Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΗΛΙΑΔΗ
Διαβάστε ΕΔΩ Στους διαδρόμους της πολιτικής τα σπάνια συμβάντα, ακόμη κι εκείνα τα απρόβλεπτα, όπως η πτώση ενός στρατιωτικού ελικοπτέρου που μετέφερε τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας το 2004 και την συνοδεία του, αποτελούν αφορμές δοκιμασίας της κρατικής οντότητας συνολικά, αφού κάθε ατύχημα πέρα από τα ευνόητα δραματικά του αποτελέσματα συνήθως αποτελεί και την αφορμή για να παρατηρούνται σημαντικές ελλείψεις στον τρόπο λειτουργίας της.
Το τραγικό συμβάν στέρησε το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας από την μειλίχια και δραστήρια προσωπικότητα του Πέτρου του Ζ΄ και βύθισε στο πένθος τις οικογένειες άλλων 16 ανθρώπων, ανάμεσα σε αυτούς τις οικογένειες των πέντε στρατιωτικών του πληρώματος του ελικοπτέρου από την ευρέως σήμερα γνωστή Μονάδα των Σινούκ (4ο ΤΕΑΣ) που εκτελεί πληθώρα θετικού έργου ιδιαίτερα με την δασοπυρόσβεση(καλύπτοντας την ανικανότητα της Πολιτείας να αντιμετωπίσει το πρόβλημα).
Δεκατρία χρόνια μετά, ίσως πλέον μπορεί να γίνει προσέγγιση με ασφαλέστερο τρόπο και να κριθεί, η συνολική κρατική λειτουργία για την προσέγγιση της αλήθειας και η αποτελεσματικότητα της για την αναζήτηση των αιτιών της τραγωδίας αλλά και οι ενέργειες της για να βελτιώσει την κατάσταση της Ασφάλειας στις Ένοπλες Δυνάμεις.
Όλα ξεκίνησαν την επομένη της ημέρας που ο τότε Πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής εμφανίστηκε στην ΔΕΘ.
Αλήθεια ποιος να τολμούσε εκείνη την ημέρα να «ενοχλήσει» τον τότε παντοδύναμο πρωθυπουργό, φέρνοντάς του ένα τόσο θλιβερό μαντάτο, που αυτόματα θα θρυμμάτιζε την εικόνα κυριαρχίας και προόδου που τόσο μεθοδικά διαμορφωνόταν το προηγούμενο διάστημα;
Τις πρώτες ημέρες μετά το συμβάν στον Τύπο το βασικό θέμα συζήτησης του πολιτικού παρασκηνίου ήταν ο χρόνος ενημέρωσης της κυβέρνησης για το τραγικό συμβάν και ο τότε αρχηγός ΓΕΣ Ν. Ντούβας «χρεώθηκε» το λάθος αφού με τις δηλώσεις που έκανε, «φερόταν» να ενημερώνεται για το γεγονός, με σημαντική καθυστέρηση, αποκαλύπτοντας μια δυσλειτουργία του συστήματος.
Στο αμέσως επόμενο διάστημα η ιστορία κατέγραψε ότι η απόρροια αυτής της δυσαρμονίας ίσως να καθόρισε την μοίρα τριών Αξιωματικών της Αεροπορίας Στρατού αφού οι δύο από αυτούς κατηγορίας ειδικής Μονιμότητας με τις επόμενες κρίσεις βρέθηκαν απρόσμενα να αποστρατεύονται.
- Ο πρώτος από αυτούς ήταν ο υπεύθυνος Αξιωματικός σε υπηρεσία (Επόπτης) στην έδρα της Ταξιαρχίας Αεροπορίας Στρατού την ημέρα του ατυχήματος.
- Ο δεύτερος υπήρξε για καιρό υπεύθυνος της Ασφάλειας των Πτήσεων στην Μονάδα των Σινούκ , στην οποία ανήκε το μοιραίο ελικόπτερο και ήταν γνωστό πως «ενοχλούσε» την υπηρεσία του, με μία σειρά αναφορών, για διάφορες δυσλειτουργίες που αφορούσαν την Ασφάλεια των Πτήσεων.
