ Γραφή, ἀλλὰ δὲν τὴν ἑρμηνεύουν ὅπως οἱ πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας. Τὴν ἑρμηνεύουν ὅπως θέλουν αὐτοὶ καὶ διαστρεβλώνουν τὰ θεῖα νοήματα. Διδάσκουν πλανεμένα δόγματα· δὲν πιστεύουν στὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ, δὲν τιμοῦν τὴν Παναγία, δὲν κάνουν σταυρό, δὲν πιστεύουν στὰ μυστήρια, ἀθετοῦν τὰ περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ πιστεύει ἡ Ἐκκλησία μας.
Καὶ τώρα, ἐκμεταλλευόμενοι τὶς νέες συνθῆκες, ἀναπτύσσουν μεγάλη δρᾶσι. Κινοῦνται ἐλεύθερα στὴν πατρίδα μας, ἐν ἀντιθέσει μὲ ἄλλες χῶρες. Τὶς Κυριακὲς παίρνουν αὐτοκίνητα καὶ κάνουν ἐξορμήσεις. Προχθὲς ἦταν στὴ Φλώρινα. Ἦρθε ἕνα πούλμαν μὲ 40 ἄτομα, σκορπίστηκαν στὶς γειτονιὲς καὶ μοίραζαν φυλλάδια. Εὕρισκαν γέρους γυναῖκες μικρὰ παιδιά, καὶ προσπαθοῦσαν νὰ τοὺς ἑλκύσουν. Ἀλλὰ ἡ πόλις ξεσηκώθηκε καὶ τοὺς ἔδιωξε. Ἦταν μιὰ ὁμολογία Χριστοῦ. Αὐτὸ ὅμως εἶνε τὸ εὐκολώτερο, ὄχι καὶ τὸ καλύτερο. Τὸ καλύτερο εἶνε, νὰ μελετᾷς καὶ νὰ γνωρίζῃς τὴν ἁγία Γραφή, καὶ νὰ πολεμᾷς τοὺς αἱρετικοὺς μὲ τὸ ὅπλο ποὺ ἐκεῖνοι μᾶς πολεμοῦν.
⃝ Ὁμολόγησε λοιπὸν τὸ Χριστὸ μπροστὰ στοὺς ἀθέους, ὁμολόγησέ τον μπροστὰ στοὺς αἱρετικούς. Ἀλλ᾽ ὑπάρχει καὶ τρίτη περίπτωσι. Κάποτε καλεῖσαι νὰ τὸν ὁμολογῇς καὶ μπροστὰ σὲ χριστιανούς! Μπᾶ, θὰ πῇς, τί λόγος εἶν᾽ αὐτός; Πρόκειται γιὰ χριστιανοὺς ἀσυνεπεῖς, ψεύτικους. Λένε τώρα ὅτι πιστεύουν στὸ Χριστό, καὶ τὴν ἄλλη στιγμὴ τί κάνουν· ἀνοίγουν τὰ βρωμερά τους στόματα καὶ βλαστημοῦν ἀκόμα καὶ τὰ θεῖα. Αὐτοὺς δὲν πρέπει νὰ τοὺς ἀνεχθῇς. Διότι ἁμαρτάνει αὐτὸς ποὺ βλαστημάει, ἀλλὰ ἁμαρτάνεις κ᾽ ἐσὺ ποὺ τὸν ἀκοῦς καὶ σιωπᾷς. Ἡ σιωπή σου εἶνε ἔγκλημα. Πιστεύεις στὸ Χριστό; μὴν ἀφήνεις κανένα νὰ τὸν βλαστημάῃ.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει· ἂν τὸν συμβουλεύσῃς βλάστημο δυὸ – τρεῖς φορὲς καὶ δὲν ἀκούσῃ, χτύπα τον· χέρι ποὺ θὰ χτυπήσῃ βλάστημο θ᾽ ἁγιάσῃ. Ἂν ὅμως τὸν ἀκοῦς νὰ βλαστημάῃ καὶ δὲ σοῦ καίγεται καρφί, αὐτὸ εἶνε μία ἄρνησις τοῦ Χριστοῦ.
