Εποχή δαιμονική
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
Ενας ἅγιος, ἀγαπητοί μου, ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγάλους διδασκάλους τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ὁ ἱερὸς Αὐγουστῖνος, τοῦ ὁποίου ἀναξίως φέρω τὸ ὄνομα, εἶπε ὅτι τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε πνευματικὸς καθρέφτης. Ὅπως στὸν καθρέφτη βλέπουμε τὴ μορφή μας καὶ εὐπρεπιζόμαστε, ἔτσι στὸ Εὐαγγέλιο βλέπουμε ὄχι τὸν ὁρατὸ ἄνθρωπο, ἀλλὰ τὸν ἀόρατο ἑαυτό μας, τὶς κακίες καὶ τὰ πάθη μας, γιὰ νὰ τὰ διορθώνουμε. Κι ὅπως δὲν ὑπάρχει σπίτι, ἀκόμα καὶ τὸ πιὸ φτωχό, χωρὶς καθρέφτη, ἔτσι δὲν πρέπει νὰ ὑπάρχῃ οἰκογένεια χωρὶς Εὐαγγέλιο.
Σήμερα λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία ἔβαλε μπροστά μας πάλι τὸν πνευματικὸ καθρέφτη καὶ μέσα σ᾽ αὐτὸν βλέπουμε τὸν ἑαυτό μας. –Τὸν ἑαυτό μας; θὰ πῆτε· μὰ δὲ μιλάει γιὰ μᾶς τὸ εὐαγγέλιο. Καὶ ὅμως. Ἐλᾶτε νὰ δοῦμε μὲ συντομία τί μᾶς λέει ἡ περικοπὴ καὶ πῶς σ᾽ αὐτὴν καθρεφτίζεται ὁ ἑαυτός μας.
Σήμερα λοιπὸν ἡ Ἐκκλησία ἔβαλε μπροστά μας πάλι τὸν πνευματικὸ καθρέφτη καὶ μέσα σ᾽ αὐτὸν βλέπουμε τὸν ἑαυτό μας. –Τὸν ἑαυτό μας; θὰ πῆτε· μὰ δὲ μιλάει γιὰ μᾶς τὸ εὐαγγέλιο. Καὶ ὅμως. Ἐλᾶτε νὰ δοῦμε μὲ συντομία τί μᾶς λέει ἡ περικοπὴ καὶ πῶς σ᾽ αὐτὴν καθρεφτίζεται ὁ ἑαυτός μας.
* * *
Τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπητοί μου, στὴ λίμνη τῆς Τιβεριάδος ἦταν χτισμένο ἕνα χωριὸ ποὺ τὸ ἔλεγαν Γάδαρα. Στὸ χωριὸ αὐτὸ ζοῦσε ἥσυχα ἕνας νέος. Ἐνῷ ὅμως ἦταν ἡ χαρὰ καὶ τὸ καμάρι τῶν γονέων του, ξαφνικὰ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἄλλαξε. Τὸ μυαλό του θόλωσε, ἡ γλῶσσα του μπέρδεψε καὶ ἄρχισε νὰ βγάζῃ ἄσχημα λόγια. Ὠργιζόταν, θύμωνε, χτυπιόταν, ἔσχιζε τὰ ροῦχα του καὶ παρουσιαζόταν γυμνός, ὅπως τὸν γέννησε ἡ μάνα του. Ἔβγαινε ἔξω, ἔτρεχε δεξιὰ κι ἀριστερά. Τὴ νύχτα δὲν κοιμόταν στὸ σπίτι ἀλλὰ στὰ νεκροταφεῖα, μέσ᾿ στὰ μνήματα. Πήγαιναν συγγενεῖς καὶ φίλοι νὰ τὸν πιάσουν, τὸν ἔδεναν μὲ ἁλυσίδες, ὄχι μὲ σχοινιά, κι αὐτὸς εἶχε τέτοια πρωτοφανῆ δύναμι ποὺ ἔσπαζε τὶς ἁλυσίδες ὅπως σπάει κανεὶς τὶς κλωστές. Ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος ὅλης τῆς περιοχῆς· κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ περάσῃ ἀπ᾽ τὸ μέρος ἐκεῖνο.
Τί ἦταν, τρελλός; Μακάρι νὰ ἦταν τρελλός. Ὑπάρχει κάτι χειρότερο ἀπ᾽ τὴν τρέλλα, κι ἂς μὴν τὸ πιστεύουμε κι ἂς μὴ θέλουμε νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε. Ὁ νέος αὐτὸς ἦταν δαιμονισμένος, «εἶχε δαιμόνια» λέει τὸ εὐαγγέλιο (Λουκ. 8,27). Κάποια στιγμὴ ἄνοιξε τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς του καὶ δέχτηκε μέσα του τὸ σατανᾶ, τὸν διάβολο. Κι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ἔχασε πλέον τὸν ἔλεγχο, τὸ κοντρὸλ τοῦ ἑαυτοῦ του· καὶ κοντρὸλ τοῦ ἀνθρώπου εἶνε τὸ μυαλό. Τὸ τιμόνι του δὲν τὸ εἶχε πλέον ὁ ἴδιος, τὸ εἶχε ὁ σατανᾶς, τὸ πνεῦμα τὸ πονηρό. Ἀπὸ ᾽κείνη τὴ στιγμὴ ἔχασε τὴν ταυτότητα καὶ τὴν προσωπικότητά του· ἦταν ἕνα ρομπότ, τὸ ὁποῖο κινοῦσε ὡς ἐνεργούμενο ὁ σατανᾶς. Ὅ,τι ἔλεγε ἐκεῖνος, ἔπραττε αὐτός· ἦταν ὄργανο σατανικό.
–Μά, θὰ πῆτε, ἔρχεσαι τώρα, στὸν αἰῶνα αὐτό, καὶ μᾶς λὲς πὼς ὑπάρχουν δαίμονες καὶ δαιμονισμένοι ἄνθρωποι; Τί παραμύθια εἶν᾽ αὐτά; Ἔτσι ζητᾶτε νὰ ναρκώσετε τὸ λαὸ καὶ τὸν βάζετε νὰ πιστεύῃ σὲ τέτοια…
Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν λέει παραμύθια, κηρύττει τὴν ἀλήθεια.
Τί ἦταν, τρελλός; Μακάρι νὰ ἦταν τρελλός. Ὑπάρχει κάτι χειρότερο ἀπ᾽ τὴν τρέλλα, κι ἂς μὴν τὸ πιστεύουμε κι ἂς μὴ θέλουμε νὰ τὸ ἀντιληφθοῦμε. Ὁ νέος αὐτὸς ἦταν δαιμονισμένος, «εἶχε δαιμόνια» λέει τὸ εὐαγγέλιο (Λουκ. 8,27). Κάποια στιγμὴ ἄνοιξε τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς του καὶ δέχτηκε μέσα του τὸ σατανᾶ, τὸν διάβολο. Κι ἀπὸ τὴν ὥρα ἐκείνη ἔχασε πλέον τὸν ἔλεγχο, τὸ κοντρὸλ τοῦ ἑαυτοῦ του· καὶ κοντρὸλ τοῦ ἀνθρώπου εἶνε τὸ μυαλό. Τὸ τιμόνι του δὲν τὸ εἶχε πλέον ὁ ἴδιος, τὸ εἶχε ὁ σατανᾶς, τὸ πνεῦμα τὸ πονηρό. Ἀπὸ ᾽κείνη τὴ στιγμὴ ἔχασε τὴν ταυτότητα καὶ τὴν προσωπικότητά του· ἦταν ἕνα ρομπότ, τὸ ὁποῖο κινοῦσε ὡς ἐνεργούμενο ὁ σατανᾶς. Ὅ,τι ἔλεγε ἐκεῖνος, ἔπραττε αὐτός· ἦταν ὄργανο σατανικό.
–Μά, θὰ πῆτε, ἔρχεσαι τώρα, στὸν αἰῶνα αὐτό, καὶ μᾶς λὲς πὼς ὑπάρχουν δαίμονες καὶ δαιμονισμένοι ἄνθρωποι; Τί παραμύθια εἶν᾽ αὐτά; Ἔτσι ζητᾶτε νὰ ναρκώσετε τὸ λαὸ καὶ τὸν βάζετε νὰ πιστεύῃ σὲ τέτοια…
Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν λέει παραμύθια, κηρύττει τὴν ἀλήθεια.