- Ο τρίτος, απόφοιτος της Σχολής των Ευελπίδων, χειριστής Σινούκ, ήταν εκείνος που βρισκόταν σε Υπηρεσία στα Μέγαρα την ημέρα του ατυχήματος, ο οποίος κατηγορήθηκε και μετέπειτα τιμωρήθηκε για το γεγονός πως δεν ανέφερε εγκαίρως την πτώση του Σινούκ, παρότι είναι ευνόητο πως δεν είχε ορατότητα στην θαλάσσια περιοχή του Πόρτο Κουφό, ούτε και τα εποπτικά μέσα για να την επιτύχει.
Μάλιστα αυτή του η ποινή τον οδήγησε κι εκτός στρατεύματος
μεταγενέστερα, αφού η επόμενη προαγωγή του έγινε κατά αρχαιότητα, με
απώτερες συνέπειες να είναι αναμενόμενο, πως δεν μπορούσε να φτάσει στα
ύπατα στρατιωτικά αξιώματα.
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τους χειριστές στρατιωτικών ραντάρ της Μακεδονίας που και εκείνοι τιμωρήθηκαν για την μη έγκαιρη αναφορά της πτώσης του ελικοπτέρου.
Κατά έναν παράδοξο τρόπο σύμφωνα με την Ελληνική Νομοθεσία παρότι υπεύθυνη για την παρακολούθηση των πτήσεων στην Ελλάδα είναι η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας μόνον εκεί τελικά δεν αποδόθηκαν καθόλου ευθύνες.
Παράλληλα μετά το ατύχημα ξεκίνησε τόσο η προσπάθεια ανάκτησης των σωρών των θυμάτων αλλά και η λεγόμενη «διερεύνηση των αιτίων» που οδήγησαν στο ατύχημα.
Μέσα στις επόμενες ώρες μετά την πτώση του ελικοπτέρου στην θαλάσσια περιοχή του Πόρτο Κουφό ανευρέθηκαν εννέα από τις συνολικά 17 σωρούς, ενώ τις επόμενες ημέρες κατορθώθηκε με την συμβολή του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) και με τα υποβρύχια ρομπότ που εκείνο διέθετε να ανελκυστούν ανθρώπινα μέλη, που αργότερα με την μέθοδο DNA ταυτοποιήθηκαν να ανήκουν σε άλλους τέσσερις συνολικά επιβαίνοντες , ανάμεσα σε αυτούς στον τραγικό Κυβερνήτη του ελικοπτέρου ES 916, τότε Ταγματάρχη Παναγιώτη Παπαναστασίου.
Το Γενικό Επιτελείο Στρατού δεν επέτρεψε στην Μονάδα (4ο ΤΕΑΣ) να προβεί στην διερεύνηση του ατυχήματος, αλλά συγκρότησε άλλη επιτροπή στην οποία συμμετείχαν δύο ανώτατοι Αξιωματικοί κι άλλοι ανώτεροι Αξιωματικοί, ανάμεσα σε αυτούς και μόνο ένας διαθέσιμος χειριστής στα ελικόπτερα Σινούκ και ακόμη ένας τεχνικός Αξιωματικός (μη διαθέσιμος μηχανικός στα Σινούκ).
Στην πορεία του χρόνου, από σειρά επερωτήσεων στην Βουλή προεξάρχοντος του τότε Βουλευτή του ΠΑΣΟΚ και τομεάρχη άμυνας Μιχάλη Καρχιμάκη αποκαλύφθηκε πως η σύνθεση της επιτροπής:
Κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τους χειριστές στρατιωτικών ραντάρ της Μακεδονίας που και εκείνοι τιμωρήθηκαν για την μη έγκαιρη αναφορά της πτώσης του ελικοπτέρου.
Κατά έναν παράδοξο τρόπο σύμφωνα με την Ελληνική Νομοθεσία παρότι υπεύθυνη για την παρακολούθηση των πτήσεων στην Ελλάδα είναι η Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας μόνον εκεί τελικά δεν αποδόθηκαν καθόλου ευθύνες.
Παράλληλα μετά το ατύχημα ξεκίνησε τόσο η προσπάθεια ανάκτησης των σωρών των θυμάτων αλλά και η λεγόμενη «διερεύνηση των αιτίων» που οδήγησαν στο ατύχημα.