Ἀκοῦτε, σεῖς οἱ γυναῖκες, τὸν ἄντρα σας νὰ βλαστημάῃ καὶ γελᾶτε. Ἂχ ἐκεῖνο τὸ γέλιο! Ἂν εἶσαι Χριστιανή, ν᾽ ἀγαπᾷς τὸν ἄντρα σου. Ἀλλὰ ἂν ἀγαπᾷς μιὰ φορὰ τὸν ἄντρα σου, ἄπειρες φορὲς νὰ ἀγαπᾷς τὸ Χριστὸ καὶ νὰ πῇς· Ἄντρα, μὲ πίκρανες ἀπόψε, θὰ μείνω νηστικιά, δὲ θὰ φάω τίποτα. Ποιά γυναίκα τὸ λέει αὐτό; Ἔρχονται στὴ μητρόπολι καὶ ζητοῦν διαζύγιο. ―Γιατί; ἐρωτῶ. ―Μοῦ ἔβρισε τὴ μάνα αὐτός. ―Τί τὴν εἶπε; ―Μιὰ αἰσχρὴ λέξι. Γι᾽ αὐτὸ δὲ θέλω νὰ τὸν βλέπω στὰ μάτια μου. ―Δὲ μοῦ λές, λέω, γιὰ τὴ μάνα σου εἶπε κακὸ λόγο· γιὰ τὸ Χριστὸ τί λέει; ―Καὶ τὸ Χριστὸ βλαστημάει. ―Γιατί δὲ ζητᾷς διαζύγιο γι᾽ αὐτό; Τὸ ἕνα τὸ συγχωρεῖς, τὸ ἄλλο δὲν τὸ συγχωρεῖς…
Ἔπιασαν κάποιον στὴν Ἀθήνα ποὺ ἔγραψε τὴ νύχτα στὸν τοῖχο μιὰ κακὴ λέξι γιὰ τὸν πρωθυπουργὸ κι ἀμέσως τὸν τιμώρησαν δυὸ χρόνια φυλακή. Ἄ, μεγάλος ὁ πρωθυπουργός, μεγάλοι ὅλοι οἱ ἄρχοντες, καὶ μικρὸς ὁ Χριστός, μικρὴ ἡ Παναγιά! Εἶνε κράτος αὐτό; Θὰ μᾶς τιμωρήσῃ ὁ Θεός.
Τὸ Εὐαγγέλιο λοιπὸν λέει νὰ ὁμολογῇς τὸν Κύριο μπροστὰ σὲ ἀπίστους, σὲ αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ σὲ βλαστήμους. Ἂν καθένας μας τὸ ἔκανε αὐτό, ἀλλιῶς θὰ ἦταν τὰ πράγματα.
Πότε εἶπε τὰ λόγια αὐτὰ ὁ Χριστός; Τὰ εἶπε στοὺς ἀποστόλους προτοῦ νὰ τοὺς στείλῃ στὸ κήρυγμα. Ἀφῆστε τὰ δίκτυα, εἶπε, καὶ πηγαίνετε παντοῦ νὰ κηρύξετε τὸ εὐαγγέλιο. Θὰ σᾶς καταδιώξουν, θὰ ὑποστῆτε μαρτύρια, θὰ εἶστε σὰν πρόβατα ἀνάμεσα σὲ λύκους… Γιά φανταστῆτε δώδεκα ἀρνάκια μέσα σ᾽ ἕνα κοπάδι λύκων! Ποιός θὰ νικήσῃ; Καὶ ὅμως τὰ ἀρνάκια αὐτὰ ὄχι μόνο νίκησαν τοὺς λύκους, ἀλλὰ καὶ ἔκαναν τοὺς λύκους ἀρνιά! Πῶς ἔγινε αὐτό; Οἱ ἀπόστολοι δὲν εἶχαν ὅπλα. Μοναδικὸ ὅπλο τους ἦταν ὁ λόγος. Κήρυξαν καὶ ὡμολόγησαν τὸ Χριστὸ μπροστὰ σὲ ὅλους.
Ὁμολογία τῆς πίστεως! χρέος καὶ καθῆκον κάθε Χριστιανοῦ. Ὁ ἀπόστολος Πέτρος δείλιασε καὶ ἀρνήθηκε τὸ Χριστό. Δὲν ἔχω, λέει, καμμιά σχέσι μαζί του. Ἀπὸ φόβο τὸν ἀρνήθηκε· ἀλλ᾽ ὅταν λάλησε ὁ πετεινὸς μετανόησε, ἔκλαψε, καὶ κατόπιν τὸν ὡμολογοῦσε διαρκῶς. Νὰ ὁμολογοῦμε λοιπὸν κ᾽ ἐμεῖς τὸ Χριστὸ ὅπως οἱ ἀπόστολοι. Μὴ κρατοῦμε τὴν πίστι μας κρυμμένη στὴν καρδιά μας. Εἶμαι Χριστιανός, λές. Πῶς ὅμως θὰ σὲ καταλάβω ὅτι εἶσαι Χριστιανός; Ἐὰν ὁμολογῇς τὸ Χριστό.