Τέτοια ἔλεγε κ᾽ ἕνας ἄπιστος ἀστροναύτης, ποὺ βγῆκε λίγο ἔξω ἀπὸ τὴ γήινη ἀτμόσφαιρα κι ὅταν γύρισε εἶπε ὅτι δὲ συνάντησε πουθενὰ ἐκεῖ ἀγγέλους. Καὶ τὸ πῆραν αὐτὸ καὶ τὸ ἔγραψαν σὲ σχολικὸ βιβλίο, γιὰ νὰ διδάσκωνται τὰ παιδιὰ τὴν ἀθεΐα. Σὲ κάποιο σχολεῖο λοιπὸν ρωτοῦσε ἡ δασκάλα· –Ποιός εἶδε, παιδιά, ἀγγέλους; ὁ ἀστροναύτης μας πέταξε στὸ διάστημα καὶ δὲν εἶδε κανέναν ἄγγελο. Τότε ἕνας μικρὸς –φωτίζει ὁ Θεὸς ἀθῷα πλάσματα– ἀποστόμωσε τὴ δασκάλα λέγοντας· –Κυρία, πέταξε πολὺ χαμηλά· ἂν πετάξῃ ψηλότερα, θὰ τοὺς δῇ! Καὶ τί ἦταν πράγματι τὸ ἅλμα ἐκεῖνο τοῦ ἀστροναύτου; Οὔτε ἕνα μικρὸ βῆμα δὲν εἶχε κάνει, καὶ βεβαίωνε ὁ ἀλαζὼν ὅτι δὲν εἶδε ἀγγέλους.
Ὑπάρχει πνευματικὸς κόσμος ἀόρατος. Κι ἂν δὲν τὸν βλέπουν τὰ φυσικά μας μάτια, μᾶς βεβαιώνουν γι᾽ αὐτὸν πολλὲς ἐνέργειές του ὁρατὲς καὶ αἰσθητές. Καὶ στὸν κόσμο αὐτὸν δὲν ἀνήκουν μόνο οἱ ἄγγελοι· ἀνήκουν καὶ οἱ δαίμονες. Καὶ κυριαρχοῦν δυστυχῶς στὴν ἀνθρωπότητα. Κ᾽ εἶνε ἀναίσθητος ὅποιος δὲν τὸ νιώθει καὶ τυφλὸς ὅποιος δὲν τὸ βλέπει.
Δαιμόνια καὶ δαιμονιζόμενοι; Πλῆθος. Θέλετε μερικὰ παραδείγματα; Νά· χθὲς ἡ ἐφημερίδα ἔγραφε, ὅτι ἕνας ἄνθρωπος τελείωσε τὴ δουλειά του, πάει στὸ σπίτι καί, ἐνῷ ἦταν ἥσυχος, πιάνει ἕνα καυγᾶ μὲ τὴ γυναῖκα του· καὶ σὲ μιὰ στιγμή, καθὼς ἦταν ὠργισμένος καὶ θυμωμένος, παίρνει ἕνα μαχαίρι, τὴν καταδιώκει, ἐκείνη τρύπωσε μέσα στὸ μέρος, αὐτὸς σπάει τὴν πόρτα καὶ τὴν ἔσφαξε μὲ δεκαεφτὰ μαχαιριές! Τί ἦταν αὐτό; Δαιμόνιο· ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε νὰ προσευχώμαστε «…ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ» (Ματθ. 6,13), καὶ γι᾽ αὐτὸ ἕνας ψαλμὸς λέει· Σῶσε μας «ἀπὸ δαιμονίου μεσημβρινοῦ» (Ψαλμ. 90,6). Κάθε ἄνθρωπος δέχεται πειρασμό. Λένε καὶ ψυχολόγοι, ὅτι καὶ ὁ πιὸ λογικὸς καὶ συνετὸς καὶ ἐπιστήμων ἔχει κάποτε «τὸ πεντάλεπτο τῆς τρέλλας» – ἔτσι τὸ λένε. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ· καὶ ὁ πιὸ ἐνάρετος καὶ ἅγιος, σὲ ἕνα πεντάλεπτο δαιμονισμοῦ, ἂν ἀμελήσῃ, μπορεῖ νὰ κάνῃ τὸ μεγαλύτερο ἔγκλημα. Ὑπάρχει λοιπὸν τὸ δαιμόνιο τῆς ὀργῆς καὶ τοῦ θυμοῦ.
⃝ Ὑπάρχει τὸ δαιμόνιο τοῦ φθόνου, τῆς ζήλειας, ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ χάνῃ τὸ χρῶμα του καὶ νὰ κιτρινίζῃ ἀπ᾽ τὴ στενοχώρια γιὰ τὴν πρόοδο καὶ εὐτυχία τοῦ ἄλλου.
⃝ Ὑπάρχει τὸ δαιμόνιο τῆς ἀλαζονείας, ὅταν κάποιος νομίζει ὅτι εἶνε μεγάλος κ᾽ ἔχει ἀξία.
⃝ Ὑπάρχει τὸ δαιμόνιο τῆς φιλαργυρίας, ποὺ γιὰ τριάκοντα ἀργύρια προδίδει καὶ τὸ Χριστό.
⃝ Ὑπάρχει τὸ δαιμόνιο τῆς γαστριμαργίας. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀρκεῖται στὸ κανονικὸ φαγητό, ἀλλὰ τρώει παραπάνω· ἀλλ᾽ αὐτὸ τὸ παραπάνω δὲν εἶνε δικό του, «εἶνε τῆς χήρας, τοῦ ὀρφανοῦ», ἐκείνων ποὺ πεινοῦν καὶ δυστυχοῦν.
⃝ Τὸ χειρότερο δαιμόνιο στὴν ἐποχή μας εἶνε τὸ δαιμόνιο τοῦ σέξ. Βλέπεις ἄνθρωπο γέρο, μὲ παιδιὰ κ᾽ ἐγγόνια, κι ἀφήνει τὴ γυναῖκα του γιὰ νὰ πάρῃ ἄλλη, καὶ γίνεται γελοῖος.
Ποιός θὰ τὰ περιγράψῃ αὐτά; Βρέθηκε ἕνας σοφός, ὁ Ντοστογιέφσκυ. Ἐγὼ τὸν ὀνομάζω προφήτη τοῦ ῾Ρωσικοῦ λαοῦ, γιατὶ προέβλεψε τὰ δεινὰ ποὺ θὰ ἔρθουν στὸν κόσμο. Λέγεται ὅτι, ὅταν ἐπὶ τσαρικοῦ καθεστῶτος τὸν ἔστειλαν ἐξορία στὴ Σιβηρία, μιὰ γριούλα τοῦ ἔδωσε ἕνα Εὐαγγέλιο. Ἐκεῖ τὸ διάβασε, τὸ μελέτησε· καὶ φωτίστηκε καὶ ἔγραψε τὰ σπουδαιότατα συγγράμματά του, ὅπου ψάλλει τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς λοιπὸν μεταξὺ τῶν ἄλλων ἔγραψε κ᾽ ἕνα βιβλίο μὲ πεντακόσες σελίδες ποὺ ἐπιγράφεται Οἱ δαιμονισμένοι. Παίρνει τὴ σημερινὴ περικοπή, τὴ βάζει στὴν πρώτη σελίδα, καὶ μέσα περιγράφει περιπτώσεις δαιμονισμένων τῆς ἐποχῆς του ποὺ ἔβλεπε στὶς καλύβες, στὰ σπίτια, στὴν ὕπαιθρο καὶ τὶς πόλεις, στὰ σχολεῖα καὶ τὰ πανεπιστήμια καὶ τὶς ἀκαδημίες, στοὺς μικροὺς καὶ τοὺς τρανούς. Περιγράφει πῶς οἱ δαίμονες ταράζουν ὅλους.
Καὶ ἂν ὁ Ντοστογιέφσκυ ζοῦσε σήμερα, θὰ ἔγραφε δεύτερο βιβλίο· γιατὶ λιγώτερα ἦταν τὰ δαιμόνια τότε, ἐνῷ τώρα πολλαπλασιάστηκαν. Τὰ δαιμόνια περιγράφει καὶ τὸ μικρὸ ῥωσικὸ βιβλίο Ὁ πνευματικὸς καθρέπτης· κυκλοφορεῖ μεταφρασμένο, συνιστῶ νὰ τὸ διαβάσετε. Εἴμαστε σὲ ἐποχὴ δαιμόνων.
⃝ Τί εἶνε λ.χ. τὰ μέντιουμ; ὄργανα ὑπὸ τὴν κατοχὴ τοῦ δαίμονος· τοὺς ὑπαγορεύει λόγια καὶ τοὺς κατευθύνει τὸ πονηρὸ πνεῦμα· κ᾽ οἱ ἄνθρωποι, ποὺ τρέχουν σ᾽ αὐτοὺς νὰ μάθουν τὰ μυστικά τους, δέχονται τὴν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ.
⃝ Δαιμονιζόμενοι εἶνε οἱ ἀστρολόγοι· ὅλοι ὅσοι πιστεύουν στὰ ἄστρα καὶ ἀσχολοῦνται μὲ τὰ ζῴδια δέχονται τὴν ἐπήρεια τοῦ δαίμονος.
