Tου Κωστα Kαλφοπουλου 'Οτι οραματίστηκε η αριστερά και απέτυχε -παταγωδώς- να εφαρμόσει, είτε ως πρόγραμμα είτε ως σοσιαλιστική πρ...
Tου Κωστα Kαλφοπουλου
'Οτι οραματίστηκε η αριστερά και απέτυχε -παταγωδώς- να εφαρμόσει, είτε ως πρόγραμμα είτε ως σοσιαλιστική προοπτική, κατάφερε να προωθήσει αρκούντως αποτελεσματικά ο «υπαρκτός καπιταλισμός»: χαρακτηριστικό παράδειγμα, ο εθνικός στρατός. Στη δεκαετία του ’50, και για σαράντα συναπτά έτη, το φιλειρηνικό-αντιπολεμικό κίνημα διακήρυσσε στεντόρεια την ανάγκη του πυρηνικού αφοπλισμού και της κατάργησης του στρατού, ως sine qua non προϋπόθεσης της εμπέδωσης της ειρήνης.
Στην αυγή του 21ου αιώνα, οι ευρωπαϊκοί στρατοί συρρικνώνονται και η στρατιωτική θητεία καταργείται. Στην Αγγλία, τη Γερμανία και την Ελβετία (με μακρόχρονη παράδοση στο δόγμα της «παλλαϊκής άμυνας» και τον ανορθόδοξο πόλεμο) οι έφεδροι νεοσύλλεκτοι θα αποτελέσουν σύντομα παρελθόν. Ο επανασχεδιασμός της άμυνας σε ευρωπαϊκό, πρωτίστως, πλαίσιο, κατέστη αναγκαίος, καθώς τα δημοσιονομικά μεγέθη επιβάλλουν μείωση του κόστους των αμυντικών δαπανών και των εξοπλισμών. Κι όπως στον πόλεμο, έτσι και στην ειρήνη, το «πρώτο θύμα» είναι ο φαντάρος, στην ουσία ένα «πολυ-εργαλείο», όπως ο περίφημος «ελβετικός σουγιάς», στον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας, αλλά και στην πολεμική μηχανή.
Στη Γερμανία, η κατάργηση της θητείας θα μειώσει μεν κατά 9% περίπου τα δημόσια ελλείμματα, θα επιβαρύνει όμως ταυτόχρονα, σύμφωνα με τους πρώτους υπολογισμούς, τα γερμανικά εκπαιδευτικά ιδρύματα με ένα πλεόνασμα της τάξης 75.000 νέων φοιτητών: η σύσκεψη των πρυτάνεων κρούει κιόλας τον κώδωνα της ανησυχίας. Στην Ελβετία της «διαρκούς στράτευσης», την οποία απεχθανόταν ο Μαξ Φρις, σύντομα θα λείψουν οι εικόνες από τους σιδηροδρομικούς σταθμούς, που έσφυζαν από τους Eidgenossen με «το τουφέκι τους στον ώμο». Στην Ελλάδα, ό,τι δεν αποτόλμησε η «επάρατος δεξιά» το κατάφεραν ανώδυνα οι «σοσιαλιστικές κυβερνήσεις» με τους ΕΠΟΠ πενταετούς θητείας.
Ομως, αυτή η θετική (;) εξέλιξη έχει στην Ελλάδα και τις «παράπλευρες απώλειες», με πρώτο θύμα τις τέχνες και τα γράμματα. Μικρά αριστουργήματα, όπως «Οι Κεκαρμένοι», του Ν. Κάσδαγλη, «Ο τυφεκιοφόρος του εχθρού», του Μ. Χάκκα, «Ο ωραίος λοχαγός», του Μ. Κουμανταρέα, «Τα μάτια του σμηνία», του Α. Διαμιανίδη, η αξεπέραστη «Ευδοκία», του Α. Δαμιανού, το «Λούφα και παραλλαγή», του Ν. Περάκη, ακόμα και οι «Ναύτες» του Γ. Τσαρούχη ή ο «Φαντάρος» του Μ. Ρασούλη (για να αναφερθούμε επιλεκτικά σε κάποια εμβληματικά έργα) θα πάρουν σύντομα την άγουσα για τα «αποδυτήρια της μνήμης».
Ο σκοπός της πύλης (κάποτε, το φόβητρο κάθε νεοσύλλεκτου), ο φαντάρος στην άκρη της Εθνικής να κάνει οτοστόπ, η μοναξιά των στρατοπέδων, όλα «θα περάσουν στην ιστορία» και θα σμικρυνθούν στις διαστάσεις της μινιατούρας, όπως τα παιδιά που έπαιζαν κάποτε με τα «στρατιωτάκια». Κανείς ποιητής, σαν τον Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου, δεν θα ξαναγράψει στίχο όπως αυτόν, «Προσευχηθείτε στις σκοπιές που ξαγρυπνούν», κανείς δεν θα χορέψει με τον μοναδικό τρόπο του οικοδόμου Γιώργου Κουτούζη το «Ζεϊμπέκικο» για τη δική του (πρόωρα χαμένη) Μαρία Βασιλείου, κι ο «ωραίος λοχαγός» θα μείνει στο ψηλότερο ράφι (της βιβλιοθήκης).
Η κατάργηση της θητείας των εφέδρων είναι πράγματι «ένας δύσκολος θάνατος», που κανένα «όπλο υπό μάλης» και κανένα σιωπητήριο δεν θα τιμήσει.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_23/01/2011_429604