Το δύσκολο ήταν το δεύτερο αλλά τελικά επισημάνθηκαν τέσσερα σημεία που θεωρητικά τουλάχιστον “καταρρίπτουν” τις προβλέψεις του νόμου Αχτσιόγλου. Λέμε θεωρητικά,γιατί ως γνωστόν “τα γραπτά μένουν” και προς το παρόν το μόνο γραπτό είναι ο νόμος Αχτσιόγλου.
Τι λένε λοιπόν όσοι μελέτησαν τις προβλέψεις του νομοσχεδίου ,μετά από τα δημοσιεύματα του militaire.gr :
1. Ο νόμος.4387/16 (άρθρο 47) καθορίζει ρητά ότι η εποπτεία των Μετοχικών Ταμείων των Ενόπλων Δυνάμεων ασκείται από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας και η απεμπλοκή τους από την Εθνική Αναλογιστική Αρχή (μη υποβολή ετησίως αναλογιστικών μελετών – συντελεστής βιωσιμότητος ) και το Υπουργείο Εργασίας.
2. Με τον νόμο.4252/12, άρθρο 35, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 4387/16, άρθρο 74, συστήθηκε το ΕΤΕΑΕΠ (Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών) σε αντικατάσταση του ΕΤΕΑ (Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης). Στο άρθρο 75 του ν.4387/16 αναφέρει ρητά και προσδιορίζει τα ταμεία, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς πρόνοιας που εντάσσονται στο ΕΤΕΑΕΠ χωρίς να γίνεται ρητή αναφορά στα Μετοχικά Ταμεία των Ενόπλων Δυνάμεων.
3. Με τη συγκεκριμένη διάταξη, (άρθρο 3 του νόμου της κ. Αχτσιόγλου) εφόσον αυτή ερμηνευτεί ότι καταλαμβάνει και τις περιπτώσεις των Μετοχικών Ταμείων, καταστρατηγούνται οι κανόνες της αυτόνομης λειτουργίας τους υπό την εποπτεία του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, οι οποίοι θεσμικά διακρίνονται από το καθεστώς των κλάδων επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ παροχής του Ενιαίου Επικουρικού Ταμείου που υπάγεται στο Υπουργείο Εργασίας.
4. Στην περίπτωση αυτή, με ανορθόδοξο αλλά και θεσμικά ασαφή και μη αποδεκτό τρόπο, επιβάλλεται στα Μετοχικά Ταμεία η καθιέρωση νέας βάσης προσδιορισμού και υπολογισμού των κρατήσεων των εν ενεργεία στελεχών με όρους περιοριστικούς που θα δύναται να συνδεθούν με παροχές μόνο «αυστηρής» ανταποδοτικότητας. Το γεγονός αυτό θα επιφέρει ιστορικούς κλυδωνισμούς στα Μετοχικά Ταμεία καθώς θα προκαλέσει την πλήρη ανατροπή του καθεστώτος που ισχύει σήμερα για τη χορήγηση των παροχών τους, λόγω της απαίτησης που θα δημιουργηθεί για εισαγωγή αναλογιστικών μοντέλων στον προσδιορισμό ή επαναυπολογισμό τους, επιβάλλοντας με την εξέλιξη αυτή ευθείες και σημαντικές μειώσεις στα δικαιώματα (τρέχοντα και μελλοντικά) των μετόχων και μερισματούχων τους.