⃝ Δαιμονιζόμενοι εἶνε οἱ μάγοι· ὅποιος καταφεύγει σ᾽ αὐτούς, γιὰ πρόβλημα ὑγείας ἢ ἄλλο, σκλαβώνεται στὸν διάβολο. Σ᾽ ἕνα χωριὸ τῆς περιφερείας μου ἕνας εὐλαβὴς παπᾶς ἔμαθε ὅτι ἀρρώστησε κάποιος· πάει στὸ σπίτι, χτυπάει τὴν πόρτα· καὶ δὲν τὸν δέχτηκαν, γιατὶ μέσα εἶχαν τὸ μάγο. Δὲ σᾶς χρειαζόμαστε τώρα, τοῦ εἶπαν. Κ᾽ ὕστερα ἀπὸ τέσσερις μέρες ὁ ἄρρωστος πέθανε. Δὲν τὸν ἔσωσε ὁ μάγος, αὐτοὶ ὅμως ὑποτάχθηκαν στὸ δαίμονα.
⃝ Ἀλλὰ τὸ φοβερώτερο δαιμόνιο εἶνε τὸ δαιμόνιο τῆς βλαστήμιας. Ὁ σατανᾶς δὲν τολμάει νὰ βλαστημήσῃ ὁ ἴδιος. Εἴδατε σήμερα τί λέει στὸ εὐαγγέλιο· «Μὴ μὲ βασανίσῃς» (Λουκ. 8,28). Ἔτρεμε μπροστὰ στὸ Χριστό, ποὺ εἶνε ὁ δυνατὸς τῶν δυνατῶν· τρέμει τὸν τίμιο σταυρό, «…φρίττει γὰρ καὶ τρέμει μὴ φέρων καθορᾶν αὐτοῦ (τοῦ σταυροῦ) τὴν δύναμιν» (Παρακλ., ἦχ. πλ. δ΄, Κυρ. αἶνοι). Ἀλλ᾽ ἐνῷ ὁ ἴδιος δὲν βλαστημάει, βάζει τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸ κάνῃ. Καὶ ἐδῶ, ποὺ δὲν ἀκουγόταν οὔτε μιὰ βλαστήμια, τώρα μικροὶ – μεγάλοι βλαστημοῦν τὸ «ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλ. 2,9). Σημεῖο ἀντιχρίστου ἦταν ὁ Καζαντζάκης· αὐτὸς ὕβρισε τὸ Χριστὸ ὅσο κανένας ἄλλος.
Ὑπάρχει πνευματικὸς κόσμος ἀόρατος. Κι ἂν δὲν τὸν βλέπουν τὰ φυσικά μας μάτια, μᾶς βεβαιώνουν γι᾽ αὐτὸν πολλὲς ἐνέργειές του ὁρατὲς καὶ αἰσθητές. Καὶ στὸν κόσμο αὐτὸν δὲν ἀνήκουν μόνο οἱ ἄγγελοι· ἀνήκουν καὶ οἱ δαίμονες. Καὶ κυριαρχοῦν δυστυχῶς στὴν ἀνθρωπότητα. Κ᾽ εἶνε ἀναίσθητος ὅποιος δὲν τὸ νιώθει καὶ τυφλὸς ὅποιος δὲν τὸ βλέπει.
Δαιμόνια καὶ δαιμονιζόμενοι; Πλῆθος. Θέλετε μερικὰ παραδείγματα; Νά· χθὲς ἡ ἐφημερίδα ἔγραφε, ὅτι ἕνας ἄνθρωπος τελείωσε τὴ δουλειά του, πάει στὸ σπίτι καί, ἐνῷ ἦταν ἥσυχος, πιάνει ἕνα καυγᾶ μὲ τὴ γυναῖκα του· καὶ σὲ μιὰ στιγμή, καθὼς ἦταν ὠργισμένος καὶ θυμωμένος, παίρνει ἕνα μαχαίρι, τὴν καταδιώκει, ἐκείνη τρύπωσε μέσα στὸ μέρος, αὐτὸς σπάει τὴν πόρτα καὶ τὴν ἔσφαξε μὲ δεκαεφτὰ μαχαιριές! Τί ἦταν αὐτό; Δαιμόνιο· ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Κύριος μᾶς δίδαξε νὰ προσευχώμαστε «…ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ» (Ματθ. 6,13), καὶ γι᾽ αὐτὸ ἕνας ψαλμὸς λέει· Σῶσε μας «ἀπὸ δαιμονίου μεσημβρινοῦ» (Ψαλμ. 90,6). Κάθε ἄνθρωπος δέχεται πειρασμό. Λένε καὶ ψυχολόγοι, ὅτι καὶ ὁ πιὸ λογικὸς καὶ συνετὸς καὶ ἐπιστήμων ἔχει κάποτε «τὸ πεντάλεπτο τῆς τρέλλας» – ἔτσι τὸ λένε. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάῃ· καὶ ὁ πιὸ ἐνάρετος καὶ ἅγιος, σὲ ἕνα πεντάλεπτο δαιμονισμοῦ, ἂν ἀμελήσῃ, μπορεῖ νὰ κάνῃ τὸ μεγαλύτερο ἔγκλημα. Ὑπάρχει λοιπὸν τὸ δαιμόνιο τῆς ὀργῆς καὶ τοῦ θυμοῦ.
⃝ Ὑπάρχει τὸ δαιμόνιο τοῦ φθόνου, τῆς ζήλειας, ποὺ κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ χάνῃ τὸ χρῶμα του καὶ νὰ κιτρινίζῃ ἀπ᾽ τὴ στενοχώρια γιὰ τὴν πρόοδο καὶ εὐτυχία τοῦ ἄλλου.
⃝ Ὑπάρχει τὸ δαιμόνιο τῆς ἀλαζονείας, ὅταν κάποιος νομίζει ὅτι εἶνε μεγάλος κ᾽ ἔχει ἀξία.
⃝ Ὑπάρχει τὸ δαιμόνιο τῆς φιλαργυρίας, ποὺ γιὰ τριάκοντα ἀργύρια προδίδει καὶ τὸ Χριστό.
⃝ Ὑπάρχει τὸ δαιμόνιο τῆς γαστριμαργίας. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀρκεῖται στὸ κανονικὸ φαγητό, ἀλλὰ τρώει παραπάνω· ἀλλ᾽ αὐτὸ τὸ παραπάνω δὲν εἶνε δικό του, «εἶνε τῆς χήρας, τοῦ ὀρφανοῦ», ἐκείνων ποὺ πεινοῦν καὶ δυστυχοῦν.
⃝ Τὸ χειρότερο δαιμόνιο στὴν ἐποχή μας εἶνε τὸ δαιμόνιο τοῦ σέξ. Βλέπεις ἄνθρωπο γέρο, μὲ παιδιὰ κ᾽ ἐγγόνια, κι ἀφήνει τὴ γυναῖκα του γιὰ νὰ πάρῃ ἄλλη, καὶ γίνεται γελοῖος.
Ποιός θὰ τὰ περιγράψῃ αὐτά; Βρέθηκε ἕνας σοφός, ὁ Ντοστογιέφσκυ. Ἐγὼ τὸν ὀνομάζω προφήτη τοῦ ῾Ρωσικοῦ λαοῦ, γιατὶ προέβλεψε τὰ δεινὰ ποὺ θὰ ἔρθουν στὸν κόσμο. Λέγεται ὅτι, ὅταν ἐπὶ τσαρικοῦ καθεστῶτος τὸν ἔστειλαν ἐξορία στὴ Σιβηρία, μιὰ γριούλα τοῦ ἔδωσε ἕνα Εὐαγγέλιο. Ἐκεῖ τὸ διάβασε, τὸ μελέτησε· καὶ φωτίστηκε καὶ ἔγραψε τὰ σπουδαιότατα συγγράμματά του, ὅπου ψάλλει τὸ μεγαλεῖο τοῦ Χριστοῦ. Αὐτὸς λοιπὸν μεταξὺ τῶν ἄλλων ἔγραψε κ᾽ ἕνα βιβλίο μὲ πεντακόσες σελίδες ποὺ ἐπιγράφεται Οἱ δαιμονισμένοι. Παίρνει τὴ σημερινὴ περικοπή, τὴ βάζει στὴν πρώτη σελίδα, καὶ μέσα περιγράφει περιπτώσεις δαιμονισμένων τῆς ἐποχῆς του ποὺ ἔβλεπε στὶς καλύβες, στὰ σπίτια, στὴν ὕπαιθρο καὶ τὶς πόλεις, στὰ σχολεῖα καὶ τὰ πανεπιστήμια καὶ τὶς ἀκαδημίες, στοὺς μικροὺς καὶ τοὺς τρανούς. Περιγράφει πῶς οἱ δαίμονες ταράζουν ὅλους.
Καὶ ἂν ὁ Ντοστογιέφσκυ ζοῦσε σήμερα, θὰ ἔγραφε δεύτερο βιβλίο· γιατὶ λιγώτερα ἦταν τὰ δαιμόνια τότε, ἐνῷ τώρα πολλαπλασιάστηκαν. Τὰ δαιμόνια περιγράφει καὶ τὸ μικρὸ ῥωσικὸ βιβλίο Ὁ πνευματικὸς καθρέπτης· κυκλοφορεῖ μεταφρασμένο, συνιστῶ νὰ τὸ διαβάσετε. Εἴμαστε σὲ ἐποχὴ δαιμόνων.