Ποῦ νὰ τὸν ὁμολογοῦμε; «Ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων», μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους (Ματθ. 10,32). Συγκεκριμένα σὲ τρεῖς περιπτώσεις·
⃝ Οἱ περισσότεροι σήμερα ὡς πρὸς τὴ θρησκεία εἶνε ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, δὲν πιστεύουν τίποτα. Δὲν ὑπάρχει Θεός, σοῦ λένε, καὶ νομίζουν πὼς ἐπειδὴ ἔμαθαν μερικὰ γράμματα ἔγιναν καὶ ἐπιστήμονες. Τί κάνεις λοιπὸν ἐσὺ ὅταν τοὺς ἀκοῦς; Ἂν σιωπᾷς, κάνεις ἁμαρτία! Ἂν εἶσαι Χριστιανός, θ᾽ ἀπαντήσῃς. Μὰ δὲν εἶμαι θεολόγος δὲν εἶμαι παπᾶς, θὰ πῇς. Λάθος κάνεις. Ὅσο ἀγράμματος καὶ νά ᾽σαι, μπορεῖς νὰ πῇς πέντε λόγια.
Σ᾽ ἕνα χωριὸ ἦταν ἕνας τσοπᾶνος. Πῆγε ἐκεῖ ἕνας μεγάλος τάχα ἐπιστήμονας κ᾽ ἔλεγε στοὺς χωριάτες, πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός. Οἱ ἄλλοι σιωποῦσαν. Τὴν ὥρα ἐκείνη περνοῦσε ὁ γέρο – τσοπᾶνος καὶ τοὺς εἶδε μαζεμένους. Τοῦ λένε· ―Αὐτὸς ἐδῶ, ποὺ ξέρει γράμματα, μᾶς λέει πὼς δὲν ὑπάρχει Θεός. Πλησιάζει ὁ τσοπᾶνος καὶ τὸν ρωτάει· ―Τί τοὺς λὲς ἐδῶ πέρα; ―Λέω, ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. Ποιός τὸν εἶδε τὸ Θεό; Ὁ τσοπᾶνος δὲν τά ᾽χασε. Ἦταν Αὔγουστος, ὁ ἥλιος ἔκαιγε τὶς πέτρες. ―Ἔλα ᾽δῶ, τοῦ λέει καὶ τὸν ἀνεβάζει σ᾽ ἕνα βράχο. Γιά κοίταξε λίγο τὸν ἥλιο. ―Μὰ δὲ μπορῶ, θὰ τυφλωθῶ. ―Ἔ, τοῦ λέει ὁ τσοπᾶνος, τὸν ἥλιο δὲ μπορεῖς νὰ δῇς καὶ τὸ Θεὸ θέ᾽ς νὰ δῇς; Τὸν ἔκανε κ᾽ ἔφυγε ἀπὸ ᾽κεῖ. Ἔτσι ἕνας ἀγράμματος ἀπεστόμωσε ἕναν ἄθεο. Κ᾽ ἐσὺ λοιπὸν μιμήσου τὸν τσοπᾶνο. Μὴν κλείνεις τὸ στόμα σου, μὴν ἀφήνεις τοὺς ἀθέους νὰ σπέρνουν ἀμφιβολία. Ὁμολόγησε τὸ Χριστό.
Σ᾽ ἕνα ἄλλο πάλι χωριὸ κάποιος μιλοῦσε στὸ καφενεῖο κι ἄρχισε νὰ λέῃ, ὅτι ὁ κόσμος – τὸ σύμπαν, ὅλα ἔγιναν μόνα τους. Τότε ἕνας ἀπὸ τοὺς θαμῶνες τὸν διέκοψε· Ἂν ἐσύ, τοῦ λέει, μοῦ ἀποδείξῃς ὅτι τὸ σπίτι ποὺ κάθεσαι φύτρωσε ἔτσι μόνο του, χωρὶς μηχανικοὺς καὶ τεχνῖτες, τότε κ᾽ ἐγὼ θὰ παραδεχθῶ ὅτι ὁ κόσμος ἔγινε μόνος του. «Κάθε σπίτι κάποιος τὸ χτίζει, κ᾽ ἐκεῖνος ποὺ ἔφτειαξε τὸ σύμπαν (τὸ μεγάλο σπίτι) εἶνε ὁ Θεός» (Ἑβρ. 3,4).