Μέσα στις επόμενες ώρες μετά την πτώση του ελικοπτέρου στην θαλάσσια περιοχή του Πόρτο Κουφό ανευρέθηκαν εννέα από τις συνολικά 17 σωρούς, ενώ τις επόμενες ημέρες κατορθώθηκε με την συμβολή του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ) και με τα υποβρύχια ρομπότ που εκείνο διέθετε να ανελκυστούν ανθρώπινα μέλη, που αργότερα με την μέθοδο DNA ταυτοποιήθηκαν να ανήκουν σε άλλους τέσσερις συνολικά επιβαίνοντες , ανάμεσα σε αυτούς στον τραγικό Κυβερνήτη του ελικοπτέρου ES 916, τότε Ταγματάρχη Παναγιώτη Παπαναστασίου.
Το Γενικό Επιτελείο Στρατού δεν επέτρεψε στην Μονάδα (4ο ΤΕΑΣ) να προβεί στην διερεύνηση του ατυχήματος, αλλά συγκρότησε άλλη επιτροπή στην οποία συμμετείχαν δύο ανώτατοι Αξιωματικοί κι άλλοι ανώτεροι Αξιωματικοί, ανάμεσα σε αυτούς και μόνο ένας διαθέσιμος χειριστής στα ελικόπτερα Σινούκ και ακόμη ένας τεχνικός Αξιωματικός (μη διαθέσιμος μηχανικός στα Σινούκ).
Στην πορεία του χρόνου, από σειρά επερωτήσεων στην Βουλή προεξάρχοντος του τότε Βουλευτή του ΠΑΣΟΚ και τομεάρχη άμυνας Μιχάλη Καρχιμάκη αποκαλύφθηκε πως η σύνθεση της επιτροπής:
- Προέβλεπε τον ορισμό ενός μόνο Ανωτάτου Αξιωματικού, ενώ αντί αυτού ορίστηκαν δύο, ανάμεσα στους οποίους στην συνέχεια ο ένας(Πρόεδρος) προήχθηκε και ορίστηκε Διευθυντής της Αεροπορίας Στρατού, ενώ ο δεύτερος την ημέρα του ατυχήματος ήταν ο τότε Υποδιοικητής της Ταξιαρχίας Αεροπορίας Στρατού, με οπωσδήποτε διοικητική σχέση προϊσταμένου με την Μονάδα, γεγονός που μπορεί να κριθεί, με βάση τους στρατιωτικούς κανονισμούς και την λογική. Μάλιστα και για τους δύο συγκεκριμένους Αξιωματικούς υπήρξαν σχόλια μέσω των επερωτήσεων του ΠΑΣΟΚ και μομφές για το επίπεδο Αγγλικών τους, ενώ ήταν ήδη γνωστό πως κανείς από τους δύο, δεν ήταν διαθέσιμος χειριστής στα ελικόπτερα Σινούκ.
- Στην επιτροπή συμμετείχε μόνον ένας Αξιωματικός ο οποίος είχε ολοκληρώσει με επιτυχία σχολείο Ασφάλειας Πτήσεων ο οποίος στην πορεία της διερεύνησης παραιτήθηκε από το στράτευμα για προσωπικούς του λόγους.
- Επιπλέον ο αρχικά ορισμένος Τεχνικός Αξιωματικός(μηχανικός) που δεν ήταν διαθέσιμος στα ελικόπτερα Σινούκ, με δυνατότητα ψήφου επί του πορίσματος, ξαφνικά χωρίς να έχει ολοκληρωθεί το έργο της επιτροπής μετατέθηκε στο εξωτερικό και χρειάστηκε να αντικατασταθεί από άλλον.
- Τέλος στην επιτροπή ορίστηκε να συμμετάσχει Αξιωματικός διαθέσιμος χειριστής στα ελικόπτερα Σινούκ, ειδικής μονιμότητας, ο οποίος ήταν ήδη γνωστό τότε, πως σε σύντομο χρονικό διάστημα η σύμβασή του έληγε και θα έπρεπε να αποχωρήσει υποχρεωτικά από το στράτευμα.
