ΠΕΡΙ ΕΝΟΤΗΤΟΣ Toῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς» (Ἰωάν. 17,11)
Η σημερινὴ ἡμέρα, ἀγαπητοί μου, ὀνομάζεται «ἑβδόμη Κυριακὴ ἀπὸ τοῦ Πάσχα». Τί σημαίνει Κυριακή; Ὅπως δηλώνει τὸ ὄνομα, ἀνήκει στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ποὺ δημιούργησε καὶ συντηρεῖ καὶ προνοεῖ γιὰ ὅλα. Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ τιμοῦμε τὴν ἡμέρα αὐτή· νὰ ἐκκλησιαζώμεθα, νὰ δοξολογοῦμε, νὰ εὐχαριστοῦμε, καὶ νὰ παρακαλοῦμε τὸν Κύριο. Εἶνε ἀπαραίτητος ὁ ἐκκλησιασμός.
Ἀλλὰ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ὀνομάζεται εἰδικῶς Κυριακὴ τῶν πατέρων. Γιὰ ποιό λόγο; Πατέρες λέγονται ἐκεῖνοι ποὺ σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ ἔρχονται σὲ κανονικὸ ἐκκλησιαστικὸ γάμο καὶ φέρνουν στὸν κόσμο παιδιά. Παραπάνω ὅμως ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς αὐτοὺς πατέρες εἶνε οἱ πνευματικοὶ πατέρες, δηλαδὴ οἱ διδάσκαλοι, οἱ καθηγηταί, οἱ θεολόγοι, οἱ ἱεροκήρυκες, καὶ προπαντὸς οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἐπίσκοποι. Αὐτοὶ μὲ τὸ λόγο τους ἀναγεννοῦν ψυχές. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γεννᾷ πνευματικὰ τέκνα, ποὺ ἔχουν πνευματικὸ πατέρα τὸν κήρυκα, τὸν κληρικό. Γι᾿ αὐτὸ οἱ πνευματικοὶ πατέρες πρέπει νὰ τυγχάνουν τιμῆς καὶ σεβασμοῦ περισσότερο ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς πατέρας.
Ἀλλὰ ἡ σημερινὴ Κυριακὴ ὀνομάζεται εἰδικῶς Κυριακὴ τῶν πατέρων. Γιὰ ποιό λόγο; Πατέρες λέγονται ἐκεῖνοι ποὺ σύμφωνα μὲ τὸ νόμο τοῦ Θεοῦ ἔρχονται σὲ κανονικὸ ἐκκλησιαστικὸ γάμο καὶ φέρνουν στὸν κόσμο παιδιά. Παραπάνω ὅμως ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς αὐτοὺς πατέρες εἶνε οἱ πνευματικοὶ πατέρες, δηλαδὴ οἱ διδάσκαλοι, οἱ καθηγηταί, οἱ θεολόγοι, οἱ ἱεροκήρυκες, καὶ προπαντὸς οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ ἐπίσκοποι. Αὐτοὶ μὲ τὸ λόγο τους ἀναγεννοῦν ψυχές. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γεννᾷ πνευματικὰ τέκνα, ποὺ ἔχουν πνευματικὸ πατέρα τὸν κήρυκα, τὸν κληρικό. Γι᾿ αὐτὸ οἱ πνευματικοὶ πατέρες πρέπει νὰ τυγχάνουν τιμῆς καὶ σεβασμοῦ περισσότερο ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς πατέρας.
Σήμερα συγκεκριμένως ἑορτάζουν οἱ τριακόσιοι δεκαοκτὼ πατέρες ποὺ συνεκρότησαν τὸ 325 μ.Χ. τὴν Α΄ (πρώτη) Οἰκουμενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη παρουσιάστηκε λύκος φοβερός, ὁ Ἄρειος, ποὺ ἐδίδασκε ἀντίθετα ἀπ᾿ ὅ,τι διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας. Θεμελιώδης ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας εἶνε, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός. Αὐτὸ τὸ ἠρνεῖτο ὁ Ἄρειος. Γι᾿ αὐτὸ συνῆλθαν ἐκεῖ ἐπὶ βασιλείας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου οἱ πατέρες. Νὰ τοὺς παρουσιάσουμε ἕναν – ἕνα; Θὰ ἦταν μακρὸς ὁ λόγος· μεταξὺ αὐτῶν ἦταν ὁ ἅγιος Νικόλαος, ὁ ἅγιος Σπυρίδων ὁ θαυματουργός, ὁ ἅγιος Ἀχίλλιος, ὁ ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας… Ἀλλὰ μεγαλύτερος ἀπ᾿ ὅλους ἦταν ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος. Αὐτοὶ λοιπόν, ἐν Πνεύματι ἁγίῳ, κατεδίκασαν τὴ διδασκαλία τοῦ Ἀρείου καὶ συνέταξαν τὸ Σύμβολο τῆς πίστεως, τὸ «Πιστεύω», ποὺ ἀκούγεται κάθε φορὰ ποὺ γίνεται θεία λειτουργία.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἂς ἔλθουμε τώρα νὰ ῥίξουμε ἕνα βλέμμα στὸ εὐαγγέλιο ποὺ διαβάζεται σήμερα. Ὄχι ἕνα ἀλλὰ ἑκατὸ κηρύγματα νὰ κάνουμε, δὲ᾿ θὰ μπορέσουμε νὰ ἐξαντλήσουμε τὸ περιεχόμενό του. Ἡ περικοπὴ αὐτὴ περιέχει τὴ θαυμασία προσευχὴ τοῦ Χριστοῦ. Πότε τὴν ἔκανε ὁ Κύριος; Τὴν τελευταία νύχτα τῆς ἐπιγείου ζωῆς του, νύχτα ποτισμένη μὲ δάκρυα, τὴ νύχτα τῆς Μεγάλης Πέμπτης. Τότε ἐτέλεσε τὸ μυστήριο τῆς θείας εὐχαριστίας καὶ κάλεσε τοὺς μαθητὰς νὰ κοινωνήσουν τὰ ἄχραντα μυστήρια. Μετὰ τοὺς ἀπηύθυνε μία μεγάλη σπουδαιοτάτη ὁμιλία. Καὶ τέλος τί ἔκανε; προσευχήθηκε. Προτοῦ ν᾿ ἀναχωρήσῃ γιὰ τὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, ὅπου θὰ τὸν συνελάμβαναν οἱ Ἰουδαῖοι, ὁ Κύριος προσευχήθηκε στὸν οὐράνιο Πατέρα. Προσευχήθηκε πρῶτα γιὰ τὸν ἑαυτό του, προσευχήθηκε ἔπειτα γιὰ τοὺς μαθητάς του καὶ τοὺς Χριστιανοὺς ὅλων τῶν αἰώνων. Ἀφήνουμε τὰ ἄλλα, γιὰ νὰ σταθοῦμε στὰ λόγια ποὺ εἶπε γιὰ τοὺς μαθητάς του καὶ ὅλους τοὺς Χριστιανούς.
* * *
Προέβλεπε ὁ Χριστός. Τί προέβλεπε; Προέβλεπε, ὅτι ὁ σατανᾶς θὰ πολεμήσῃ τὴν Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε. Θὰ τὴν πολεμήσῃ μὲ λύσσα, μὲ ὅλα τὰ μέσα ποὺ διαθέτουν οἱ σκοτεινὲς δυνάμεις του. Τὸ δὲ ἰσχυρότερο μέσο ἢ ὅπλο, μὲ τὸ ὁποῖο θὰ προσπαθήσῃ νὰ διαλύσῃ τὴν Ἐκκλησία, εἶνε – ποιό; Ἡ διαίρεσις. Θὰ ἐνσπείρῃ ζιζάνια, θὰ ψυχράνῃ τὶς καρδιὲς τῶν Χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι δὲν θ᾿ ἀγαποῦν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, θὰ ἀλληλομισοῦνται, καὶ ἡ Ἐκκλησία θὰ διαιρεθῇ σὲ διάφορες φατρίες καὶ κόμματα καὶ ὑποδιαιρέσεις. Αὐτὸ προέβλεπε ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτὸ παρακαλεῖ τὸν οὐράνιο Πατέρα. Παρακαλεῖ γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Σὲ παρακαλῶ, λέει, οὐράνιε Πατέρα, οἱ Χριστιανοὶ νὰ εἶνε ἕνα, ἑνωμένοι μὲ τὴ ῥίζα καὶ μεταξύ τους ὅπως οἱ κληματόβεργες στὸ ἀμπέλι. Τὸ αἴτημα «ἵνα ὦσιν ἕν» τὸ ἐπαναλαμβάνει πέντε φορές (βλ. Ἰωάν. 17,12,21-23). Τόσο μεγάλη σπουδαιότητα ἀποδίδει ὁ Χριστὸς στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας.