⃝ Ἔτσι νὰ ὁμολογοῦμε τὸ Χριστὸ ἐμπρὸς σὲ ἀπίστους καὶ ἀθέους. Ἐκτὸς ἀπ᾽ αὐτοὺς ὅμως ὑπάρχουν καὶ οἱ αἱρετικοί. Αἱρετικοὶ λ.χ., ποὺ συχνὰ μπορεῖ νὰ συναντήσουμε, εἶνε οἱ λεγόμενοι μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἢ χιλιασταί. Κρατοῦν στὰ χέρια τὴ Γραφή, ἀλλὰ δὲν τὴν ἑρμηνεύουν ὅπως οἱ πατέρες καὶ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας. Τὴν ἑρμηνεύουν ὅπως θέλουν αὐτοὶ καὶ διαστρεβλώνουν τὰ θεῖα νοήματα. Διδάσκουν πλανεμένα δόγματα· δὲν πιστεύουν στὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ, δὲν τιμοῦν τὴν Παναγία, δὲν κάνουν σταυρό, δὲν πιστεύουν στὰ μυστήρια, ἀθετοῦν τὰ περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ πιστεύει ἡ Ἐκκλησία μας.
Καὶ τώρα, ἐκμεταλλευόμενοι τὶς νέες συνθῆκες, ἀναπτύσσουν μεγάλη δρᾶσι. Κινοῦνται ἐλεύθερα στὴν πατρίδα μας, ἐν ἀντιθέσει μὲ ἄλλες χῶρες. Τὶς Κυριακὲς παίρνουν αὐτοκίνητα καὶ κάνουν ἐξορμήσεις. Προχθὲς ἦταν στὴ Φλώρινα. Ἦρθε ἕνα πούλμαν μὲ 40 ἄτομα, σκορπίστηκαν στὶς γειτονιὲς καὶ μοίραζαν φυλλάδια. Εὕρισκαν γέρους γυναῖκες μικρὰ παιδιά, καὶ προσπαθοῦσαν νὰ τοὺς ἑλκύσουν. Ἀλλὰ ἡ πόλις ξεσηκώθηκε καὶ τοὺς ἔδιωξε. Ἦταν μιὰ ὁμολογία Χριστοῦ. Αὐτὸ ὅμως εἶνε τὸ εὐκολώτερο, ὄχι καὶ τὸ καλύτερο. Τὸ καλύτερο εἶνε, νὰ μελετᾷς καὶ νὰ γνωρίζῃς τὴν ἁγία Γραφή, καὶ νὰ πολεμᾷς τοὺς αἱρετικοὺς μὲ τὸ ὅπλο ποὺ ἐκεῖνοι μᾶς πολεμοῦν.
⃝ Ὁμολόγησε λοιπὸν τὸ Χριστὸ μπροστὰ στοὺς ἀθέους, ὁμολόγησέ τον μπροστὰ στοὺς αἱρετικούς. Ἀλλ᾽ ὑπάρχει καὶ τρίτη περίπτωσι. Κάποτε καλεῖσαι νὰ τὸν ὁμολογῇς καὶ μπροστὰ σὲ χριστιανούς! Μπᾶ, θὰ πῇς, τί λόγος εἶν᾽ αὐτός; Πρόκειται γιὰ χριστιανοὺς ἀσυνεπεῖς, ψεύτικους. Λένε τώρα ὅτι πιστεύουν στὸ Χριστό, καὶ τὴν ἄλλη στιγμὴ τί κάνουν· ἀνοίγουν τὰ βρωμερά τους στόματα καὶ βλαστημοῦν ἀκόμα καὶ τὰ θεῖα. Αὐτοὺς δὲν πρέπει νὰ τοὺς ἀνεχθῇς. Διότι ἁμαρτάνει αὐτὸς ποὺ βλαστημάει, ἀλλὰ ἁμαρτάνεις κ᾽ ἐσὺ ποὺ τὸν ἀκοῦς καὶ σιωπᾷς. Ἡ σιωπή σου εἶνε ἔγκλημα. Πιστεύεις στὸ Χριστό; μὴν ἀφήνεις κανένα νὰ τὸν βλαστημάῃ.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος λέει· ἂν τὸν συμβουλεύσῃς βλάστημο δυὸ – τρεῖς φορὲς καὶ δὲν ἀκούσῃ, χτύπα τον· χέρι ποὺ θὰ χτυπήσῃ βλάστημο θ᾽ ἁγιάσῃ. Ἂν ὅμως τὸν ἀκοῦς νὰ βλαστημάῃ καὶ δὲ σοῦ καίγεται καρφί, αὐτὸ εἶνε μία ἄρνησις τοῦ Χριστοῦ.