Στην πορεία του χρόνου που μεσολάβησε μέχρι σήμερα φήμες μιλούσαν για
την πιθανότητα εκρήξεως ή ηλεκτρομαγνητικών παρεμβολών κατά την πτήση,
υπονοώντας τρομοκρατική ενέργεια, αλλά και για ατύχημα που μπορεί να
οφειλόταν σε αστοχία σε μία ή και περισσότερες πτέρυγες των δύο
στροφείων του ελικοπτέρου, οι οποίες αργότερα διαπιστώθηκε πως ανήκαν σε
μια επίφοβη παρτίδα που κατασκευαστικά παρουσίασαν ασυνήθη ελαττώματα
και έχρηζαν αυξημένης επιτήρησης και ελέγχου κατά την συντήρηση.
Ενώ θα ήταν λογικό το ΥΠΕΘΑ και συνολικά η τότε κυβέρνηση να επιθυμεί την διαλεύκανση της υπόθεσης το συντομότερο και τουλάχιστον την διάλυση των φημών για το κατασκευαστικό πρόβλημα, μη επιθυμώντας την διασπορά πλήθους αιχμών στον αέρα, για τις συμβάσεις απόκτησης των ελικοπτέρων, τελικά και πάλι στην αίθουσα της βουλής, η ίδια δραστήρια τότε, κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, αποκάλυπτε, πως κρίσιμα τμήματα του ελικοπτέρου καθυστέρησαν σημαντικά να αποσταλούν στο εξωτερικό (δέκα μήνες), ενώ παρέμειναν και σε αποθήκες άλλους τέσσερις μήνες στις ΗΠΑ, πριν να μπορέσουν να περάσουν τις εισόδους των εξειδικευμένων εργαστηρίων που θα έκριναν την συμμετοχή τους στο ατύχημα.
Στο πεδίο της δικαστικής διερεύνησης μια άλλη επιτροπή πραγματογνωμόνων, αυτή την φορά, υπό τον τότε Προέδρο της Επιτροπής Διερεύνησης Αεροπορικών Ατυχημάτων για αεροσκάφη πολιτικού νηολογίου, Cpt Ακριβό Τσολάκη επιλήφθηκε και παρότι δεν κατέληξε σε ασφαλή συμπεράσματα για τα πιθανά αίτια του ατυχήματος, καθώς κρίσιμα τμήματα του ελικοπτέρου ουδέποτε ανελκύστηκαν, διαπίστωσε όμως, πως υπήρχαν ουσιώδεις λόγοι ανησυχίας για την συντήρηση των ελικοπτέρων αυτών αφού η Μονάδα (4ο ΤΕΑΣ) στερούνταν του απαραίτητου αριθμού εκπαιδευμένων μηχανικών, αλλά και αυτοί που διέθετε δεν ήταν όλοι καλοί γνώστες των Αγγλικών και αφού όλα τα εγχειρίδια συντήρησης ήταν γραμμένα στα Αγγλικά υφίσταντο σημαντικές δυσχέρειες στην συντήρηση.
Μάλιστα στις σελίδες του πορίσματος που δόθηκε στον εισαγγελέα του Στρατοδικείου ο έμπειρος διερευνητής φωτογράφισε το κενό «…σύμφωνα με τα διατεθέντα στους πραγματογνώμονες μητρώα παρακολούθησης των επιθεωρήσεων επί του ε/π ΕΣ 916….»
Άραγε να υπαινισσόταν πως είχε οποιαδήποτε αμφιβολία για την κατάσταση των μητρώων που παρέλαβε και τον τρόπο τήρησής τους;
Ενώ θα ήταν λογικό το ΥΠΕΘΑ και συνολικά η τότε κυβέρνηση να επιθυμεί την διαλεύκανση της υπόθεσης το συντομότερο και τουλάχιστον την διάλυση των φημών για το κατασκευαστικό πρόβλημα, μη επιθυμώντας την διασπορά πλήθους αιχμών στον αέρα, για τις συμβάσεις απόκτησης των ελικοπτέρων, τελικά και πάλι στην αίθουσα της βουλής, η ίδια δραστήρια τότε, κοινοβουλευτική ομάδα του ΠΑΣΟΚ, αποκάλυπτε, πως κρίσιμα τμήματα του ελικοπτέρου καθυστέρησαν σημαντικά να αποσταλούν στο εξωτερικό (δέκα μήνες), ενώ παρέμειναν και σε αποθήκες άλλους τέσσερις μήνες στις ΗΠΑ, πριν να μπορέσουν να περάσουν τις εισόδους των εξειδικευμένων εργαστηρίων που θα έκριναν την συμμετοχή τους στο ατύχημα.