Θέλεις νὰ δῇς τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Δὲς μιὰ οἰκογένεια δεμένη, ποὺ ἡ γυναίκα σέβεται καὶ ὑπακούει στὸν ἄντρα, ὁ ἄντρας ἀγαπάει τὴ γυναῖκα, τὰ παιδιὰ ἀκοῦνε τοὺς γονεῖς· μιὰ τέτοια οἰκογένεια εἶνε παράδεισος – δυστυχῶς σπάνιο πρᾶγμα πλέον. Πόσο συγκινήθηκα ὅταν κάποιος μοῦ εἶπε· «Ζήσαμε πενήντα χρόνια μὲ τὴ γυναῖκα μου, καὶ κακὸ λόγο δὲν ἀλλάξαμε»! Ἡ σημερινὴ γενεὰ μεταξὺ τῶν ἄλλων κακῶν ἔχει καὶ τὴ διάλυσι τῆς οἰκογενείας· πορνεία, μοιχεία, διαζύγιο ἀκοῦς συχνά· διαπληκτισμοὶ φτάνουν κάθε μέρα στὴ μητρόπολι. Στὸν Πόντο, στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὴν εὐλογημένη χώρα, μέσ᾿ στὰ ἑκατὸ χρόνια δὲν ἀκουγόταν οὔτε ἕνα διαζύγιο. Τώρα ἡ οἰκογένεια εἶνε διαλυμένη. Δεῖξτε μου μιὰ οἰκογένεια ποὺ νὰ εἶνε ἑνωμένη σφιχτά, ποὺ ὁ ἄντρας νὰ γνώρισε μόνο μιὰ γυναῖκα στὸν κόσμο καὶ ἡ γυναίκα νὰ γνώρισε μόνο ἕναν ἄντρα – σπάνιο φαινόμενο πλέον· στὴν γενεὰ Σοδόμων καὶ Γομόρρας ἡ ἑνότης διεσπάσθη.
Θέλετε νὰ δῆτε τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Ῥίξτε ἕνα βλέμμα σ᾿ ἕνα χωριὸ ποὺ οἱ κάτοικοι λόγῳ τῶν κομματικῶν διαφορῶν ἔχουν διαιρεθῆ. Εἶνε τρομερό. Μαθαίνω, ὅτι σὲ μικρὰ καὶ μεγάλα χωριά, ἀλλὰ καὶ παντοῦ, οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει ἐχθροὶ ἐξ αἰτίας τῶν πολιτικῶν διαφορῶν. Ἐνῷ εἶνε πατριῶτες, ἐνῷ εἶνε Χριστιανοί, ἐνῷ εἶνε βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, ψυχραίνονται μεταξύ τους σὲ τέτοιο σημεῖο, ποὺ δὲ᾿ λένε καλημέρα ὁ ἕνας στὸν ἄλλο· λὲς καὶ ὁ ἄλλος εἶνε Τοῦρκος, λὲς κ᾿ εἶνε ἀλλόφυλος. Αὐτὰ καὶ μεταξὺ συγγενῶν ἀκόμη. Οἱ ὀπαδοὶ κάθε κόμματος ἔχουν τὸ δικό τους καφενεῖο· στὸ ἕνα καφενεῖο πᾶνε οἱ μέν, στὸ ἄλλο πηγαίνουν οἱ ἄλλοι. Θεέ μου, τί διαίρεσις εἶν᾿ αὐτή!
Θέλεις νὰ δῇς ἀκόμη πιὸ πολὺ τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Διάβασε τὴν ἱστορία μας. Μικρὸ εἶνε τὸ ἔθνος μας. Ἀλλ᾿ ὅταν ἦταν ἑνωμένο, ὤ τότε νικούσαμε τοὺς ἐχθρούς. Οἱ γονεῖς μας, ἡ παλαιὰ γενεὰ ποὺ ἦταν τότε νέα παιδιά, ὅταν στρατεύθηκαν μᾶς ἄφηναν καὶ ἔφευγαν γιὰ τὸ μέτωπο. «Παναγιὰ μαζί σας», τοὺς ἔλεγαν οἱ μητέρες καὶ οἱ γιαγιάδες μας. Κ᾿ ἔφευγαν, κ᾿ ἔφευγαν. Καὶ ἑνωμένοι προχώρησαν, ἔφτασαν στὴ Λάρισσα. Καὶ προχώρησαν, πέρασαν τὸν Ὄλυμπο, καὶ σὰν ἀετοὶ τὴν ἡμέρα τοῦ ἁγίου Δημητρίου μπῆκαν στὴ Θεσσαλονίκη. Καὶ προχώρησαν, ἔφτασαν μέχρι τὴ Σόφια. Ἦταν τότε ὅλοι ἑνωμένοι, δὲν ὑπῆρχαν κόμματα, δὲν ὑπῆρχε διαίρεσις. Ἑνωμένο τὸ Ἑλληνικὸ ἔθνος ἔφτασε μέχρι τὴν Τσατάλτζα, ἔξω ἀπ᾿ τὴν Κωνσταντινούπολι. Σὲ λίγο θὰ μπαίναμε στὴν Πόλι καὶ θὰ λειτουργούσαμε στὴν Ἁγια-Σοφιά. Ἀλλά, ἀλλά… Κ᾿ ἐνῷ οἱ Ἕλληνες εἶχαν φτάσει μέχρι τὸ Σαγγάριο καὶ ἄδειαζε ὁ Κεμὰλ τὴν Ἄγκυρα καὶ ἔφευγε πέρα ἀπ᾿ τὸ Ἰκόνιο, καὶ προμηνύετο θρίαμβος καὶ νίκη μεγάλη…, τί μᾶς ἔφαγε, τί μᾶς διέλυσε; Ἡ διχόνοια. Ἐδιχάσθη τὸ ἔθνος. Αἰτία τῆς νίκης τῶν Τούρκων ἦταν ἡ τρομερά μας διχόνοια. Δὲν τὸ λέω ἐγώ· τὸ λέει ὁ Κεμάλ. Ὅταν στὴν Ἄγκυρα τὸν χειροκροτοῦσαν, αὐτὸς τοὺς εἶπε· Τί μὲ χειροκροτᾶτε; δὲ᾿ νικήσαμε ἐμεῖς τοὺς Ἕλληνες· οἱ Ἕλληνες νικήθηκαν μόνοι τους, μὲ τὴ διαίρεσί τους… Ἔτσι ἦρθε ἡ μικρασιατικὴ καταστροφή, ἡ μεγάλη καταστροφή, ἀπὸ τὴ διαίρεσι.
Θέλεις νὰ δῇς τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Δὲς μιὰ οἰκογένεια δεμένη, ποὺ ἡ γυναίκα σέβεται καὶ ὑπακούει στὸν ἄντρα, ὁ ἄντρας ἀγαπάει τὴ γυναῖκα, τὰ παιδιὰ ἀκοῦνε τοὺς γονεῖς· μιὰ τέτοια οἰκογένεια εἶνε παράδεισος – δυστυχῶς σπάνιο πρᾶγμα πλέον. Πόσο συγκινήθηκα ὅταν κάποιος μοῦ εἶπε· «Ζήσαμε πενήντα χρόνια μὲ τὴ γυναῖκα μου, καὶ κακὸ λόγο δὲν ἀλλάξαμε»! Ἡ σημερινὴ γενεὰ μεταξὺ τῶν ἄλλων κακῶν ἔχει καὶ τὴ διάλυσι τῆς οἰκογενείας· πορνεία, μοιχεία, διαζύγιο ἀκοῦς συχνά· διαπληκτισμοὶ φτάνουν κάθε μέρα στὴ μητρόπολι. Στὸν Πόντο, στὴ Μικρὰ Ἀσία, στὴν εὐλογημένη χώρα, μέσ᾿ στὰ ἑκατὸ χρόνια δὲν ἀκουγόταν οὔτε ἕνα διαζύγιο. Τώρα ἡ οἰκογένεια εἶνε διαλυμένη. Δεῖξτε μου μιὰ οἰκογένεια ποὺ νὰ εἶνε ἑνωμένη σφιχτά, ποὺ ὁ ἄντρας νὰ γνώρισε μόνο μιὰ γυναῖκα στὸν κόσμο καὶ ἡ γυναίκα νὰ γνώρισε μόνο ἕναν ἄντρα – σπάνιο φαινόμενο πλέον· στὴν γενεὰ Σοδόμων καὶ Γομόρρας ἡ ἑνότης διεσπάσθη.