Ἀκοῦτε, σεῖς οἱ γυναῖκες, τὸν ἄντρα σας νὰ βλαστημάῃ καὶ γελᾶτε. Ἂχ ἐκεῖνο τὸ γέλιο! Ἂν εἶσαι Χριστιανή, ν᾽ ἀγαπᾷς τὸν ἄντρα σου. Ἀλλὰ ἂν ἀγαπᾷς μιὰ φορὰ τὸν ἄντρα σου, ἄπειρες φορὲς νὰ ἀγαπᾷς τὸ Χριστὸ καὶ νὰ πῇς· Ἄντρα, μὲ πίκρανες ἀπόψε, θὰ μείνω νηστικιά, δὲ θὰ φάω τίποτα. Ποιά γυναίκα τὸ λέει αὐτό; Ἔρχονται στὴ μητρόπολι καὶ ζητοῦν διαζύγιο. ―Γιατί; ἐρωτῶ. ―Μοῦ ἔβρισε τὴ μάνα αὐτός. ―Τί τὴν εἶπε; ―Μιὰ αἰσχρὴ λέξι. Γι᾽ αὐτὸ δὲ θέλω νὰ τὸν βλέπω στὰ μάτια μου. ―Δὲ μοῦ λές, λέω, γιὰ τὴ μάνα σου εἶπε κακὸ λόγο· γιὰ τὸ Χριστὸ τί λέει; ―Καὶ τὸ Χριστὸ βλαστημάει. ―Γιατί δὲ ζητᾷς διαζύγιο γι᾽ αὐτό; Τὸ ἕνα τὸ συγχωρεῖς, τὸ ἄλλο δὲν τὸ συγχωρεῖς…
Ἔπιασαν κάποιον στὴν Ἀθήνα ποὺ ἔγραψε τὴ νύχτα στὸν τοῖχο μιὰ κακὴ λέξι γιὰ τὸν πρωθυπουργὸ κι ἀμέσως τὸν τιμώρησαν δυὸ χρόνια φυλακή. Ἄ, μεγάλος ὁ πρωθυπουργός, μεγάλοι ὅλοι οἱ ἄρχοντες, καὶ μικρὸς ὁ Χριστός, μικρὴ ἡ Παναγιά! Εἶνε κράτος αὐτό; Θὰ μᾶς τιμωρήσῃ ὁ Θεός.
Τὸ Εὐαγγέλιο λοιπὸν λέει νὰ ὁμολογῇς τὸν Κύριο μπροστὰ σὲ ἀπίστους, σὲ αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ σὲ βλαστήμους. Ἂν καθένας μας τὸ ἔκανε αὐτό, ἀλλιῶς θὰ ἦταν τὰ πράγματα.
* * *
Λοιπόν, ἀγαπητοί μου, νὰ ὁμολογοῦμε τὸ Χριστό, καὶ ὄχι ἁπλῶς νὰ τὸν πιστεύουμε. Νὰ τὸν ἔχουμε ὄχι μόνο στὴν καρδιὰ ἀλλὰ καὶ στὸ στόμα. Χριστὸς στὴν καρδιά, Χριστὸς στὰ χείλη. Νὰ τὸν ὁμολογοῦμε καὶ μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ· τὸ πρωὶ μὲ τὸ ξύπνημα, στὴ δουλειά, στὸ τραπέζι, στὸ ταξίδι, στὸ δρόμο, παντοῦ.
Φθάσαμε δυστυχῶς στὸ κατάντημα, χριστιανοὶ νὰ ντρέπωνται νὰ κάνουν τὸ σταυρό τους. Ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ εἶπε· Ἔκανα ἁμαρτία· ἐνῷ στὸ σπίτι κάνω τὸ σταυρό μου, ὅταν βρέθηκα σ᾽ ἕνα μεγάλο σαλόνι καὶ κάθισα στὸ τραπέζι ντράπηκα… Μὴ ντρέπεσαι· σήκω ὄρθιος, κάνε τὸ σταυρό σου, καὶ ἂς σὲ κοροϊδεύῃ ὁ κόσμος ὅλος. Αὐτὸ θὰ πῇ Χριστιανός. Ἔτσι ὡμολογοῦσαν οἱ ἅγιοι τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Στὸν Πόντο καὶ τὴ Μικρὰ Ἀσία ὑπάρχουν οἱ λεγόμενοι κρυπτοχριστιανοί. Ἀναγκάζονται ἐκεῖ νὰ φαίνωνται σὰν Τοῦρκοι. Μὰ ἐδῶ δὲν ἔχουμε Τουρκιά· ἔχουμε πατρίδα ἐλεύθερη καὶ δημοκρατία. Ὁμολόγησε λοιπὸν τὴν πίστι σου, πὲς τὴ γνώμη σου, μὴν ἀφήνεις τὸν ἄπιστο, τὸν ἄθεο, τὸν αἱρετικὸ καὶ τὸ βλάστημο νὰ κυριαρχοῦν. Γι᾽ αὐτὸ σοῦ ᾽δωσε ὁ Θεὸς τὴ γλῶσσα· γιὰ νὰ τὴν κάνῃς κιθάρα, κι ὅπου σταθῇς κι ὅπου βρεθῇς νὰ ὁμολογῇς Ἰησοῦν «Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν» (Α΄ Κορ. 1,24)· ἀμήν.