⃝ Τί εἶνε λ.χ. τὰ μέντιουμ; ὄργανα ὑπὸ τὴν κατοχὴ τοῦ δαίμονος· τοὺς ὑπαγορεύει λόγια καὶ τοὺς κατευθύνει τὸ πονηρὸ πνεῦμα· κ᾽ οἱ ἄνθρωποι, ποὺ τρέχουν σ᾽ αὐτοὺς νὰ μάθουν τὰ μυστικά τους, δέχονται τὴν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ.
⃝ Δαιμονιζόμενοι εἶνε οἱ ἀστρολόγοι· ὅλοι ὅσοι πιστεύουν στὰ ἄστρα καὶ ἀσχολοῦνται μὲ τὰ ζῴδια δέχονται τὴν ἐπήρεια τοῦ δαίμονος.
⃝ Δαιμονιζόμενοι εἶνε οἱ μάγοι· ὅποιος καταφεύγει σ᾽ αὐτούς, γιὰ πρόβλημα ὑγείας ἢ ἄλλο, σκλαβώνεται στὸν διάβολο. Σ᾽ ἕνα χωριὸ τῆς περιφερείας μου ἕνας εὐλαβὴς παπᾶς ἔμαθε ὅτι ἀρρώστησε κάποιος· πάει στὸ σπίτι, χτυπάει τὴν πόρτα· καὶ δὲν τὸν δέχτηκαν, γιατὶ μέσα εἶχαν τὸ μάγο. Δὲ σᾶς χρειαζόμαστε τώρα, τοῦ εἶπαν. Κ᾽ ὕστερα ἀπὸ τέσσερις μέρες ὁ ἄρρωστος πέθανε. Δὲν τὸν ἔσωσε ὁ μάγος, αὐτοὶ ὅμως ὑποτάχθηκαν στὸ δαίμονα.
⃝ Ἀλλὰ τὸ φοβερώτερο δαιμόνιο εἶνε τὸ δαιμόνιο τῆς βλαστήμιας. Ὁ σατανᾶς δὲν τολμάει νὰ βλαστημήσῃ ὁ ἴδιος. Εἴδατε σήμερα τί λέει στὸ εὐαγγέλιο· «Μὴ μὲ βασανίσῃς» (Λουκ. 8,28). Ἔτρεμε μπροστὰ στὸ Χριστό, ποὺ εἶνε ὁ δυνατὸς τῶν δυνατῶν· τρέμει τὸν τίμιο σταυρό, «…φρίττει γὰρ καὶ τρέμει μὴ φέρων καθορᾶν αὐτοῦ (τοῦ σταυροῦ) τὴν δύναμιν» (Παρακλ., ἦχ. πλ. δ΄, Κυρ. αἶνοι). Ἀλλ᾽ ἐνῷ ὁ ἴδιος δὲν βλαστημάει, βάζει τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸ κάνῃ. Καὶ ἐδῶ, ποὺ δὲν ἀκουγόταν οὔτε μιὰ βλαστήμια, τώρα μικροὶ – μεγάλοι βλαστημοῦν τὸ «ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα» (Φιλ. 2,9). Σημεῖο ἀντιχρίστου ἦταν ὁ Καζαντζάκης· αὐτὸς ὕβρισε τὸ Χριστὸ ὅσο κανένας ἄλλος.
* * *
Σταματῶ, ἀδελφοί μου· μοῦ ᾿ρχεται νὰ κλάψω. Ἂν δὲν ἀντιδράσουμε ὥστε νὰ παύσῃ αὐτὴ ἡ ἀσέβεια, ἐγὼ ἁμαρτωλός, ποὺ πιστεύω στὸ Χριστό, στὰ ἱερὰ εὐαγγέλια, στὶς προφητεῖες τοῦ Κοσμᾶ τοῦ Αἰτωλοῦ, σᾶς προειδοποιῶ· θὰ γίνῃ κακὸ μεγάλο. Ὁ Θεὸς νὰ γίνῃ ἵλεως.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Εκκλησία, Ευαγγέλιο και ανθρώπινες δυνάμεις
Ο Απόστολος Παύλος, αγαπητοί μου αδελφοί, απευθυνόμενος στους Γαλάτες, αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο ξεκίνησε να κηρύττει το Ευαγγέλιο του Χριστού, αλλά και ποια είναι η προέλευσή Του. «Ουκ έστι κατά άνθρωπον το ευαγγέλιον» και «ου προσανέθετο σαρκί και αίματι» για να το προσφέρει στους εθνικούς (Γαλ.1, 11 και 16).
Παρότι, μάλιστα, έγινε ο Απόστολος των Εθνών, δύο αποστόλους γνώρισε αρχικά: τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, τον αδελφόθεο. Επομένως, η γνώση του Ευαγγελίου δεν προήλθε από την μαθητεία του Παύλου κοντά στους Αποστόλους, αλλά από την αποκάλυψή του από τον ίδιο τον Κύριο. Οι άλλοι Απόστολοι είχαν γνωρίσει το Χριστό, τον ακολούθησαν, άκουσαν την διδασκαλία Του, είδαν τα θαύματά Του, έλαβαν τις επαγγελίες Του, τον είδαν Αναστημένο και να αναλαμβάνεται στους ουρανούς. Ο Παύλος, παρότι δεν γνώρισε τον Χριστό όταν ήταν στον κόσμο, είχε την εμπειρία της θεοπτίας κατά το ταξίδι του στη Δαμασκό και μετά το βάπτισμά του φαίνεται ότι είχε τέτοιες εμπειρίες κοινωνίας με το Χριστό, που τον έκαναν να φωτιστεί και να μπορέσει όχι μόνο να ζήσει ο ίδιος το Ευαγγέλιο, αλλά να το διδάξει και να το ερμηνεύσει στους ανθρώπους και να οδηγήσει στην πίστη τα έθνη.
Έχει ενδιαφέρον η ρήση του Παύλου ότι δεν στηρίχθηκε σε σάρκα και αίμα, σε ανθρώπινες, δηλαδή, δυνάμεις, για να διακηρύξει το Ευαγγέλιο. Η φράση αυτή μαρτυρεί και το γιατί η Εκκλησία παρέμεινε και παραμένει άτρωτη από τρία γεγονότα κατά την διάρκεια της επιγείου παρουσίας της και γιατί το Ευαγγέλιο παραμένει πάντοτε επίκαιρο, σε αντίθεση με διάφορες ανθρώπινες ιδέες και επινοήσεις, που ενίοτε στήριξαν πολιτισμούς, αλλά, τελικά, κατέρρευσαν, παρότι φαίνονταν άτρωτες. Το ίδιο και πρόσωπα, τα οποία, ενώ ήταν αξιόλογα ή άσκησαν μεγάλη επιρροή στους ανθρώπους, έφυγαν από το προσκήνιο στο πέρασμα του χρόνου, ξεχάστηκε η μνήμη τους και υπάρχουν μόνο στα βιβλία και διαβάζονται από τους ειδικούς, χωρίς να συγκινούν πέρα από το χρόνο.
Το πρώτο γεγονός είναι η ανθρώπινη κακία, σε συνδυασμό με το μένος του διαβόλου έναντι της Εκκλησίας και του Ευαγγελίου. Το Ευαγγέλιο ελέγχει τη ζωή μας. Δείχνει την αμαρτωλότητά μας. Μας καλεί σε μετάνοια. Μας ζητά να αλλάξουμε προσανατολισμό. Αυτή η στάση ζωής έρχεται σε αντίθεση με την κυριαρχία της κακίας στον κόσμο, όπως αυτή εκφράζεται μέσω του πνεύματος της εξουσίας, είτε σε ευρύτερο επίπεδο είτε σε καθημερινό. Οι μηχανισμοί της εξουσίας, με γνώμονα το συμφέρον, το κέρδος, την αποδοχή, την εκμετάλλευση του ανθρώπου, την φιλοδοξία και την φιλοπρωτία, αλλά και την φιληδονία, ελέγχονται από το ήθος της ταπεινής αγάπης, της διακονίας, της προσφοράς στον άλλο που αποτελεί την πεμπτουσία του ευαγγελικού μηνύματος. Και γι’ αυτό ουδέποτε αυτοί οι μηχανισμοί δεν μπόρεσαν να αποδεχτούν το Ευαγγέλιο. Μπορεί να το ανέχτηκαν, ίσως και να το ανέχονται, αλλά δεν αναπαύονται μέσα σ’ αυτό, διότι βλέπουν την φαυλότητα και την αδυναμία τους. Και γι’ αυτό έκαναν και κάνουν ό,τι μπορούν για να διώξουν την Εκκλησία, άμεσα και έμμεσα. Σ' αυτή την στάση παρωθεί και το δαιμονικό πνεύμα, το οποίο ζητεί να ρίξει τον άνθρωπο στον κρημνό μιας ζωής χωρίς Θεό. Παρ’ όλα αυτά, μηχανισμοί και διάβολος δεν μπόρεσαν να κατισχύσουν και να διαλύσουν την Εκκλησία.