Θέλετε νὰ δῆτε τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Ῥίξτε ἕνα βλέμμα σ᾿ ἕνα χωριὸ ποὺ οἱ κάτοικοι λόγῳ τῶν κομματικῶν διαφορῶν ἔχουν διαιρεθῆ. Εἶνε τρομερό. Μαθαίνω, ὅτι σὲ μικρὰ καὶ μεγάλα χωριά, ἀλλὰ καὶ παντοῦ, οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει ἐχθροὶ ἐξ αἰτίας τῶν πολιτικῶν διαφορῶν. Ἐνῷ εἶνε πατριῶτες, ἐνῷ εἶνε Χριστιανοί, ἐνῷ εἶνε βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς ἁγίας Τριάδος, ψυχραίνονται μεταξύ τους σὲ τέτοιο σημεῖο, ποὺ δὲ᾿ λένε καλημέρα ὁ ἕνας στὸν ἄλλο· λὲς καὶ ὁ ἄλλος εἶνε Τοῦρκος, λὲς κ᾿ εἶνε ἀλλόφυλος. Αὐτὰ καὶ μεταξὺ συγγενῶν ἀκόμη. Οἱ ὀπαδοὶ κάθε κόμματος ἔχουν τὸ δικό τους καφενεῖο· στὸ ἕνα καφενεῖο πᾶνε οἱ μέν, στὸ ἄλλο πηγαίνουν οἱ ἄλλοι. Θεέ μου, τί διαίρεσις εἶν᾿ αὐτή!
Θέλεις νὰ δῇς ἀκόμη πιὸ πολὺ τὴν ἀξία τῆς ἑνότητος; Διάβασε τὴν ἱστορία μας. Μικρὸ εἶνε τὸ ἔθνος μας. Ἀλλ᾿ ὅταν ἦταν ἑνωμένο, ὤ τότε νικούσαμε τοὺς ἐχθρούς. Οἱ γονεῖς μας, ἡ παλαιὰ γενεὰ ποὺ ἦταν τότε νέα παιδιά, ὅταν στρατεύθηκαν μᾶς ἄφηναν καὶ ἔφευγαν γιὰ τὸ μέτωπο. «Παναγιὰ μαζί σας», τοὺς ἔλεγαν οἱ μητέρες καὶ οἱ γιαγιάδες μας. Κ᾿ ἔφευγαν, κ᾿ ἔφευγαν. Καὶ ἑνωμένοι προχώρησαν, ἔφτασαν στὴ Λάρισσα. Καὶ προχώρησαν, πέρασαν τὸν Ὄλυμπο, καὶ σὰν ἀετοὶ τὴν ἡμέρα τοῦ ἁγίου Δημητρίου μπῆκαν στὴ Θεσσαλονίκη. Καὶ προχώρησαν, ἔφτασαν μέχρι τὴ Σόφια. Ἦταν τότε ὅλοι ἑνωμένοι, δὲν ὑπῆρχαν κόμματα, δὲν ὑπῆρχε διαίρεσις. Ἑνωμένο τὸ Ἑλληνικὸ ἔθνος ἔφτασε μέχρι τὴν Τσατάλτζα, ἔξω ἀπ᾿ τὴν Κωνσταντινούπολι. Σὲ λίγο θὰ μπαίναμε στὴν Πόλι καὶ θὰ λειτουργούσαμε στὴν Ἁγια-Σοφιά. Ἀλλά, ἀλλά… Κ᾿ ἐνῷ οἱ Ἕλληνες εἶχαν φτάσει μέχρι τὸ Σαγγάριο καὶ ἄδειαζε ὁ Κεμὰλ τὴν Ἄγκυρα καὶ ἔφευγε πέρα ἀπ᾿ τὸ Ἰκόνιο, καὶ προμηνύετο θρίαμβος καὶ νίκη μεγάλη…, τί μᾶς ἔφαγε, τί μᾶς διέλυσε; Ἡ διχόνοια. Ἐδιχάσθη τὸ ἔθνος. Αἰτία τῆς νίκης τῶν Τούρκων ἦταν ἡ τρομερά μας διχόνοια. Δὲν τὸ λέω ἐγώ· τὸ λέει ὁ Κεμάλ. Ὅταν στὴν Ἄγκυρα τὸν χειροκροτοῦσαν, αὐτὸς τοὺς εἶπε· Τί μὲ χειροκροτᾶτε; δὲ᾿ νικήσαμε ἐμεῖς τοὺς Ἕλληνες· οἱ Ἕλληνες νικήθηκαν μόνοι τους, μὲ τὴ διαίρεσί τους… Ἔτσι ἦρθε ἡ μικρασιατικὴ καταστροφή, ἡ μεγάλη καταστροφή, ἀπὸ τὴ διαίρεσι.
* * *
Ἀδελφοί μου! Ὁ σατανᾶς διαιρεῖ, ὁ Χριστὸς ἑνώνει. Κ᾿ ἔχουμε πολλὰ παραδείγματα. Ὁ Χριστὸς ἑνώνει. Καὶ Χριστὸς σον Ἐκκλησία. Καὶ ἡ Ἐκκλησία ἑνώνει. Καὶ ἐγὼ ὡς ἐπίσκοπος δὲν ἀνήκω σὲ κόμματα. Πενήντα χρόνια δουλεύω στὴν Ἐκκλησία, πολλοὺς διωγμοὺς καὶ φυλακίσεις καὶ ἐξορίες ὑπέστην, ἀλλὰ σὲ κόμματα δὲν ἀνήκω. Ἡ Ἐκκλησία μένει πάνω ἀπὸ τὰ κόμματα. Ἡ Ἐκκλησία μας, ὅπως εἶπα πολλὲς φορὲς καὶ τὸ ἐπαναλαμβάνω, εἶνε σὰν τὴν κλῶσσα. Ἡ κλῶσσα ἀγαπάει ὅλα τὰ πουλιά της· ἄλλα πουλιά της εἶνε ἄσπρα, ἄλλα εἶνε κόκκινα, ἄλλα εἶνε γαλάζια, ἄλλα εἶνε κίτρινα, ἄλλα εἶνε μαῦρα· ἐκείνη τ᾿ ἀγαπάει ὅλα, ὁποιοδήποτε χρῶμα καὶ ἂν ἔχουν. Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία ἀγαπάει ὅλα τὰ παιδιά της καὶ δὲν ἀναμιγνύεται στὰ κομματικά. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς διδάσκει νὰ λέμε· Ἀνήκουμε στὴν πατρίδα, στὴ γλυκειά μας πατρίδα. Καὶ πάνω ἀπὸ τὴν πατρίδα ἀνήκουμε στὸ Χριστό· «ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν». Ἐκεῖ ν᾿ ἀνήκουμε καὶ ἕνα μόνο νὰ ἐπιδιώκουμε· νὰ εμαστε ἑνωμένοι, ἑνωμένοι ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Σωτῆρι ἡμῶν, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Α' ΟΙΚΟΥΜ. ΣΥΝΟΔΟΥ
Η έκτη κατά σειρά Κυριακή μετά το Άγιο Πάσχα είναι αφιερωμένη από την Εκκλησία μας στην μνήμη των 318 Αγίων Πατέρων, οι οποίοι έλαβαν μέρος στην Α' Οικουμενική Σύνοδο που συνήλθε στην Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. Η σύνοδος συνήλθε κατά πρόσκληση του Μεγάλου Κωνσταντίνου κατά το εικοστό έτος της βασιλείας του.
Διακριθείσες μορφές της συνόδου ήταν ο Αλέξανδρος ο Κωνσταντινουπόλεως, ο Αλέξανδρος ο Αλεξανδρείας, ο Μέγας Αθανάσιος, ο Ευστάθιος ο Αντιοχείας, ο Μακάριος ο Ιεροσολύμων, ο Παφνούτιος, ο Άγιος Σπυρίδων, ο Άγιος Νικόλαος, κ.α.
Η Α' Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε τον Άρειο και τον Αρειανισμό. Διατύπωσε τους πρώτους όρους ορθού Χριστιανικού δόγματος και ιδιαίτερα τα περί του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, τον Ιησού Χριστό, ως ομοούσιον τω Θεώ Πατρί.
Συνέταξε τα πρώτα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως.
Επίσης αποφάσισε τους κάτωθι ιερούς Κανόνες:
Κανών Α': Καταδικάζει τη συνήθεια του οικειοθελούς ευνουχισμού και απαγορεύει τη χειροτονία ευνουχισμένων, πλην όσων για ιατρικούς λόγους ή λόγω βασανιστηρίων εξετμήθησαν.
Διακριθείσες μορφές της συνόδου ήταν ο Αλέξανδρος ο Κωνσταντινουπόλεως, ο Αλέξανδρος ο Αλεξανδρείας, ο Μέγας Αθανάσιος, ο Ευστάθιος ο Αντιοχείας, ο Μακάριος ο Ιεροσολύμων, ο Παφνούτιος, ο Άγιος Σπυρίδων, ο Άγιος Νικόλαος, κ.α.