Στο πεδίο της δικαστικής διερεύνησης μια άλλη επιτροπή πραγματογνωμόνων, αυτή την φορά, υπό τον τότε Προέδρο της Επιτροπής Διερεύνησης Αεροπορικών Ατυχημάτων για αεροσκάφη πολιτικού νηολογίου, Cpt Ακριβό Τσολάκη επιλήφθηκε και παρότι δεν κατέληξε σε ασφαλή συμπεράσματα για τα πιθανά αίτια του ατυχήματος, καθώς κρίσιμα τμήματα του ελικοπτέρου ουδέποτε ανελκύστηκαν, διαπίστωσε όμως, πως υπήρχαν ουσιώδεις λόγοι ανησυχίας για την συντήρηση των ελικοπτέρων αυτών αφού η Μονάδα (4ο ΤΕΑΣ) στερούνταν του απαραίτητου αριθμού εκπαιδευμένων μηχανικών, αλλά και αυτοί που διέθετε δεν ήταν όλοι καλοί γνώστες των Αγγλικών και αφού όλα τα εγχειρίδια συντήρησης ήταν γραμμένα στα Αγγλικά υφίσταντο σημαντικές δυσχέρειες στην συντήρηση.
Μάλιστα στις σελίδες του πορίσματος που δόθηκε στον εισαγγελέα του Στρατοδικείου ο έμπειρος διερευνητής φωτογράφισε το κενό «…σύμφωνα με τα διατεθέντα στους πραγματογνώμονες μητρώα παρακολούθησης των επιθεωρήσεων επί του ε/π ΕΣ 916….»
Άραγε να υπαινισσόταν πως είχε οποιαδήποτε αμφιβολία για την κατάσταση των μητρώων που παρέλαβε και τον τρόπο τήρησής τους;
Πτώση Σινούκ: Αποκάλυψη σοκ!
Σήμερα δεκατρία χρόνια μετά το τραγικό συμβάν η δημοσιογραφική έρευνα του ArmyVoice.GR αποκαλύπτει πως η
αρχική αναφορά του Προέδρου της Στρατιωτικής Επιτροπής Διερευνήσεων
στην οποία ο ίδιος ζητούσε την δέσμευση μιας σειράς εγγράφων, ανάμεσα σε άλλα και των μητρώων του ελικοπτέρου που φαίνονται όλες οι εργασίες που γίνονται για την συντήρηση του, είχε ημερομηνία 16 Σεπτεμβρίου 2004.
Μαζί με την αναφορά του τότε Προέδρου που έγινε την έκτη ημέρα μετά το συμβάν, νεότερα στοιχεία αποκαλύπτουν πως οι λεγόμενες εκθέσεις δεσμεύσεως των μητρώων του ελικοπτέρου έγιναν, στις 20 Σεπτεμβρίου 2004.
Από αυτές και μόνο τις πληροφορίες φαίνεται πως από την ημέρα του ατυχήματος μεσολάβησαν δέκα ημέρες μέχρι ουσιαστικά να δεσμευτούν τα αναγκαία στοιχεία τόσο για την διερεύνηση αλλά και για την δικαστική αναζήτηση πιθανών αιτίων του ατυχήματος και μάλιστα κρίσιμα στοιχεία που θα αποδείκνυαν αν και κατά πόσο η συντήρηση του ελικοπτέρου εκτελούταν ικανοποιητικά.
Το ερώτημα εάν θα μπορούσε κάποιος σε αυτό το διάστημα να τα αλλάξει, θα παραμένει αναπάντητο.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν το Ελληνικό Δημόσιο έχασε πρωτόδικα την δικαστική διαμάχη και με δικαστική απόφαση καλείται να καταβάλλει αποζημιώσεις σε οικογένειες θυμάτων.
Το τελευταίο μάλλον δείχνει πως πάντοτε θα βρίσκονται από τα στοιχεία σαφείς ενδείξεις ακόμη και για την τέλεση παρανόμων πράξεων, που οπωσδήποτε αποτελούν εμφανή σημάδια κάποιας χαλαρότητας, ενδεχόμενης συγκάλυψης και πλημμελούς εκτελέσεως του καθήκοντος, στον βωμό των όποιων συμφερόντων διακυβεύονταν από το ίδιο το ατύχημα.