Το δεύτερο γεγονός είναι η έλλειψη πίστης στην αιωνιότητα, καθώς η ανθρώπινη ύπαρξη δίδει μεγάλη σημασία στον ορθολογισμό και σ’ αυτό το οποίο
βλέπει δια των αισθήσεων. Το Ευαγγέλιο κηρύσσει κατεξοχήν την σχέση με τον Χριστό που οδηγεί τον άνθρωπο στην σωτηρία, δηλαδή στην αιώνια κοινωνία της αγάπης με τον αληθινό Θεό. Κηρύσσει την πίστη στην ψυχή ως δωρεά ζωής του Θεού και στην ανάσταση του σώματος, ώστε ο άνθρωπος, στην πληρότητά του, να χαίρεται «ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος». Για να μπορεί όμως ο άνθρωπος να ζήσει έτσι, χρειάζεται να αναγνωρίσει τον Χριστό ως τον Θεό της αγάπης και της αλήθειας και αυτή η αναγνώριση δε νοείται εκτός της κοινωνίας με τους αδελφούς μας, δηλαδή εκτός της Εκκλησίας.
Μια τέτοια αναγνώριση όμως έρχεται σε ρήξη με το ορθολογιστικό πνεύμα, το οποίο κάνει τον άνθρωπο να πιστεύει πως αληθινό είναι μόνο ό,τι προσεγγίζεται δια των αισθήσεων και επειδή ο θάνατος είναι το σταμάτημα της λειτουργίας των αισθήσεων και της δυνατότητας κοινωνίας που αυτές παρέχουν, δεν υπάρχει αιωνιότητα. Εξάλλου, η θεσμοποίηση της Εκκλησίας και η λειτουργία της για πολλούς ως θρησκείας, δηλαδή ως ενός μηχανισμού που παρηγορεί τον άνθρωπο για τον πόνο της αρρώστιας και του θανάτου, με σκοπό να επιβιώνουν οι λειτουργοί της και να διατηρείται η επιρροή της στις κοινωνίες, κάνει πολλούς να επιστρέφουν στην ερμηνεία και της Εκκλησίας με βάση τον μηχανισμό της εξουσίας, παραθεωρώντας ότι η αναγνώριση του Χριστού ως του Θεού της αγάπης και της αλήθειας δια της πίστεως, οδηγεί την ύπαρξη όχι απλώς σε υπέρβαση των θεσμικών λειτουργιών, αλλά και σε εσωτερικό αγιασμό-μεταμόρφωση της καρδιάς που την κάνει να βλέπει πέρα από τις αισθήσεις. Γι’ αυτό και η Εκκλησία, χωρίς να περιφρονεί τον ορθολογισμό και τη γνώση δι’ αυτού και των αισθήσεων, διακηρύσσει την πίστη στην δυναμική της σχέσης με τον Χριστό που προσφέρει στον άνθρωπο μιαν άλλη γνώση, την Θεογνωσία, που οδηγεί στην αιωνιότητα.
Το τρίτο γεγονός είναι ένα πνεύμα ελιτισμού που υπήρχε και υπάρχει στον κόσμο μας και που κάνει όσους νομίζουν ότι έχουν και κατέχουν να περιφρονούν το λαό. Το Ευαγγέλιο ήρθε να ανατρέψει την λογική του ελιτισμού. Την λογική της μόρφωσης. Του πλούτου. Της διανόησης. Της καθαρότητας και της τελειότητας. Της επιγείου σοφίας. Της αίσθησης ότι ο άνθρωπος μπορεί να βρει το δίκιο του μέσα από τα κατασκευάσματά του. Το Ευαγγέλιο ήρθε να δοκιμάσει τους πτωχούς τω πνεύματι. Τους πράους και ταπεινούς τη καρδία. Τους ειρηνοποιούς. Εκείνους που νιώθουν μέσα τους την ανάγκη της θυσίας και της προσφοράς. Τους ελεήμονας. Τους πεινώντας και διψώντας την δικαιοσύνη της αγάπης. Τους πενθούντας για τις αμαρτίες και τις αδικίες τόσο τις δικές τους όσο και του κόσμου. Τους διωγμένους, τους περιφρονημένους, τους περιθωριοποιημένους από την κάθε λογής ελίτ. Όλους εκείνους, που ανεξαρτήτως των προσόντων τους, έβαζαν και βάζουν την Βασιλεία των Ουρανών ως όραμα και στόχο της ζωής τους. Εκείνους που βρίσκουν στην Εκκλησία το αληθινό νόημα της κοινωνίας. Και που αφήνουν τη ζωή τους να μεταμορφώνεται σε ζωή αγιοπνευματική και κοντά τους κάνουν και άλλους να μπορούν να χαίρονται και να βρίσκουν στηρίγματα. Και αυτοί βρίσκονται συνήθως ανάμεσα στο λαό, προέρχονται από αυτόν και δεν κρύβονται ούτε περιφρονούν τους πολλούς, αλλά ανοίγονται με αγάπη προς αυτούς.
Η αντοχή του Ευαγγελίου και της Εκκλησίας δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα «σάρκας και αίματος», αλλά αποκάλυψης, έμπνευσης και στήριξης από τον Θεό στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού και στην κοινωνία μαζί Του. Ας βυσσοδομούν λοιπόν οι εχθροί της πίστης και της Εκκλησίας, παλαιότεροι και σύγχρονοι. Ας διατυπώνουν όσες κατηγορίες θέλουν. Και οι ίδιοι καταλαβαίνουν ότι δεν μπορούν να αντισταθούν στον χείμαρρο της ζωής που δίνει το Ευαγγέλιο και γι’ αυτό ψάχνουν να βρούνε αδυναμίες στους εφαρμοστές του. Στην Εκκλησία ως θεσμό. Στους Επισκόπους και τους ιερείς. Στον καθημερινό πιστό. Όμως το Ευαγγέλιο θα παραμένει ο καθρέφτης εκείνος που θα τους κάνει να βλέπουν την κακία, τον ορθολογισμό και την αισθησιοκρατία τους, αλλά και το πνεύμα του ελιτισμού τους και θα ελέγχονται γιατί τελικά μισούν το φως. Και η Εκκλησία, στηριζόμενη στον Αρχηγό και Τελειωτή της πίστεώς μας, θα συνεχίσει να προσφέρει νόημα, ελπίδα και χαρά στον άνθρωπο, όσο κι αν οι περιστάσεις της ζωής δείχνουν δυσκολίες και θλίψεις. Αμήν!
Ο δαιμονιζόμενος των Γαδαρηνών
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ: Η σημερινή ευαγγελική περικοπή που αναφέρεται στο θαύμα του δαιμονισμένου των Γαδαρηνών, αποκαλύπτει μια τραγική πτυχή στη ζωή του ανθρώπου, αλλά ταυτόχρονα μεταφέρει το πιο ελπιδοφόρο μήνυμα στη ζωή του. Η τραγικότητα εστιάζεται στο θέμα της κυριαρχίας του Σατανά, η οποία αποτυπώνει μια ακαταστασία στην καθημερινή ζωή του ανθρώπου που έχει να κάνει με τον εγκλωβισμό του στα δεσμά της δουλείας και του θανάτου.
Από την άλλη αποκαλύπτεται ο Χριστός ως μεγάλη μας ελπίδα, γιατί είναι εκείνος που μάς ελευθερώνει από τα έργα και τις δυνάμεις του σατανά και αποκαθιστά την ύπαρξή μας στο αληθινό της μεγαλείο. Η Εκκλησία δεν σταματά να διακηρύσσει διά στόματος του αποστόλου Παύλου ότι ο Κύριος ήλθε στον κόσμο «ίνα καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τούτ΄ έστι τον διάβολον». Ο Χριστός είναι τελικά ο μεγάλος ελευθερωτής.
Ο ΔΑΙΜΟΝΙΖΟΜΕΝΟΣ: Μόλις έφτασε ο Κύριος στη χώρα των Γαδαρηνών, Τον συνάντησε κάποιος άνθρωπος που είχε κυριευθεί από πολλά δαιμόνια επί πολλά χρόνια και είχε αποθηριωθεί. Δεν φορούσε ρούχα, δεν έμενε σε σπίτι, τριγυρνούσε στα μνήματα. Και επειδή τα δαιμόνια τον έφερναν σε κατάσταση αγριότητας, τον έδεναν οι άνθρωποι από φόβο με αλυσίδες. Αλλά αυτός τις έσπαζε και εξαγριωμένος σερνόταν βίαια από τους δαίμονες στις ερημιές.