Η Α' Οικουμενική Σύνοδος καταδίκασε τον Άρειο και τον Αρειανισμό. Διατύπωσε τους πρώτους όρους ορθού Χριστιανικού δόγματος και ιδιαίτερα τα περί του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, τον Ιησού Χριστό, ως ομοούσιον τω Θεώ Πατρί.
Συνέταξε τα πρώτα επτά άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως.
Επίσης αποφάσισε τους κάτωθι ιερούς Κανόνες:
Κανών Α': Καταδικάζει τη συνήθεια του οικειοθελούς ευνουχισμού και απαγορεύει τη χειροτονία ευνουχισμένων, πλην όσων για ιατρικούς λόγους ή λόγω βασανιστηρίων εξετμήθησαν.
Κανών Β': Απαγορεύει τη χειροτονία ως κληρικών στα νέα μέλη (νεόφυτοι) της εκκλησίας.
Κανών Γ': Καταδικάζει την συνήθεια των κληρικών όλων των βαθμών να συζούν με νεαρές γυναίκες τις οποίες δεν είχαν παντρευτεί (συνείσακτοι).
Κανών Δ' - Ε': Εισάγεται το «μητροπολιτικό σύστημα», το οποίο ίσχυε στην οργάνωση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, και καθορίζουν την αρμοδιότητα της επαρχιακής συνόδου στη χειροτονία των επισκόπων.
Κανών ΣΤ': Αναγνωρίζει κατ' εξαίρεση το αρχαίο έθος της συγκεντρωτικής δικαιοδοσίας του επισκόπου της Αλεξάνδρειας στις εκκλησίες της Αιγύπτου, Λιβύης και Πεντάπολης —όπως συνέβαινε και με την εκκλησία της Ρώμης—, ενώ εξαιρεί τη Ρώμη και την Αντιόχεια από το γενικό μέτρο του μητροπολιτικού συστήματος.
Κανών Ζ': Ορίζεται ότι ο επίσκοπος Αιλίας (δηλ. Ιερουσαλήμ) να είναι ο επόμενος στη σειρά απόδοση τιμών.
Κανών Η': Ορίζει τον τρόπο επιστροφής στην εκκλησία της Αιγύπτου των λεγόμενων «Καθαρών» (Μελιτιανό σχίσμα).
Κανών Θ': Αναφέρεται στην συνήθη περίπτωση χειροτονίας πρεσβυτέρων των οποίων δεν εξετάστηκαν τα προσόντα ή οι οποίοι δεν παραμένουν άμεμπτοι.
Κανών Ι': Καταδικάζει τη χειροτονία πεπτωκότων.
Κανών ΙΑ' - ΙΒ': Καθορίζεται η μετάνοια των πεπτωκότων, με αυστηρότερα κριτήρια.
Κανών ΙΓ': Δέχεται ότι είναι δυνατόν να παρασχεθεί Θεία Ευχαριστία επί της επιθανατίου κλίνης.
Κανών ΙΔ': Ορίζεται η μετάνοια των πεπτωκότων κατηχουμένων.
Κανών ΙΕ' - ΙΣΤ': Καταδικάζεται η επιδίωξη κληρικών για μετάθεση σε άλλες εκκλησίες.
Κανών ΙΖ': Καταδικάζει την πλεονεξία και αισχροκέρδεια των κληρικών που προέρχεται από τον έντοκο δανεισμό.
Κανών ΙΗ': Απαγορεύει στους διακόνους να μεταδίδουν και να αγγίζουν τη Θεία Ευχαριστία πριν από τους πρεσβυτέρους, και δεν επιτρέπεται το να κάθονται μεταξύ των πρεσβυτέρων.
Κανών Κ': Απαγορεύει τη γονυκλισία στη Θεία Λειτουργία της Κυριακής και την ημέρα της Πεντηκοστής.
Επιπρόσθετα καθορίστηκε η κοινή ημέρα εορτασμού του Πάσχα.
Τα συμπεράσματα της συνόδου υπογράφηκαν από περισσότερους από 318 και ο αριθμός αυτός επικράτησε για συμβολικούς λόγους. Οι επίσκοποι που ήταν παρόντες στη σύνοδο συνοδεύονταν από κατώτερους κληρικούς.
Στο ιερό Ευαγγέλιο της Κυριακής των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου ακούμε ένα τμήμα της λεγομένης αρχιερατικής προσευχής του Κυρίου μας. Μιας προσευχής συγκλονιστικής που έκανε ο Κύριος μπροστά στους μαθητές του τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ. Εκεί στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μετά το Μυστικό Δείπνο ο Κύριος, αφού ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, είπε:
Πάτερ, ήλθε η ώρα να θυσιασθώ για τη σωτηρία του κόσμου. Δέξου τη θυσία μου αυτή και δόξασε τον Υιό σου, για να Σε δοξάσει και ο Υιός σου, για να λυτρώσει όσους πίστεψαν σ’ Αυτόν και να τους προσφέρει την αιώνια ζωή. Και αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν οι πιστοί Εσένα τον μόνο αληθινό Θεό και Εμένα που με έστειλες στον κόσμο.
Εγώ Σε δόξασα πάνω στη γη. Και με τη θυσία που θα προσφέρω σε λίγο πάνω στο σταυρό, ολοκλήρωσα τελείως το έργο που μου έδωσες να επιτελέσω. Και τώρα που θα φύγω από τον κόσμο αυτό, δόξασέ με και ως άνθρωπο εσύ, Πάτερ, με την δόξα την οποία είχα κοντά σου πριν να δημιουργηθεί ο κόσμος.
Μέσα στη συγκλονιστική αυτή αρχιερατική προσευχή ακούμε τον Κύριο πολλές φορές να μιλάει για τη δόξα Του. Σε ποια όμως δόξα αναφέρεται; Όσο κι αν μας φαίνεται παράξενο, ο Κύριος αναφέρεται στη δόξα της σταυρικής του θυσίας που θα ακολουθήσει. Βέβαια ο Κύριος δοξάστηκε και με τα εκπληκτικά θαύματά Του, με την αγία ζωή Του, με την απαράμιλλη διδασκαλία Του, με την Ανάστασή του και την Ανάληψή του.
Όμως η μεγαλύτερη δόξα του Κυρίου μας δεν πραγματοποιήθηκε σ’ αυτές τις στιγμές του θριάμβου, αλλά στις τραγικότερες και πιο ταπεινωτικές στιγμές της ζωής του. Ο Κύριός μας ανήλθε στην κορυφή του μεγαλείου του όταν ανυψώθηκε στην κορυφή του Γολγοθά και αποκάλυψε στους ανθρώπους το ανυπέρβλητο ύψος της αρετής Του. Μιας αρετής που ακτινοβόλησε στον ουρανό, στη γη και τα καταχθόνια. Διότι ο Κύριός μας πάνω στο σταυρό αποκάλυψε στο μεγαλύτερο βαθμό την τέλεια αγάπη Του για τα πλάσματά του. Εκεί στην τρομερή αγωνία του Πάθους έδειξε τη βασιλική του μεγαλειότητα. Με ανεξικακία και υπομονή δοκίμασε όχι μόνο τους αφόρητους πόνους του μαρτυρίου, αλλά και σήκωσε με εγκαρτέρηση το αβάστακτο βάρος των αμαρτιών μας. Ο Σταυρός του έγινε το υψηλότερο βήμα της ανθρωπότητας, που διακηρύττει μία δόξα άφθαστη. (Επιγραφή σε Σταυρό: Ο Βασιλεύς της δόξης).
Σε τέτοιου είδους δόξα όμως ο Κύριος καλεί και όλους εμάς. Διότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε πλασμένοι για τη δόξα. Δυστυχώς όμως αναζητούμε την καταξίωσή μας σε λάθος δρόμο: στη ματαιότητα, στα τάλαντα, στην εξουσία, στην αναγνώριση. Αυτή όμως η κοσμική καταξίωση είναι ψεύτικη, φευγαλέα. Η αληθινή δόξα βρίσκεται στο δρόμο της θυσίας, στην κοινωνία των παθημάτων του Κυρίου μας. Υψωνόμαστε όταν θυσιαζόμαστε, όταν υπομένουμε πειρασμούς, περιφρονήσεις, συκοφαντίες, αδικίες, όταν ξέρουμε να συγχωρούμε και να ευεργετούμε, όταν σταυρώνουμε καθημερινά τον εαυτό μας και τα πάθη του.
Η ενότητα των πιστών.