Μάλιστα και ο Αμερικανικός Στρατός σε επιστολή του που συνόδευε τις επιμέρους εκθέσεις του για την κατάσταση των συστημάτων-υποσυστημάτων (συντριμμιών) που επέβλεψε τον έλεγχό τους στα πλαίσια της αρωγής της διερεύνησης αφήνει αιχμές πως ο ίδιος χρησιμοποιήθηκε για μια διερεύνηση που δεν μπορούσε να καταλήξει πουθενά, αφού σε αυτόν δόθηκαν σκόρπια στοιχεία και μηδενικά δεδομένα ενώ παρατηρήθηκε πως σημαντικά συντρίμμια, ανάμεσα σε αυτά και οι επίμαχες πτέρυγες ουδέποτε ανακτήθηκαν.
Έτσι σήμερα δεκατρία χρόνια μετά το ατύχημα η Ελληνική κοινή γνώμη αφήνεται ανάμεσα σε μερικές αράδες ευχολόγια, σε σκόρπιες βολικές ιστορίες συνωμοσίας και μυστηρίου και τα τρισάγια που εκτελούνται κατά καιρούς και τις εκδηλώσεις μνήμης.
Μαζί με την αναφορά του τότε Προέδρου που έγινε την έκτη ημέρα μετά το συμβάν, νεότερα στοιχεία αποκαλύπτουν πως οι λεγόμενες εκθέσεις δεσμεύσεως των μητρώων του ελικοπτέρου έγιναν, στις 20 Σεπτεμβρίου 2004.
Από αυτές και μόνο τις πληροφορίες φαίνεται πως από την ημέρα του ατυχήματος μεσολάβησαν δέκα ημέρες μέχρι ουσιαστικά να δεσμευτούν τα αναγκαία στοιχεία τόσο για την διερεύνηση αλλά και για την δικαστική αναζήτηση πιθανών αιτίων του ατυχήματος και μάλιστα κρίσιμα στοιχεία που θα αποδείκνυαν αν και κατά πόσο η συντήρηση του ελικοπτέρου εκτελούταν ικανοποιητικά.
Το ερώτημα εάν θα μπορούσε κάποιος σε αυτό το διάστημα να τα αλλάξει, θα παραμένει αναπάντητο.
Στα χρόνια που μεσολάβησαν το Ελληνικό Δημόσιο έχασε πρωτόδικα την δικαστική διαμάχη και με δικαστική απόφαση καλείται να καταβάλλει αποζημιώσεις σε οικογένειες θυμάτων.
Το τελευταίο μάλλον δείχνει πως πάντοτε θα βρίσκονται από τα στοιχεία σαφείς ενδείξεις ακόμη και για την τέλεση παρανόμων πράξεων, που οπωσδήποτε αποτελούν εμφανή σημάδια κάποιας χαλαρότητας, ενδεχόμενης συγκάλυψης και πλημμελούς εκτελέσεως του καθήκοντος, στον βωμό των όποιων συμφερόντων διακυβεύονταν από το ίδιο το ατύχημα.
Μάλιστα και ο Αμερικανικός Στρατός σε επιστολή του που συνόδευε τις επιμέρους εκθέσεις του για την κατάσταση των συστημάτων-υποσυστημάτων (συντριμμιών) που επέβλεψε τον έλεγχό τους στα πλαίσια της αρωγής της διερεύνησης αφήνει αιχμές πως ο ίδιος χρησιμοποιήθηκε για μια διερεύνηση που δεν μπορούσε να καταλήξει πουθενά, αφού σε αυτόν δόθηκαν σκόρπια στοιχεία και μηδενικά δεδομένα ενώ παρατηρήθηκε πως σημαντικά συντρίμμια, ανάμεσα σε αυτά και οι επίμαχες πτέρυγες ουδέποτε ανακτήθηκαν.
Έτσι σήμερα δεκατρία χρόνια μετά το ατύχημα η Ελληνική κοινή γνώμη αφήνεται ανάμεσα σε μερικές αράδες ευχολόγια, σε σκόρπιες βολικές ιστορίες συνωμοσίας και μυστηρίου και τα τρισάγια που εκτελούνται κατά καιρούς και τις εκδηλώσεις μνήμης.