Θέλω νὰ πιστεύω ὅτι τὰ πτωχὰ αὐτὰ λόγια δὲν ἔπεσαν στὸ δρόμο, δὲν ἔπεσαν στὰ ἀγκάθια, δὲν ἔπεσαν στὰ βράχια, ἀλλὰ ἔπεσαν σὲ ἐκλεκτὲς ψυχὲς καὶ θὰ ἀποδώσουν καρπό, πρὸς δόξαν Χριστοῦ· ἀμήν.
Φθάσαμε δυστυχῶς στὸ κατάντημα, χριστιανοὶ νὰ ντρέπωνται νὰ κάνουν τὸ σταυρό τους. Ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ εἶπε· Ἔκανα ἁμαρτία· ἐνῷ στὸ σπίτι κάνω τὸ σταυρό μου, ὅταν βρέθηκα σ᾽ ἕνα μεγάλο σαλόνι καὶ κάθισα στὸ τραπέζι ντράπηκα… Μὴ ντρέπεσαι· σήκω ὄρθιος, κάνε τὸ σταυρό σου, καὶ ἂς σὲ κοροϊδεύῃ ὁ κόσμος ὅλος. Αὐτὸ θὰ πῇ Χριστιανός. Ἔτσι ὡμολογοῦσαν οἱ ἅγιοι τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Στὸν Πόντο καὶ τὴ Μικρὰ Ἀσία ὑπάρχουν οἱ λεγόμενοι κρυπτοχριστιανοί. Ἀναγκάζονται ἐκεῖ νὰ φαίνωνται σὰν Τοῦρκοι. Μὰ ἐδῶ δὲν ἔχουμε Τουρκιά· ἔχουμε πατρίδα ἐλεύθερη καὶ δημοκρατία. Ὁμολόγησε λοιπὸν τὴν πίστι σου, πὲς τὴ γνώμη σου, μὴν ἀφήνεις τὸν ἄπιστο, τὸν ἄθεο, τὸν αἱρετικὸ καὶ τὸ βλάστημο νὰ κυριαρχοῦν. Γι᾽ αὐτὸ σοῦ ᾽δωσε ὁ Θεὸς τὴ γλῶσσα· γιὰ νὰ τὴν κάνῃς κιθάρα, κι ὅπου σταθῇς κι ὅπου βρεθῇς νὰ ὁμολογῇς Ἰησοῦν «Χριστὸν Θεοῦ δύναμιν καὶ Θεοῦ σοφίαν» (Α΄ Κορ. 1,24)· ἀμήν.
Θέλω νὰ πιστεύω ὅτι τὰ πτωχὰ αὐτὰ λόγια δὲν ἔπεσαν στὸ δρόμο, δὲν ἔπεσαν στὰ ἀγκάθια, δὲν ἔπεσαν στὰ βράχια, ἀλλὰ ἔπεσαν σὲ ἐκλεκτὲς ψυχὲς καὶ θὰ ἀποδώσουν καρπό, πρὸς δόξαν Χριστοῦ· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Σύννεφο Ἁγίων!
Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων σήμερα. Ἑορτάζουμε ὅλους τοὺς Ἁγίους μαζί, καὶ ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἰδιαίτερη ἡμέρα ἑορτῆς μέσα στὸ ἔτος, ἀλλὰ καὶ ὅσους ἀγνοοῦμε καὶ τοὺς γνωρίζει ὁ Θεός. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὸ σημερινὸ ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τοὺς ὀνομάζει στὸ σύνολό τους «νέφος μαρτύρων», δηλαδὴ σύννεφο Ἁγίων. Μὲ τὴ λέξη «μάρτυρες» ἐννοοῦνται ὄχι μόνο οἱ ἅγιοι Μάρτυρες, ὅσοι δηλαδὴ θυσίασαν τὴ ζωή τους γιὰ τὴν ἀγάπη τους πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ ὅλοι γενικὰ οἱ Ἅγιοι. Διότι ὅλοι «ἐμαρτυρήθησαν διὰ τῆς πίστεως»· δηλαδὴ γιὰ τὴ μεγάλη πίστη τους ἔλαβαν ἐγκωμιαστικὴ μαρτυρία ἀπὸ τὸν Θεὸ ἢ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.
Μὲ αὐτὴ λοιπὸν τὴν ἀφορμὴ ἂς δοῦμε σήμερα γιατί οἱ Ἅγιοι Πάντες ὀνομάζονται «νέφος» καὶ τί σημαίνει αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας.
1. Πλῆθος ἀναρίθμητο ποὺ δροσίζει τοὺς πιστοὺς
Μπορεῖ κανεὶς νὰ μετρήσει τὶς σταγόνες τῆς βροχῆς ποὺ προέρχονται ἀκόμη καὶ ἀπὸ ἕνα μικρὸ σύννεφο; Ἀδύνατο! Εἶναι ἀναρίθμητες! Κι ἐδῶ δὲν πρόκειται γιὰ συννεφάκι ἀλλὰ γιὰ «τοσοῦτον νέφος», ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· τόσο μεγάλο καὶ πυκνὸ σύννεφο. Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος ἀναφέρεται στοὺς δικαίους τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἀλλὰ ἀπὸ τότε πόσες χιλιάδες ἔχουν προστεθεῖ! Ὑπολογίζεται ὅτι μόνο κατὰ τοὺς τρεῖς αἰῶνες τῶν διωγμῶν οἱ πιστοὶ ποὺ μαρτύρησαν, ἔφθασαν τὰ 11.000.000! Ἀπὸ τότε ἀναδείχθηκαν πλῆθος Ἅγιοι: ὅσιοι ἀσκητές, φλογεροὶ ἱεραπόστολοι, ἔγγαμοι καὶ ἄγαμοι, φτωχοὶ καὶ πλούσιοι, αὐτοκράτορες καὶ ἄσημοι κατὰ κόσμον! Μάλιστα οἱ Μάρτυρες τοῦ 20οῦ αἰώνα στὰ ἀθεϊστικὰ καθεστῶτα τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης ὑπολογίζονται σὲ ἀρκετὰ ἑκατομμύρια! Καὶ συνεχῶς προστίθενται νέοι Ἅγιοι: οἱ ἅγιοι Παΐσιος, Πορφύριος, Ἰάκωβος, ἡ ἁγία Σοφία τῆς Κλεισούρας…
Ἀλλὰ οἱ γνωστοί μας Ἅγιοι εἶναι ἁπλῶς ἕνα δεῖγμα ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν Ἁγίων, τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἀναγεννήθηκαν κατὰ τὴν παρούσα ζωὴ καὶ εὐαρέστησαν στὸν Θεό. Οἱ Ἅγιοι Πάντες εἶναι πάρα πολλοί.
Ὀνομάζονται ὅμως σύννεφο καὶ γιὰ ἕναν ἄλλο λόγο: διότι εὐεργετοῦν τοὺς πιστοὺς ποὺ ἀγωνίζονται ἀκόμη στὴ γῆ. «Ὥσπερ τις νεφέλη ἡ μνήμη τῶν μαρτύρων ἀναψύχει ἡμᾶς», ἑρμηνεύει ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος Ἀχρίδος. Σὰν ἕνα σύννεφο ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων μᾶς χαρίζει ἀναψυχή: Μᾶς δροσίζει στὸν καύσωνα τῶν πειρασμῶν καὶ τῶν θλίψεων, μᾶς σκεπάζει, μᾶς ξεκουράζει.
Ἀλλὰ τὸ ἀκόμη πιὸ παρήγορο εἶναι ὅτι τὸ σύννεφο αὐτὸ δὲν βρίσκεται ψηλὰ στὸν οὐρανό, ἀλλὰ εἶναι «περικείμενον ἡμῖν»· μᾶς περιβάλλει ἀπὸ παντοῦ, μᾶς χαρίζει κάθε προστασία! Οἱ Ἅγιοι εἶναι πολὺ κοντά μας. Δὲν μᾶς ἔχουν ξεχάσει μέσα στὴ δόξα τοῦ οὐρανοῦ ποὺ προγεύονται, ἀλλὰ παρακολουθοῦν μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον τὸν ἀγώνα μας καὶ προσεύχονται γιὰ μᾶς.