Στην συνέχεια της αρχιερατικής του προσευχής ο Κύριος προσεύχεται για τους μαθητές του και για όλους του πιστούς. Πάτερ άγιε, λέει, εγώ φανέρωσα το όνομά Σου στους ανθρώπους που μου εμπιστεύθηκες. Απεκάλυψα σ’ αυτούς τις αλήθειες που μου έδωσες. Και αυτοί δέχθηκαν τον λόγο σου και πίστεψαν ότι όλα όσα έχω από Σένα προέρχονται και ότι εγώ από Σένα γεννήθηκα. Τη στιγμή αυτή Σε παρακαλώ για εκείνους που μου έδωσες. Εγώ δεν θα είμαι πλέον σωματικώς στον κόσμο. Αυτοί όμως θα είναι. Όσο ήμουν μαζί τους τους φύλαξα. Πάτερ άγιε, φύλαξέ τους με την πατρική σου δύναμη, ώστε να παραμείνουν ενωμένοι μαζί μου και μεταξύ τους. Να είναι ενωμένοι, όπως κι εμείς είμαστε ένα.
Στο δεύτερο αυτό τμήμα της αρχιερατικής προσευχής του ο Κύριος προσεύχεται για όλους τους μαθητές του, ώστε να έχουν μεταξύ τους ενότητα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη επιθυμία του Κυρίου κατά τη συγκλονιστική αυτή ώρα. Να μένουμε όλοι οι πιστοί ενωμένοι μαζί του και μεταξύ μας μέσα στην αγία του Εκκλησία. Και γιατί το επιθυμεί αυτό ο Κύριος τόσο πολύ; Διότι γνώριζε ότι οι αιρετικοί ως λύκοι άγριοι θα ορμήσουν να καταπληγώσουν το σώμα της και θα το κομματιάσουν. (σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα). Και προσεύχεται για την ενότητα των πιστών, διότι γνωρίζει ότι όταν οι Χριστιανοί χάσουν την ενότητα της πίστεως, χάνουν και τη Χάρη του Θεού, συγκεκριμένα ότι όλοι οι αιρετικοί, Παπικοί, Προτεστάντες και τόσοι άλλοι, δεν είναι μέλη της μίας αγίας Εκκλησίας, και γι’ αυτό δεν έχουν τη Χάρη του Θεού, δεν έχουν πραγματικά Μυστήρια, δεν ανήκουν στην Εκκλησία, αλλά είναι αιρετικές ομάδες. Όλοι αυτοί έχουν απομακρυνθεί από τον Χριστό και την αλήθεια του. Και δεν μπορούν να φθάσουν στον αγιασμό και στη θέωση έξω από τη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία.
Την αλήθεια αυτή τη γνώριζαν πολύ καλά οι άγιοι θεοφόροι Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Γι’ αυτό και πολέμησαν δυναμικά τον αιρεσιάρχη Άρειο. Διότι κατανοούσαν ότι όποιος δεν είναι ενωμένος με την Εκκλησία, είναι στην πλάνη, είναι στο σκοτάδι, είναι επικίνδυνος. Αυτή την παρακαταθήκη άφησαν και σε μας: να μένουμε άρρηκτα ενωμένοι με τον Χριστό μας και την Εκκλησία του. Διότι ή είσαι ενωμένος με τον Χριστό και ανήκεις στη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία ή είσαι αιρετικός, οπότε είσαι εκτός της Εκκλησίας.
Παραθέτουμε το ποίημα του Γεωργίου Νικομηδείας, που αποτελεί κ' ένα από τά καλύτερα μαθήματα της παραδόσεως της βυζαντινής μουσικής, και που ψάλλεται σε ήχο πλάγιο του τετάρτου:
Στο ιερό Ευαγγέλιο της Κυριακής των Αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου ακούμε ένα τμήμα της λεγομένης αρχιερατικής προσευχής του Κυρίου μας. Μιας προσευχής συγκλονιστικής που έκανε ο Κύριος μπροστά στους μαθητές του τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ. Εκεί στο υπερώο της Ιερουσαλήμ μετά το Μυστικό Δείπνο ο Κύριος, αφού ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, είπε:
Πάτερ, ήλθε η ώρα να θυσιασθώ για τη σωτηρία του κόσμου. Δέξου τη θυσία μου αυτή και δόξασε τον Υιό σου, για να Σε δοξάσει και ο Υιός σου, για να λυτρώσει όσους πίστεψαν σ’ Αυτόν και να τους προσφέρει την αιώνια ζωή. Και αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν οι πιστοί Εσένα τον μόνο αληθινό Θεό και Εμένα που με έστειλες στον κόσμο.
Εγώ Σε δόξασα πάνω στη γη. Και με τη θυσία που θα προσφέρω σε λίγο πάνω στο σταυρό, ολοκλήρωσα τελείως το έργο που μου έδωσες να επιτελέσω. Και τώρα που θα φύγω από τον κόσμο αυτό, δόξασέ με και ως άνθρωπο εσύ, Πάτερ, με την δόξα την οποία είχα κοντά σου πριν να δημιουργηθεί ο κόσμος.
Μέσα στη συγκλονιστική αυτή αρχιερατική προσευχή ακούμε τον Κύριο πολλές φορές να μιλάει για τη δόξα Του. Σε ποια όμως δόξα αναφέρεται; Όσο κι αν μας φαίνεται παράξενο, ο Κύριος αναφέρεται στη δόξα της σταυρικής του θυσίας που θα ακολουθήσει. Βέβαια ο Κύριος δοξάστηκε και με τα εκπληκτικά θαύματά Του, με την αγία ζωή Του, με την απαράμιλλη διδασκαλία Του, με την Ανάστασή του και την Ανάληψή του.
Όμως η μεγαλύτερη δόξα του Κυρίου μας δεν πραγματοποιήθηκε σ’ αυτές τις στιγμές του θριάμβου, αλλά στις τραγικότερες και πιο ταπεινωτικές στιγμές της ζωής του. Ο Κύριός μας ανήλθε στην κορυφή του μεγαλείου του όταν ανυψώθηκε στην κορυφή του Γολγοθά και αποκάλυψε στους ανθρώπους το ανυπέρβλητο ύψος της αρετής Του. Μιας αρετής που ακτινοβόλησε στον ουρανό, στη γη και τα καταχθόνια. Διότι ο Κύριός μας πάνω στο σταυρό αποκάλυψε στο μεγαλύτερο βαθμό την τέλεια αγάπη Του για τα πλάσματά του. Εκεί στην τρομερή αγωνία του Πάθους έδειξε τη βασιλική του μεγαλειότητα. Με ανεξικακία και υπομονή δοκίμασε όχι μόνο τους αφόρητους πόνους του μαρτυρίου, αλλά και σήκωσε με εγκαρτέρηση το αβάστακτο βάρος των αμαρτιών μας. Ο Σταυρός του έγινε το υψηλότερο βήμα της ανθρωπότητας, που διακηρύττει μία δόξα άφθαστη. (Επιγραφή σε Σταυρό: Ο Βασιλεύς της δόξης).
Σε τέτοιου είδους δόξα όμως ο Κύριος καλεί και όλους εμάς. Διότι όλοι οι άνθρωποι είμαστε πλασμένοι για τη δόξα. Δυστυχώς όμως αναζητούμε την καταξίωσή μας σε λάθος δρόμο: στη ματαιότητα, στα τάλαντα, στην εξουσία, στην αναγνώριση. Αυτή όμως η κοσμική καταξίωση είναι ψεύτικη, φευγαλέα. Η αληθινή δόξα βρίσκεται στο δρόμο της θυσίας, στην κοινωνία των παθημάτων του Κυρίου μας. Υψωνόμαστε όταν θυσιαζόμαστε, όταν υπομένουμε πειρασμούς, περιφρονήσεις, συκοφαντίες, αδικίες, όταν ξέρουμε να συγχωρούμε και να ευεργετούμε, όταν σταυρώνουμε καθημερινά τον εαυτό μας και τα πάθη του.
Η ενότητα των πιστών.
Στην συνέχεια της αρχιερατικής του προσευχής ο Κύριος προσεύχεται για τους μαθητές του και για όλους του πιστούς. Πάτερ άγιε, λέει, εγώ φανέρωσα το όνομά Σου στους ανθρώπους που μου εμπιστεύθηκες. Απεκάλυψα σ’ αυτούς τις αλήθειες που μου έδωσες. Και αυτοί δέχθηκαν τον λόγο σου και πίστεψαν ότι όλα όσα έχω από Σένα προέρχονται και ότι εγώ από Σένα γεννήθηκα. Τη στιγμή αυτή Σε παρακαλώ για εκείνους που μου έδωσες. Εγώ δεν θα είμαι πλέον σωματικώς στον κόσμο. Αυτοί όμως θα είναι. Όσο ήμουν μαζί τους τους φύλαξα. Πάτερ άγιε, φύλαξέ τους με την πατρική σου δύναμη, ώστε να παραμείνουν ενωμένοι μαζί μου και μεταξύ τους. Να είναι ενωμένοι, όπως κι εμείς είμαστε ένα.