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ: Αυτό το «αγρίμι» λοιπόν που τρομοκρατούσε τον κόσμο, τώρα τρομοκρατήθηκε καθώς αντίκρισε τον Κύριο, κι από το φόβο του έβγαλε δυνατή κραυγή. Και πέφτοντας στα πόδια του Χριστού, φώναξε δυνατά: “Ποια σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μένα και σε σένα, Ιησού, Υιέ του Θεού του υψίστου; Σε παρακαλώ, μη με βασανίσεις και με κλείσεις από τώρα στα σκοτάδια του Άδη”.
“Ποιο είναι το όνομά σου;” τον ρώτησε ο Κύριος. Κι εκείνος απάντησε “Λεγεών”, δηλαδή ταξιαρχία. Διότι είχε μέσα του πολλά δαιμόνια. Τότε τα δαιμόνια αυτά άρχισαν να παρακαλούν και πάλι τον Κύριο να μην τους στείλει στα ερέβη του Άδη, αλλά καθώς υπήρχε εκεί κοντά στο βουνό ένα κοπάδι από γουρούνια που έβοσκαν, Τον παρακαλούσαν να τους επιτρέψει να μπουν στα ζώα αυτά. Ο Κύριος τους το επέτρεψε. Ακολούθησε ένα φρικτό θέαμα: μόλις τα δαιμόνια μπήκαν στους χοίρους, το κοπάδι όρμησε μανιασμένα προς το γκρεμό και τα ζώα έπεσαν κάτω στη λίμνη και πνίγηκαν.
Η ΤΥΡΑΝΝΙΑ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΩΝ: Μέσα από το θαύμα μπορούμε να δούμε σε ποια κατάσταση οδηγεί ο διάβολος κάθε άνθρωπο που κυριεύει. Τα ακάθαρτα πνεύματα εισερχόμενα στον άνθρωπο, του σαλεύουν νου και ψυχή, απογυμνώνοντάς τον απ’ τη χάρη του Θεού. Τον καθιστούν ακυβέρνητο, κτηνώδη και δαιμονιώδη, οδηγώντας τον μακριά από τους οικείους, σε τόπους φρίκης και θανάτου. Διότι οι δαίμονες, επειδή μισούν Θεό και άνθρωπο, αισθάνονται άφατη ηδονή να ταλαιπωρούν τα όντα του Θεού και να τα οδηγούν στο θάνατο. Το καταχθόνιο αυτό έργο το επιτελούν όχι μόνο στους δαιμονισμένους αλλά σε κάθε άνθρωπο. Ενώ όμως όλοι μας ξέρουμε πόσο κακό προξενούν αλλά και την πανουργία τους, συχνά δελεαζόμαστε από τις υποσχέσεις τους, παρασυρόμαστε και γινόμαστε σκλάβοι στα πάθη και στην εξουσία τους! Γι΄αυτό δεν πρέπει να δίνουμε δικαιώματα στον διάβολο. Θα μας απομακρύνει από το δρόμο του Θεού, καθιστώντας μας ακοινώνητους και θα μας οδηγήσει στην αιώνια απώλεια. Αξίζει όμως να πούμε λίγα λόγια για την κοινωνικότητα που είναι έκδηλη στη ζωή του πιστού σε αντίθεση με την αντικοινωνικότητα που καθίσταται βρόχος στη ζωή του κάθε δαιμονιζόμενου.
Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΤΗΤΑ: Ο χριστιανός εκδηλώνει αυθεντικά την κοινωνικότητά του σ’ ένα πολύ πιο υψηλό επίπεδο. Στον Θεό και με τον Θεό ανακαλύπτει την αληθινή αγάπη και κοινωνεί με όλο τον κόσμο. Όπως ο Χριστός, αφήνει τον εαυτό Του να γίνει πλησίον για κάθε άνθρωπο. Ο χριστιανός δεν μπορεί να αισθάνεται πληρότητα όταν κλείνεται στον εαυτό του και αδιαφορεί για τις ανάγκες του πλησίον του. Ιδιαίτερα στις μέρες μας που η οικονομική κρίση αφήνει πίσω της ανθρώπους που στοιβάζονται στους δρόμους χωρίς εργασία, ανέστιοι, πεινώντες και διψώντες, η αδιαφορία και το προσπέρασμά τους δεν είναι καθόλου συμβατά με την ευαγγελική αλήθεια. Η Εκκλησία, όπως σημειώνει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, είναι τύπος και εικόνα «του σύμπαντος κόσμου». Αυτό φανερώνει σίγουρα όχι μόνο τη θέση των χριστιανών μέσα στην κοινωνία, αλλά και την αποστολή της Εκκλησίας στον κόσμο.
Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΘΑΥΜΑΤΟΣ: Εν συνεχεία το μανιασμένο αυτό «αγρίμι», για να επανέλθουμε στην περικοπή, έγινε ταπεινός μαθητής του Κυρίου. Τρομοκρατημένοι οι χοιροβοσκοί έτρεξαν στην πόλη και ανήγγειλαν το φοβερό γεγονός. Κι άρχισαν οι κάτοικοι της περιοχής να βγαίνουν έκπληκτοι να δουν τι έγινε. Μόλις όμως αντίκρισαν τον πρώην δαιμονισμένο να κάθεται ήρεμα δίπλα στον Κύριο ντυμένο και μυαλωμένο, φοβήθηκαν. Και όλοι με μία φωνή, αντί να ζητήσουν από τον Κύριο να μείνει κοντά τους, Τον παρακάλεσαν να φύγει από τον τόπο τους, επειδή φοβήθηκαν μην τιμωρηθούν κι αυτοί για τις ανομίες τους [για παράδειγμα η εκτροφή χοίρων, κατά το Νόμο, ήταν τότε απαγορευμένη]. Και ο Κύριος έφυγε από κοντά τους. Αντίθετα ο άνθρωπος που θεραπεύτηκε Τον παρακαλούσε να μένει μαζί του. Ο Χριστός όμως του είπε: “Γύρισε στο σπίτι σου για να διηγείσαι τις ευεργεσίες που σου έκανε ο Θεός”. Κι εκείνος έγινε με το λόγο του και με τη ζωή του μάρτυρας της αγάπης του Κυρίου. Έγινε φωτεινό παράδειγμα στον τόπο του και φορέας της χάριτος του Χριστού. Αυτός που απέφευγε κάθε ανθρώπινη κοινωνία έγινε κήρυκας του Κυρίου.
Ο ΚΥΡΙΟΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΗΣ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ: Η ευαγγελική αυτή περικοπή μας κάνει ξεκάθαρο ότι οι δυνάμεις του σκότους βρίσκονται κάτω από τον έλεγχο και την εξουσία του Κυρίου. Και ότι ο Χριστός είναι ο παντοδύναμος εξουσιαστής των πάντων. Μπροστά του τρέμουν οι δαίμονες, εξαφανίζονται. Σ’ αυτό λοιπόν το δαιμονοκρατούμενο “σήμερα”, όπου πολλοί άνθρωποι παραμορφώνονται παρασυρμένοι από την αρπακτική μανία του διαβόλου, οι πιστοί Χριστιανοί δεν πρέπει να φοβούνται ή να αγωνιούν. Στα χέρια του Χριστού είναι η ιστορία του κόσμου και η δική μας. Αυτός κυβερνά τα σύμπαντα, στα χέρια του είναι η ζωή μας. Ο διάβολος δεν έχει καμία εξουσία επάνω μας, εάν εμείς δεν του τη δώσουμε με την συγκατάθεσή μας. Ας εμπιστευόμαστε λοιπόν τη ζωή μας στον βασιλέα της κτίσεως Κύριο Ιησού, ζώντας μέσα στη χάρη των ιερών Μυστηρίων, για να ασφαλιζόμαστε κάτω από την κραταιά εξουσία του και να πλημμυρίζουμε από το φως του.
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΜΑΣ ΚΑΙ Η ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ: Το συμβάν αυτό δείχνει την πραγματική χριστιανική ελευθερία. Όταν το Άγιο Πνεύμα πλησιάζει τον άνθρωπο, ο άνθρωπος δεν χάνει τον εαυτό του, την προσωπικότητά του· το αντίθετο μάλιστα: μεταβάλεται από άτομο σε ξεχωριστό πρόσωπο. Δεν χάνει τη λογική του, κάτι που συμβαίνει όταν ο άνθρωπος ρέπει επικίνδυνα προς την αμαρτία και τελικά δαιμονίζεται. Ο άνθρωπος όταν δαιμονισθεί γίνεται παράλογος, ενεργεί για λογαριασμό άλλου, γίνεται αλλόφρων και μιλά με άλλη φωνή. Μεταμορφώνεται ακόμα και σε «χοίρο»! Φθάνει να μην αναγνωρίζει τον εαυτό του και να είναι έρμαιο των παθών του. Τελικά, ο άνθρωπος αλλοτριώνεται από την αμαρτία και αλλάζει.