2. Μίμηση τῶν Ἁγίων καὶ ἐπίκληση τῶν πρεσβειῶν τους
Τί σημαίνει γιὰ τὴ ζωή μας αὐτὴ ἡ ἀλήθεια; Τὸ διατυπώνει πολὺ ὡραῖα ὁ ἀπόστολος Παῦλος: Ἀφοῦ λοιπὸν ἔχουμε τόσο μεγάλο σύννεφο Ἁγίων νὰ μᾶς περιβάλλει, ἂς τρέχουμε τὸν ἀγώνα ποὺ ἔχουμε μπροστά μας μὲ ὑπομονή. Δηλαδὴ εἶναι σὰν νὰ μᾶς λέει ὁ ἅγιος Ἀπόστολος: Ἂς ἀκολουθήσουμε τὸ παράδειγμά τους. Πρῶτα-πρῶτα νὰ μελετοῦμε τοὺς Βίους τῶν Ἁγίων. Νὰ φέρουμε στὴ μνήμη μας τοὺς μεγάλους ἀγῶνες καὶ τὴν ἄσκησή τους, τὶς ἐξαίρετες ἀρετές τους. Ἔλεγε χαριτωμένα ὁ ἅγιος Παΐσιος ὅτι οἱ Βίοι τῶν Ἁγίων εἶναι ἡ βιταμίνη τῆς ψυχῆς. Οἱ Ἅγιοι ἦταν ἄνθρωποι σὰν κι ἐμᾶς. Ἀντιμετώπισαν πολλὲς θλίψεις καὶ πειρασμούς, ἀλλὰ ἔδειξαν μεγάλη πίστη καὶ ὑπομονή. Ἐφάρμοσαν μὲ ἀκρίβεια τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Οἱ Ἅγιοι διακηρύττουν ὅτι οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ μποροῦν νὰ ἐφαρμοσθοῦν καὶ χαρίζουν τὴν ἀληθινὴ εὐτυχία. Μᾶς δείχνουν τὸν δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὸν Παράδεισο. Μᾶς διδάσκουν πῶς νὰ ἀντιμετωπίζουμε τὴν κάθε δοκιμασία. Μᾶς δίνουν ἐλπίδα γιὰ τὴν τελικὴ νίκη. Εἶναι τὰ πιὸ δυνατὰ πρότυπά μας, μετὰ τὸν Κύριο.
Ἀλλὰ εἴπαμε ὅτι εἶναι καὶ οἱ συμπαραστάτες καὶ πρεσβευτές μας. Λοιπόν, νὰ ἐπικαλούμαστε τὶς ἰσχυρὲς πρεσβεῖες τους. Νὰ τοὺς μιλᾶμε καθημερινά, ἰδιαίτερα στοὺς Ἁγίους ποὺ πιὸ πολὺ εὐλαβούμαστε, μάλιστα στὸν ἅγιο προστάτη μας· νὰ τοὺς ἀγαπήσουμε, νὰ τοὺς βάλουμε στὴ ζωή μας. Οἱ Ἅγιοι εἶναι ἡ Ἄμεση Δράση τοῦ οὐρανοῦ. Οἱ Ἅγιοι εἶναι τὰ μεγαλύτερα ἀδέλφια μας, οἱ στοργικοὶ προστάτες τῶν εὐσεβῶν· εἶναι τὰ ἐκλεκτὰ παιδιὰ τοῦ Θεοῦ ποὺ βρίσκονται πολὺ κοντά μας καὶ πολὺ κοντὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ.
******************
Σήμερα εἶναι μεγάλη μέρα γιὰ τὴν Πίστη μας. Σήμερα γιορτάζει ὁλόκληρη ἡ πνευματική μας οἰκογένεια. Σήμερα ἡ Ἐκκλησία φοράει τὸν πιὸ ἐπίσημο στολισμό της, προβάλλει τὰ πιὸ ἐκλεκτὰ παιδιά της. Κάθε Ἅγιος εἶναι ἕνας πολύτιμος λίθος στὸ βαρύτιμο πνευματικὸ ἔνδυμά της. Μακάρι, μὲ τὶς πρεσβεῖες τῶν Ἁγίων Πάντων, ν᾿ ἀποφασίσουμε ν᾿ ἀκολουθήσουμε τὰ βήματά τους καὶ νὰ προστεθοῦμε στὴν τιμημένη χορεία τους.