Στο δεύτερο αυτό τμήμα της αρχιερατικής προσευχής του ο Κύριος προσεύχεται για όλους τους μαθητές του, ώστε να έχουν μεταξύ τους ενότητα. Αυτή είναι η μεγαλύτερη επιθυμία του Κυρίου κατά τη συγκλονιστική αυτή ώρα. Να μένουμε όλοι οι πιστοί ενωμένοι μαζί του και μεταξύ μας μέσα στην αγία του Εκκλησία. Και γιατί το επιθυμεί αυτό ο Κύριος τόσο πολύ; Διότι γνώριζε ότι οι αιρετικοί ως λύκοι άγριοι θα ορμήσουν να καταπληγώσουν το σώμα της και θα το κομματιάσουν. (σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα). Και προσεύχεται για την ενότητα των πιστών, διότι γνωρίζει ότι όταν οι Χριστιανοί χάσουν την ενότητα της πίστεως, χάνουν και τη Χάρη του Θεού, συγκεκριμένα ότι όλοι οι αιρετικοί, Παπικοί, Προτεστάντες και τόσοι άλλοι, δεν είναι μέλη της μίας αγίας Εκκλησίας, και γι’ αυτό δεν έχουν τη Χάρη του Θεού, δεν έχουν πραγματικά Μυστήρια, δεν ανήκουν στην Εκκλησία, αλλά είναι αιρετικές ομάδες. Όλοι αυτοί έχουν απομακρυνθεί από τον Χριστό και την αλήθεια του. Και δεν μπορούν να φθάσουν στον αγιασμό και στη θέωση έξω από τη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία.
Την αλήθεια αυτή τη γνώριζαν πολύ καλά οι άγιοι θεοφόροι Πατέρες της Α’ Οικουμενικής Συνόδου. Γι’ αυτό και πολέμησαν δυναμικά τον αιρεσιάρχη Άρειο. Διότι κατανοούσαν ότι όποιος δεν είναι ενωμένος με την Εκκλησία, είναι στην πλάνη, είναι στο σκοτάδι, είναι επικίνδυνος. Αυτή την παρακαταθήκη άφησαν και σε μας: να μένουμε άρρηκτα ενωμένοι με τον Χριστό μας και την Εκκλησία του. Διότι ή είσαι ενωμένος με τον Χριστό και ανήκεις στη μία αληθινή Ορθόδοξη Εκκλησία ή είσαι αιρετικός, οπότε είσαι εκτός της Εκκλησίας.
Παραθέτουμε το ποίημα του Γεωργίου Νικομηδείας, που αποτελεί κ' ένα από τά καλύτερα μαθήματα της παραδόσεως της βυζαντινής μουσικής, και που ψάλλεται σε ήχο πλάγιο του τετάρτου:
Τών αγίων Πατέρων ο χορός,
εκ των της οικουμένης περάτων συνδραμών,
Πατρός και Υιού και Πνεύματος Αγίoυ,
μίαν ουσίαν εδογμάτισε και φύσιν•
και το μυστήριον της Θεολογίας,
εκ των της οικουμένης περάτων συνδραμών,
Πατρός και Υιού και Πνεύματος Αγίoυ,
μίαν ουσίαν εδογμάτισε και φύσιν•
και το μυστήριον της Θεολογίας,
τρανώς παρέδωκε τη Εκκλησία.
Ους ευφημούντες εν πίστει,
μακαρίσωμεν λέγοντες•
Ω θεία παρεμβολή,
Ους ευφημούντες εν πίστει,
μακαρίσωμεν λέγοντες•
Ω θεία παρεμβολή,
θεηγόροι οπλίται παρατάξεως Κυρίου•
αστέρες πολύφωτοι του νοητού στερεώματος•
της μυστικής Σιών οι ακαθαίρετοι πύργοι•
τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου•
τα πάγχρυσα στόματα του Λόγου•
της μυστικής Σιών οι ακαθαίρετοι πύργοι•
τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου•
τα πάγχρυσα στόματα του Λόγου•
Νικαίας το καύχημα, οικουμένης αγλάϊσμα•
εκτενώς πρεσβεύσατε, υπέρ των ψυχών ημών.
Η σύγκλιση της Α'Οικουμενικής Συνόδου και οι αποφάσεις της
1.- Σύγκλιση της Συνόδου
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος συνήλθε στην Νίκαια της Βιθυνίας στις 14 Ιουνίου 325 μ.Χ. (14-19 Ιουνίου 325 δια τον Όρον της Πίστεως). «Εν υπατεία Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπροτάτων, έτους από Αλεξάνδρου χλς΄, εν μηνί Δεσίω ιθ΄ τη προ ιγ΄ καλανδών Ιουλίων εν Νικαία τη Μητροπόλει Βιθυνίας» (Τούτο ανεγνώσθη υπό του Νικομηδείας Ευνομίου. Μήλια Σπ. Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, Β’ πράξη της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου) έληξε δε «Εν μηνί Λώω, προ ζ΄ καλανδών Γορπιαίω», δηλ. η Σύνοδος έλαβε πέρας στις 25 Αυγούστου 325 (προ επτά Καλανδών Σεπτεμβρίου), διήρκεσε δηλ. 10 εβδομάδες. Οι προκαταρκτικές συνεδριάσεις είχαν αρχίσει στις 20 Μαΐου 325. Ώστε, η Σύνοδος είχε 25 ημέρες ανεπίσημων συνεδριάσεων και 70 ημέρες επίσημων, σύνολον 90 ημέρες.
Τη Σύνοδο συνεκάλεσε ο βασιλεύς Κωνσταντίνος (ο Μέγας) με επίσημο Συγκλητήριο Θέσπισμα (Τούτο βρίσκεται σε αρχαίο Συριακό χειρόγραφο του 4ου αιώνα, που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο).
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος συνήλθε στην Νίκαια της Βιθυνίας στις 14 Ιουνίου 325 μ.Χ. (14-19 Ιουνίου 325 δια τον Όρον της Πίστεως). «Εν υπατεία Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπροτάτων, έτους από Αλεξάνδρου χλς΄, εν μηνί Δεσίω ιθ΄ τη προ ιγ΄ καλανδών Ιουλίων εν Νικαία τη Μητροπόλει Βιθυνίας» (Τούτο ανεγνώσθη υπό του Νικομηδείας Ευνομίου. Μήλια Σπ. Πρακτικά Οικουμενικών Συνόδων, Β’ πράξη της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου) έληξε δε «Εν μηνί Λώω, προ ζ΄ καλανδών Γορπιαίω», δηλ. η Σύνοδος έλαβε πέρας στις 25 Αυγούστου 325 (προ επτά Καλανδών Σεπτεμβρίου), διήρκεσε δηλ. 10 εβδομάδες. Οι προκαταρκτικές συνεδριάσεις είχαν αρχίσει στις 20 Μαΐου 325. Ώστε, η Σύνοδος είχε 25 ημέρες ανεπίσημων συνεδριάσεων και 70 ημέρες επίσημων, σύνολον 90 ημέρες.
Τη Σύνοδο συνεκάλεσε ο βασιλεύς Κωνσταντίνος (ο Μέγας) με επίσημο Συγκλητήριο Θέσπισμα (Τούτο βρίσκεται σε αρχαίο Συριακό χειρόγραφο του 4ου αιώνα, που βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο).
Ποιος προήδρευσε της Συνόδου;
Ο Κωνσταντίνος, ο οποίος «τον λόγον εδίδου τοις της Συνόδου Προέδροις», οι οποίοι ήσαν οι ιεραρχικώς Προϊστάμενοι των μεγάλων εκκλησιαστικών περιφερειών, Ρώμης, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, κτλ. (Ευσέβιου: «εν βίω Κωνσταντίνου»).
Πόσοι Πατέρες παρέστησαν στην Σύνοδο;
Πόσοι Πατέρες παρέστησαν στην Σύνοδο;
Τριακόσιοι δέκα οκτώ (βεβαιώνεται σ’ όλες τις επόμενες Οικ. Συνόδους), οι οποίοι και υπέγραψαν. Υπήρχαν και έτεροι πέντε οι οποίοι δεν υπέγραψαν (Νικομηδείας Ευσέβιος, Νικαίας Θέογνις, Χαλκηδόνος Μάρης, Μαρμαρικής Θεωνάς, Πτολεμαϊδος Σεκούνδος). Γενικό σύνολο 323 (μαρτυρία Σωκράτους) σε ένα σύνολο 2305 επισκόπων (Πάλμερ, Εκκλ. ιστορία).