Αποκόπτεται από τον Θεό. Ο διάβολος βγάζει το ιμάτιο του ανθρώπου, δηλαδή τη στολή του βαπτίσματος, κι εκείνος νεκρώνεται. Ο άγιος Μάξιμος αναφέρει ότι τότε «όλος ο άνθρωπος, σώμα και ψυχή, υπόκειται στην επήρεια και αιχμαλωσία του σατανά». Ο Χριστός όμως έρχεται και ζωοποιεί τον άνθρωπο και τον βοηθά στη δύσκολη πορεία του, γίνεται η σκιά του. Αρκεί ο άνθρωπος να το ζητήσει! Με την αδιάλειπτη προσευχή καθώς και με τη συμμετοχή του στη Θεία Ευχαριστία και στα άλλα Μυστήρια της Εκκλησίας. Είναι έτσι, πλησίον του παρηγορώντας τον και δίνοντάς του κουράγιο να συνεχίσει. Αν μετανοήσει, ο Χριστός τον παίρνει από το χέρι και τον μεταφέρει στον αληθινό κόσμο, τον ουράνιο, γίνεται φίλος του και βασιλεύει στην καρδιά του η γαλήνη και η αγαλλίαση. Η συνεχής προσευχή επικοινωνία με το Θεό δυναμώνει τον άνθρωπο και λειτουργεί ως «πανοπλία» για να αμυνθεί στον πειράζοντα διάβολο. Χρειάζεται βέβαια διαρκής αγώνας και εγρήγορση ώστε να είμαστε προετοιμασμένοι για τις επιθέσεις του πονηρού. Ο αληθινά πιστός άνθρωπος, που αγαπά το Θεό, με όλη την ψυχή και τη διάνοιά του, δεν επαναπαύεται αλλά είναι πάντοτε ετοιμοπόλεμος. Ο άνθρωπος μπορεί και σήμερα να δεχθεί στη ζωή του τον ελευθερωτή Χριστό. Είναι ο μόνος που δύναται να τον απαλλάξει από κάθε καταλυτική δύναμη του κακού και τις δυνάμεις του. Ο Χριστός με την αλήθεια του διασώζει στον άνθρωπο όλα τα χαρακτηριστικά της κατ’ εικόνα Θεού δημιουργίας του. Τον αποκαθιστά στην πιο αυθεντική κοινωνικότητα «ιματισμένον και σωφρονούντα».
ΟΙ ΣΗΜΕΡΙΝΟΙ ΓΑΔΑΡΗΝΟΙ: Αξίζει ν’ αναφερθούμε και στη συμπεριφορά των κατοίκων της περιοχής μετά τη θεραπεία του δαιμονιζόμενου. Όλοι αυτοί οι κάτοικοι θυμίζουν τον σημερινό υλιστή άνθρωπο, που προδίδει το Θεό για τα πάθη και την «καλοπέρασή» του. Γράφει σχετικά ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς: “«ο χοιρώδης βίος εξ αιτίας της ακαθαρσίας του, συμβολίζει κάθε πονηρόν πάθος. Και χοίροι είναι κυρίως αυτοί που περιφέρουν τον ρυπωμένον από την σάρκα χιτώνα.
Προϊστάμενοί τους, ένα είδος βοσκών, είναι εκείνοι που υπερέχουν από αυτούς στην ηδυπάθεια, και λαμβάνουν πρόνοιαν για την σάρκα και την δίαιτά τους, εις τρόπον ώστε να εκπληρώνουν την επιθυμία τους.” Ως άλλοι Γαδαρηνοί, κι εμείς σήμερα συχνά εκδιώκουμε τον Θεό από την ζωή μας γιατί δεν μας «συμφέρει». Δεν συμφέρει τα πάθη μας, γιατί ο νόμος του Θεού στέκεται «εμπόδιο» στην αμαρτωλή μας διάθεση και ενοχλεί τα αυτιά μας. Ο λόγος Του και η παρουσία Του εμποδίζουν την διάπραξη της πολυαγαπημένης μας αμαρτίας! Μόνο που δεν κάνουμε τίποτα περισσότερο ή λιγότερο από ό,τι κάνει η πεταλούδα που πλησιάζει ακόρεστα το φως μέχρι που καίγεται. Και τότε ο άνθρωπος βλέπει την υποτιθέμενη «οργή» του Θεού ή την «τιμωρία» Του. Και δεν βλέπει ποτέ την δική του αμαρτία και τις επιπτώσεις της!
ΠΑΡΑΘΕΜΑ. Ο Α. ΓΡΗΓΌΡΙΟΣ ΠΑΛΑΜΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟΥΣ: «Ο ων εκ του Θεού τα ρήματα του Θεού ακούει», λέγει ο Κύριος. Δηλαδή υπακούει στις εντολές του Θεού, και μετατρέπει τους λόγους σε έργα, ζει και πολιτεύεται κατά Χριστόν, εκτελεί το θέλημα του Ουρανίου Πατρός, και γίνεται «κληρονόμος μεν Θεού, συγκληρονόμος δε Χριστού». Όποιος όμως παρακούει τον Θεό, διαπράττει την αμαρτίαν, και επιδίδεται σ’ αυτήν αμετανοήτως.
Είναι δούλος της αμαρτίας και ουκ έστιν εκ του Θεού, αλλά εκ του πονηρού», αφού με την κακήν προαίρεση μεταπλάσσει την φύση την οποίαν έλαβεν από τον Θεόν, και την εξομοιώνει με τον πατέρα της απωλείας. [...] Αυτού του είδους οι άνθρωποι είναι αθλιότεροι και από τους φανερά δαιμονιζομένους, έστω και αν διαφεύγουν την προσοχή των πολλών. Πράγματι, ενώ οι δαιμονιζόμενοι κατακόπτουν τα σώματά τους και μερικές φορές βλάπτουν σωματικώς όποιους συναντούν, εκείνοι που δια των πονηρών επιθυμιών έχουν εξομοιωθεί με τον αρχέκακον εχθρό, διαφθείρουν τις ψυχές τις ιδικές τους και όσων τους συναναστρέφονται απρόσεκτα. Και ενώ οι πρώτοι στον καιρό του θανάτου αποβάλλουν μαζί με το σώμα και την επήρεια των δαιμόνων, οι δεύτεροι, επειδή αμαρτάνουν αμετανοήτως, έχουν αθάνατον και αναπόβλητον την βλάβην. Επίσης, τον ενοχλούμενον φανερώς από τον δαίμονα όλοι τον λυπούμεθα όταν τον αντικρύσωμε, ενώ τον φονέα και τον φιλάργυρον, τον υπερήφανον και τον αναίσχυντον, και τον ανυπότακτον και όλους τους ομοίους των, όχι μόνον δεν τους λυπούμεθα, αλλά και τους μισούμε. Διότι ο ένας περιπίπτει στο πάθος ακουσίως, ενώ ο φιλαμαρτήμων, προσελκύει ελευθέρως το κακόν, μερικές φορές μάλιστα αποκρύπτοντας την βλαπτικότητα και την κακοήθεια της νόσου του.
Επειδή όμως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν την εναντίον μας μανίαν του διαβόλου, από τις επιθέσεις εκείνου κατά της ψυχής και από την συνεργία του στην αμαρτία, παρεχώρησεν ο Θεός να υπάρχουν και κατά το σώμα δαιμονοφόρητοι, ώστε να μάθουμε από αυτούς όλοι, πόσον φοβερά είναι η κατάστασις της ψυχής που έκαμε τούτον ένοικόν της δια των πονηρών έργων. Όταν δε ο Μονογενής Υιός του Θεού, από απροσμέτρητον πέλαγος φιλανθρωπίας, έκλινεν ουρανούς και κατήλθε στην γη, για να ελευθερώσει τις ψυχές μας από την τυραννία του διαβόλου, απεδίωκε τα δαιμόνια και από τους φανερά κατά το σώμα δαιμονιζομένους. Το έκαμε αυτό για να παρουσιάσει και να επιβεβαιώσει με την φανερώς ενεργουμένην ελευθερία και ίαση, την γινομένην κρυπτώς ελευθερία και ίαση της ψυχής. Κυρίως γι’ αυτό λοιπόν απομακρύνει τους δαίμονες από τους δαιμονιζομένους, για να μάθωμε ότι αυτός είναι που τους αποδιώκει και από τις ψυχές μας, και μας χαρίζει την αιωνίαν ελευθερίαν.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Αγ. Γρηγορίου του Παλαμά, ΕΠΕ τομ. 11. "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 347 και εξής. Επιμέλεια: Δημήτρης Δημουλάς. Χριστάκης Ευσταθίου, Εκκλησία Κύπρου: Πρόσωπο και κοινωνία, «Ιματισμένον και σωφρονούντα». Ο Σωτήρ, τεύχος 1987.