Ποίοι από τους 318 Πατέρες διέπρεψαν για την προσωπικότητά τους και την σοφία τους;
Αλεξανδρείας Αλέξανδρος με τον Αρχιδιάκονό του Αθανάσιο, Αντιοχείας Ευστάθιος, Ιεροσολύμων Μακάριος, Πρεσβύτερος Αλέξανδρος, τόπον επέχοντα του Κωνσταντινουπόλεως Μητροφάνη, με τον νοτάριό του Παύλο, Κορδούης Όσιος, Νισίβης Ιάκωβος, Σαρδικής Πρωτογένης, Καισαρείας Λεόντιος, Τυάνων Ευψύχιος, Νεοκαισαρείας Παύλος, Αγκύρας Μάρκελλος, Τριμυθούντος Σπυρίδων, Μύρων Νικόλαος, Επιφανείας Αμφίων, Αιγυποδιάδος Παφνούτιος, Ηρακλεουπόλεως Ποτάμων, Γαγγρών Υπάτιος, Αρμενίας Αριστάγης, Μαξιμιανουπόλεως Μάξιμος. Κορυφαίος των Αρειανών υπήρξεν ο Νικομηδείας Ευσέβιος.
Ο Μ. Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Α΄ Οικ. Σύνοδο στη Νίκαια το 325 και προήδρευσε αυτής όντας ειδωλολάτρης και ο οποίος «τον λόγον εδίδου τοις της Συνόδου Προέδροις», οι οποίοι ήσαν οι ιεραρχικώς Προϊστάμενοι των μεγάλων εκκλησιαστικών περιφερειών, Ρώμης, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, κτλ. (Ευσέβιου: «εν βίω Κωνσταντίνου»). Πράγματι σημειώνεται, ότι είναι η πρώτη και μοναδική φορά, όπου προΐσταται Οικουμενικής Συνόδου της Εκκλησίας, πρόσωπο που είναι ειδωλολάτρης και μάλιστα κατέχει επίσημα τον τίτλο του Αρχιερέα των ειδώλων (PontifexMaximus).
Ο Μ. Κωνσταντίνος συγκάλεσε την Α΄ Οικ. Σύνοδο στη Νίκαια το 325 και προήδρευσε αυτής όντας ειδωλολάτρης και ο οποίος «τον λόγον εδίδου τοις της Συνόδου Προέδροις», οι οποίοι ήσαν οι ιεραρχικώς Προϊστάμενοι των μεγάλων εκκλησιαστικών περιφερειών, Ρώμης, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, κτλ. (Ευσέβιου: «εν βίω Κωνσταντίνου»). Πράγματι σημειώνεται, ότι είναι η πρώτη και μοναδική φορά, όπου προΐσταται Οικουμενικής Συνόδου της Εκκλησίας, πρόσωπο που είναι ειδωλολάτρης και μάλιστα κατέχει επίσημα τον τίτλο του Αρχιερέα των ειδώλων (PontifexMaximus).
Η Σύνοδος αυτή καταδίκασε τον αρειανισμό και αναθεμάτισε τον Άρειο και πέντε ακόμη επισκόπους αρειανούς, μεταξύ των οποίων και τον Νικομηδείας Ευσέβιο. Συγκεκριμένα αναφέρονται τα εξής (Μητροπολίτη Καλλίνικου Δελικάνη, Η πρώτη εν Νικαία Οικουμενική Σύνοδος, σελ. 180-181): «Τον Όρον της εν Νικαία Συνόδου «ταύτη τη πίστη» λέγει ο Σωκράτης, «οκτώ και δέκα και τριακόσιοι έγνωσάν τε και έστερξαν, πέντε δε μόνοι ου προσεδέξαντο, της λέξεως του Ομοουσίου σκώψαντες». Ήσαν δε ούτοι ο Νικομηδείας Ευσέβιος, ο Νικαίας Θέογνις, ο Χαλκηδόνος Μάρις, ο Πτολεμαϊδος Σεκούνδος, ο Μαρμαρικής Θεωνάς. Αλλ’ οι τρεις πρώτοι, ιδόντες το απροχώρητον, «έδεισαν γαρ των Επισκόπων το πλήθος, τοις εκτεθείσι συνέθεντο» γράφει ο Θεοδώρητος. Ο δε Καισαρείας της Παλαιστίνης Ευσέβιος «μικρόν επιστήσας και διασκεψάμενος ει δει προσδέξασθαι τον όρον της πίστεως, ούτως άμα τοις πολλοίς πάσι, συνήνεσέ τε και προσυπέγραψε». «Οι δε Αρειομανείς, δείσαντες μη τοσούτων εν ταυτώ συγκεκροτημένων Επισκόπων εξοστρακισθοίεν, απαγορεύουσι μεν και αναθεματίζουσι το απηγορευμένον δόγμα συμφώνοις γράμμασιν υπογράψαντες αυτοχειρί» (Θεοδωρήτου: Εκκλ. Ιστ. Α΄).
Τον Όρον της πίστεως επηκολούθησεν η υπό της Συνόδου επίσημος καθαίρεσις και αναθεματισμός του Αρείου και των ομοφρόνων αυτού, απαγορευθείσης άμα τω Αρείω της εις Αλεξάνδρειαν επανόδου: «Διόπερ η Σύνοδος Άρειον και τους ομοδόξους αυτού αναθεμάτισεν άπαντας, προσθέντες μήτε της Αλεξανδρείας επιβαίνειν αυτόν» (Σωκρ. Εκκλ. Ιστ. Δ΄). «Ιστέον μέντοι -προσθέτει-, ως τη Αρείου καθαιρέσει ούτε έθεντο, ούτε υπέγραψαν Νικομηδείας Ευσέβιος και Νικαίας Θέογνις, καίπερ τη γραφή της πίστεως συναινέσαντες». «Βασιλέως δε πρόσταγμα και αυτόν (Άρειον) και τους περί Ευσέβιον εις εξορίαν απέστειλε» (Θεοδώρητος). «Εις το Ιλλυρικόν μεν τον Άρειον μετά των Πτολεμαϊδος και Μαρμαρικής, εις Γαλλίαν δε τον Νικομηδείας και τον Νικαίας».
Η Σύνοδος αυτή κλήθηκε να ασχοληθεί με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού και συγκεκριμένα αν είναι Υιός του Θεού και Θεός ή Υιός του Θεού και το τελειότερο των κτισμάτων. Αναφέρεται, ότι τελικά ο αυτοκράτορας κλήθηκε να αποφασίσει μεταξύ των εκπροσώπων της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, οι οποίοι παρουσίασαν την πρώτη άποψη με τη φράση «ομοούσιος τω Πατρί» και των εκπροσώπων της Αντιοχειανής Εκκλησίας, οι οποίοι παρουσίασαν τη δεύτερη άποψη με τη φράση: «πρωτότοκος πάσης κτίσεως». Η φράση αυτή, απαράδεκτη για την Αλεξανδρινή Εκκλησία, που είχε πρωτεργάτη τον Αρχιδιάκονο Μ. Αθανάσιο, έκανε το Χριστό να φαίνεται κάτι λιγότερο από τον ίδιο το Θεό Πατέρα.
Για να ληφθεί μια δίκαιη απόφαση πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, ο μόνος στον οποίο μπορούσαν να καταφύγουν ήταν ο Κωνσταντίνος, που ήταν θεολογικά αγράμματος, αλλά πολιτικά ήξερε να μεταχειρίζεται υπέροχα τους ανθρώπους. Δεν θα μάθουμε ίσως ποτέ τι έκανε τον Κωνσταντίνο να πάρει την απόφασή του εκείνη τη στιγμή. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι για κείνον η θεοποίηση ενός ανθρώπου δεν ήταν τίποτε το ιδιαίτερο. Είχε θεοποιήσει τον πατέρα του Κωνστάντιο, θα απολάμβανε την ίδια τιμή μετά το θάνατό του και ασφαλώς θα περίμενε να είναι ο Ιησούς ανώτερός του στην ιεραρχία των θεών. Μπορεί επίσης να είχε λάβει υπόψη τα στρατηγικά και εμπορικά πλεονεκτήματα της Αλεξάνδρειας. Όποια και αν ήταν τα κίνητρά του, ο Κωνσταντίνος αποφάσισε υπέρ των Αλαξανδρινών, η φόρμουλα του Ευσέβιου Καισαρείας τροποποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό για να προσαρμοστεί στην Αλεξανδρινή άποψη και παρότρυνε τους συνέδρους να υπογράψουν την αναθεωρημένη φόρμουλα σαν σύμβολο πίστης, στο οποίο θα συμφωνούσαν στο μέλλον όλοι οι Χριστιανοί (I. WilsonΙησούς, οι μαρτυρίες, σελ. 245-246).
Τον Όρον της πίστεως επηκολούθησεν η υπό της Συνόδου επίσημος καθαίρεσις και αναθεματισμός του Αρείου και των ομοφρόνων αυτού, απαγορευθείσης άμα τω Αρείω της εις Αλεξάνδρειαν επανόδου: «Διόπερ η Σύνοδος Άρειον και τους ομοδόξους αυτού αναθεμάτισεν άπαντας, προσθέντες μήτε της Αλεξανδρείας επιβαίνειν αυτόν» (Σωκρ. Εκκλ. Ιστ. Δ΄). «Ιστέον μέντοι -προσθέτει-, ως τη Αρείου καθαιρέσει ούτε έθεντο, ούτε υπέγραψαν Νικομηδείας Ευσέβιος και Νικαίας Θέογνις, καίπερ τη γραφή της πίστεως συναινέσαντες». «Βασιλέως δε πρόσταγμα και αυτόν (Άρειον) και τους περί Ευσέβιον εις εξορίαν απέστειλε» (Θεοδώρητος). «Εις το Ιλλυρικόν μεν τον Άρειον μετά των Πτολεμαϊδος και Μαρμαρικής, εις Γαλλίαν δε τον Νικομηδείας και τον Νικαίας».
Η Σύνοδος αυτή κλήθηκε να ασχοληθεί με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού και συγκεκριμένα αν είναι Υιός του Θεού και Θεός ή Υιός του Θεού και το τελειότερο των κτισμάτων. Αναφέρεται, ότι τελικά ο αυτοκράτορας κλήθηκε να αποφασίσει μεταξύ των εκπροσώπων της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, οι οποίοι παρουσίασαν την πρώτη άποψη με τη φράση «ομοούσιος τω Πατρί» και των εκπροσώπων της Αντιοχειανής Εκκλησίας, οι οποίοι παρουσίασαν τη δεύτερη άποψη με τη φράση: «πρωτότοκος πάσης κτίσεως». Η φράση αυτή, απαράδεκτη για την Αλεξανδρινή Εκκλησία, που είχε πρωτεργάτη τον Αρχιδιάκονο Μ. Αθανάσιο, έκανε το Χριστό να φαίνεται κάτι λιγότερο από τον ίδιο το Θεό Πατέρα.
Για να ληφθεί μια δίκαιη απόφαση πάνω σ’ αυτό το ζήτημα, ο μόνος στον οποίο μπορούσαν να καταφύγουν ήταν ο Κωνσταντίνος, που ήταν θεολογικά αγράμματος, αλλά πολιτικά ήξερε να μεταχειρίζεται υπέροχα τους ανθρώπους. Δεν θα μάθουμε ίσως ποτέ τι έκανε τον Κωνσταντίνο να πάρει την απόφασή του εκείνη τη στιγμή. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι για κείνον η θεοποίηση ενός ανθρώπου δεν ήταν τίποτε το ιδιαίτερο. Είχε θεοποιήσει τον πατέρα του Κωνστάντιο, θα απολάμβανε την ίδια τιμή μετά το θάνατό του και ασφαλώς θα περίμενε να είναι ο Ιησούς ανώτερός του στην ιεραρχία των θεών. Μπορεί επίσης να είχε λάβει υπόψη τα στρατηγικά και εμπορικά πλεονεκτήματα της Αλεξάνδρειας. Όποια και αν ήταν τα κίνητρά του, ο Κωνσταντίνος αποφάσισε υπέρ των Αλαξανδρινών, η φόρμουλα του Ευσέβιου Καισαρείας τροποποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό για να προσαρμοστεί στην Αλεξανδρινή άποψη και παρότρυνε τους συνέδρους να υπογράψουν την αναθεωρημένη φόρμουλα σαν σύμβολο πίστης, στο οποίο θα συμφωνούσαν στο μέλλον όλοι οι Χριστιανοί (I. WilsonΙησούς, οι μαρτυρίες, σελ. 245-246).
2.- Αποτελέσματα της Συνόδου
1.- Έκθεση του συμβόλου της Πίστεως
«Έκθεσις της καθολικής και αποστολικής πίστεως εκτεθείσης υπό της εν Νικαία Συνόδου και του Θεοφιλεστάτου Βασιλέως Κωνσταντίνου, εν υπατεία Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπρών, έτους από Αλεξάνδρου χλς΄. Εν μηνί Δεσίω τη προ 13 Καλανδών Ιουλίων, εν Νικαία τη Μητροπόλει Βιθυνίας (ακολουθεί το γνωστό Σύμβολο Πίστεως της Νικαίας)»:
«Πιστεύομεν εις ένα Θεόν Πατέρα παντοκράτορα πάντων ορατών τε, και αοράτων ποιητήν. Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν τον Υιόν του Θεού, τον γεννηθέντα εκ του Πατρός μονογενή, τουτ’ έστιν εκ της ουσίας του Πατρός, Θεόν εκ Θεού, φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι’ ου τα πάντα εγένετο, τα εν τω Ουρανώ, και τα εν τη γη.
Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους, και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα, και σαρκωθέντα, και εναθρωπήσαντα.
Παθόντα,
Αναστάντα τη Τρίτη ημέρα,
Και ανελθόντα εις τους Ουρανούς και καθεζόμενον εν δεξιά του Πατρός. Πάλιν ερχόμενον κρίναι ζώντας και νεκρούς.
Και εις το άγιον Πνεύμα.
Τους δε λέγοντας, ότι ην ποτε, ότε ουκ ην, και πριν γεννηθήναι ουκ ην, και ότι εξ ουκ όντων εγένετο, ή εξ ετέρας υποστάσεως, ή ουσίας φάσκοντες είναι, ή τρεπτόν, ή αλλοιωτόν τον Υιόν του Θεού, τούτους αναθεματίζει η καθολική και αποστολική Εκκλησία».
2.- Καθαίρεση του Αρείου
Μετά την διατύπωση του Όρου του Συμβόλου της Πίστεως επηκολούθησε η επίσημη καθαίρεση και ο αναθεματισμός του Αρείου και των ομοφρόνων του από την Σύνοδο.
3.- Οι Είκοσι κανόνες της Συνόδου
Η Σύνοδος εξέδωσε 20 κανόνες για διάφορα θέματα. (Ευσέβιος, εν βίω Κωνσταντίνου): «Και περί των καθ’ εκάστην διατυπώσεων και Κανόνας εγγράφως εκθείναι είκοσι παρεγγυά» (ο Κωνσταντίνος).
1.- Έκθεση του συμβόλου της Πίστεως
«Έκθεσις της καθολικής και αποστολικής πίστεως εκτεθείσης υπό της εν Νικαία Συνόδου και του Θεοφιλεστάτου Βασιλέως Κωνσταντίνου, εν υπατεία Παυλίνου και Ιουλιανού των λαμπρών, έτους από Αλεξάνδρου χλς΄. Εν μηνί Δεσίω τη προ 13 Καλανδών Ιουλίων, εν Νικαία τη Μητροπόλει Βιθυνίας (ακολουθεί το γνωστό Σύμβολο Πίστεως της Νικαίας)»:
«Πιστεύομεν εις ένα Θεόν Πατέρα παντοκράτορα πάντων ορατών τε, και αοράτων ποιητήν. Και εις ένα Κύριον Ιησούν Χριστόν τον Υιόν του Θεού, τον γεννηθέντα εκ του Πατρός μονογενή, τουτ’ έστιν εκ της ουσίας του Πατρός, Θεόν εκ Θεού, φως εκ φωτός, Θεόν αληθινόν εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντα ου ποιηθέντα, ομοούσιον τω Πατρί, δι’ ου τα πάντα εγένετο, τα εν τω Ουρανώ, και τα εν τη γη.
Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους, και δια την ημετέραν σωτηρίαν κατελθόντα, και σαρκωθέντα, και εναθρωπήσαντα.
Παθόντα,
Αναστάντα τη Τρίτη ημέρα,
Και ανελθόντα εις τους Ουρανούς και καθεζόμενον εν δεξιά του Πατρός. Πάλιν ερχόμενον κρίναι ζώντας και νεκρούς.
Και εις το άγιον Πνεύμα.
Τους δε λέγοντας, ότι ην ποτε, ότε ουκ ην, και πριν γεννηθήναι ουκ ην, και ότι εξ ουκ όντων εγένετο, ή εξ ετέρας υποστάσεως, ή ουσίας φάσκοντες είναι, ή τρεπτόν, ή αλλοιωτόν τον Υιόν του Θεού, τούτους αναθεματίζει η καθολική και αποστολική Εκκλησία».
2.- Καθαίρεση του Αρείου
Μετά την διατύπωση του Όρου του Συμβόλου της Πίστεως επηκολούθησε η επίσημη καθαίρεση και ο αναθεματισμός του Αρείου και των ομοφρόνων του από την Σύνοδο.
3.- Οι Είκοσι κανόνες της Συνόδου
Η Σύνοδος εξέδωσε 20 κανόνες για διάφορα θέματα. (Ευσέβιος, εν βίω Κωνσταντίνου): «Και περί των καθ’ εκάστην διατυπώσεων και Κανόνας εγγράφως εκθείναι είκοσι παρεγγυά» (ο Κωνσταντίνος).