Χριστιανοὶ χωρὶς κρατούμενα
Ἡ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν ἦταν τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἀνάστατη. Τὴν ἐπισκέφθηκε ὁ Θεάνθρωπος φανερώνοντας τὴ θεϊκή Του δύναμη: Ἐλευθέρωσε ἕνα δαιμονισμένο ἀπὸ τὰ δαιμόνια ποὺ τὸν εἶχαν κυριεύσει, καὶ συγχρόνως ἔδωσε στὰ πνεύματα αὐτὰ τὴν ἄδεια νὰ εἰσέλθουν σ᾿ ἕνα μεγάλο κοπάδι χοίρων ποὺ ἔβοσκε ἐκεῖ κοντά. Οἱ χοῖροι ὑπὸ τὴ δαιμονικὴ ἐπήρεια ὅρμησαν στὸν γκρεμὸ καὶ πνίγηκαν στὴ λίμνη.
Ὁ Κύριος ἐπέτρεψε αὐτὴ τὴν καταστροφή, διότι ὁ Μωσαϊκὸς Νόμος ἀπαγόρευε στοὺς Ἰσραηλίτες νὰ τρῶνε χοιρινὸ κρέας – καὶ ἑπομένως ἡ ἐκτροφὴ χοίρων ἦταν παράνομη. Εἶναι ἀξιοπρόσεκτη ἡ ἀντίδραση τῶν κατοίκων τῆς περιοχῆς ἀπέναντι στὰ ὅσα συνέβησαν: Παρακάλεσαν ὅλοι τους μὲ μιὰ γνώμη τὸν Κύριο νὰ φύγει ἀπὸ τὴ χώρα τους. Αἴτημα παρανοϊκό. Ἂς δοῦμε ὅμως τί σημαίνει αὐτὸ τὸ αἴτημα καὶ πῶς ἀφορᾶ στὸν καθένα μας.
1. Αἴτημα ποὺ δείχνει ἀμετανοησία
Γιατί οἱ κάτοικοι τῶν Γαδαρηνῶν παρακάλεσαν τὸν Κύριο νὰ φύγει ἔξω ἀπὸ τὰ σύνορά τους; Ἐπειδὴ φοβήθηκαν – τὸ ἀναφέρει σαφῶς τὸ ἱερὸ κείμενο: «ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο»· κυριεύθηκαν ἀπὸ μεγάλο φόβο. Ἀλλὰ δὲν τρόμαξαν ἁπλῶς ἀπὸ ἕνα παράδοξο θαυμαστὸ γεγονός, ἀπὸ τὸ ὅτι ἐξοντώθηκε ὁλοσχερῶς ἕνα μεγάλο κοπάδι χοίρων σὲ ἐλάχιστο χρόνο, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ στὴ χώρα τους.
Εἶδαν τὸν περιβόητο ἐκεῖνο δαιμονισμένο, ποὺ ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῆς περιοχῆς, νὰ κάθεται «ἱματισμένος καὶ σωφρονῶν» στὰ πόδια τοῦ Κυρίου. Ἄκουσαν ἀπὸ τοὺς αὐτόπτες μάρτυρες «πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς». Κατάλαβαν δηλαδὴ ὅτι ὁ παράδοξος αὐτὸς ἐπισκέπτης, ὁ Κύριος, ἦταν ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ διαχειριζόταν θεϊκὴ δύναμη. Κατάλαβαν ὅτι ἡ ἐξόντωση τοῦ κοπαδιοῦ τους ἦταν δίκαιη τιμωρία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴ θεληματικὴ παρανομία τους.
Ἀναγνώρισαν τὴν ἐπίσκεψη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλὰ δὲν τὴν ἀποδέχθηκαν. Ἦλθε ὁ Θεάνθρωπος στὸν τόπο τους νὰ τοὺς καλέσει σὲ μετάνοια καὶ σωτηρία, ἀλλὰ ἐκεῖνοι προτίμησαν τοὺς χοίρους τους, τὸ δικό τους θέλημα, ὄχι τὸ θέλημα καὶ τὸ Νόμο τοῦ Θεοῦ. Κυριεύθηκαν ὄχι ἀπὸ τὸν εὐλαβὴ φόβο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ὁδηγεῖ σὲ μετάνοια καὶ ἀλλαγὴ ζωῆς· κυριεύθηκαν ἀπὸ τὸν φόβο τοῦ ἀμετανόητου ἐνόχου ποὺ δὲν θέλει νὰ ἀπαρνηθεῖ τὴν ἁμαρτία του. Τὸ αἴτημά τους λοιπὸν πρὸς τὸν Κύριο δείχνει τὴν πεισματικὴ ἀμετανοησία τους.
2. Ὁλοκληρωτικὰ παραδομένοι στὸν Κύριο
Τὸ τραγικὸ παράδειγμα τῶν κατοίκων τῶν Γαδαρηνῶν δὲν ἀφορᾶ μόνο σὲ ὅσους συνειδητὰ ζοῦν μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, ἀφορᾶ καὶ σ᾿ ἐμᾶς τοὺς πιστούς. Μὲ ποιὰ ἔννοια;
Εἶναι ἐνδεχόμενο κάποιος πιστός, ἂν καὶ ἀγωνίζεται νὰ ζεῖ σύμφωνα μὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἴσως ἔχει καὶ κάποιες ἐπιδόσεις στὴν πνευματικὴ ζωή, ὅμως συνειδητὰ νὰ μὴ συμμορφώνεται τελείως μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ· νὰ ὑπάρχουν μέσα του κάποιες περιοχές, ἢ ἔστω μία, σὰν τὴ χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, ὅπου θέλει νὰ βόσκει ἀνενόχλητος τοὺς χοίρους του, νὰ κάνει τὸ δικό του θέλημα.
Πιὸ συγκεκριμένα, εἶναι πρόθυμος νὰ κάνει νηστεῖες, προσευχές, ἐλεημοσύνες, νὰ διακονεῖ στὰ ἔργα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ δὲν θέλει π.χ. νὰ συγχωρήσει τὸν ἀδελφό του ποὺ τὸν ἀδίκησε στὴ διανομὴ τῆς πατρικῆς κληρονομιᾶς, δὲν ἀποφασίζει νὰ φροντίσει τὸ ἀδύνατο σημεῖο του καὶ νὰ πολεμήσει ἀποφασιστικὰ τὸ πάθος ποὺ κυρίως τὸν πολεμᾶ, τὸν θυμό, τὴν κατάκριση, τὴ λαιμαργία ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο. Καὶ ὅταν ὁ Θεὸς τὸν ἐλέγχει καὶ τοῦ ὑποδεικνύει τὴν ἁμαρτία του, εἴτε διὰ τοῦ Πνευματικοῦ εἴτε διὰ θλίψεων ἢ δι᾿ ἄλλου τρόπου, ἀντιδρᾶ, ταράζεται, ἀρνεῖται.
Ἀλίμονο στὸν πιστὸ ποὺ γνώρισε τὴν ἀλήθεια καὶ δὲν παραδόθηκε στὸ Χριστὸ μὲ ὅλη του τὴν καρδιά, χωρὶς κρατούμενα! Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ἔχει μέρος στὴ Βασιλεία Του;
***
Τελικὰ οἱ κάτοικοι τῶν Γαδαρηνῶν καὶ ὄχι ὁ δαιμονισμένος ἔπασχαν ἀπὸ τὴν πιὸ ἐπικίνδυνη δαιμονικὴ ἐπήρεια, διότι αὐτοὶ ἁμάρταναν μὲ τὴ θέλησή τους, ἐνῶ ὁ δαιμονισμένος ἦταν ἁπλῶς θύμα τῶν δαιμόνων. Ἂς φοβηθοῦμε λοιπὸν τὸν ἑαυτό μας, μήπως ἔχουμε κρατούμενα ἀπέναντι στὸν Κύριό μας. Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἂς θαυμάσουμε τὴν ἀκατανίκητη δύναμη τοῦ Κυρίου ἀπέναντι στοὺς δαίμονες καὶ κυρίως τὴν ἄφατη ἀγάπη καὶ ἀνεξικακία Του, ὁ Ὁποῖος σεβάστηκε μὲν τὸ αἴτημα τῶν κατοίκων ἐκείνης τῆς περιοχῆς, ἀλλὰ καὶ δὲν παραιτήθηκε ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία Του νὰ τοὺς σώσει: Ἄφησε στὰ μέρη τους κήρυκα τῶν θαυμασίων Του τὸν πρώην δαιμονισμένο.
Ὁ πολυεύσπλαχνος Κύριός μας εἶναι ἕτοιμος, ἂν τὸ θέλουμε καὶ τὸ προσπαθοῦμε, νὰ ἐκμηδενίσει καὶ στὴ δική μας ζωὴ τὰ ἐμπόδια ποὺ μᾶς χωρίζουν ἀπὸ Ἐκεῖνον, ὥστε νὰ ἐνωθοῦμε μαζί Του καὶ νὰ Τὸν δοξάζουμε στοὺς αἰῶνες.