Χωρίς να χαθεί χρόνος έχουν ήδη σταλεί τα κατάλληλα μηνύματα στην Άγκυρα ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις θα «βρίσκονται εκεί», για μια ακόμη ...
Χωρίς να χαθεί χρόνος έχουν ήδη σταλεί τα κατάλληλα μηνύματα
στην Άγκυρα ότι οι Ένοπλες Δυνάμεις θα «βρίσκονται εκεί», για μια ακόμη
φορά και ότι όσοι – εάν υπάρχουν – πληροφορούν τους Τούρκους στρατηγούς
και τους πολιτικούς ηγέτες ότι η ελληνική ισχύς είναι σε υποχώρηση λόγω
προβλημάτων τα οποία είναι απότοκο της οικονομικής κρίσης, απλώς θα
εκπλαγούν…
Το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Άμυνας προκύπτει ότι για μια
ακόμη φορά είχε κάνει καλά και – κυρίως – έγκαιρα τη δουλειά του,
έχοντας προβλέψει με ακρίβεια τις τουρκικές κινήσεις και είχε ενημερώσει
αρμοδίως την πολιτική ηγεσία του υπουργείου. Το σκεπτικό είναι
εξαιρετικά απλό και στηρίζεται στην πλούσια εμπειρία που προσφέρουν οι
δεκαετίες της έντασης στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και τα «πρότυπα» συμπεριφοράς της Άγκυρας, η οποία έχει καταντήσει… βαρετά προβλέψιμη.
Βασική – θεμελιώδης παραδοχή στην ανάλυση των επιτελείων
είναι ότι οι περίοδοι που στην Ελλάδα υπάρχει πολιτική κρίση και
διχασμός είναι εξ ορισμού «επικίνδυνες». Γενικά, η Τουρκία φρόντιζε να
αξιοποιεί κάθε συγκυρία στη χώρα μας όπου είτε επικρατούσε διχασμός,
είτε πολιτικό κενό, ώστε μέσω της εκμετάλλευσης της «συστημικής
αδυναμίας» και της εστίασης του ενδιαφέροντος και της προσοχής της
κοινής γνώμης σε άλλα ζητήματα, κατόρθωνε να αιφνιδιάσει, τουλάχιστον
μέχρι ένα βαθμό.
Με απλά λόγια, οι επιτελείς φοβούνται εδώ και πολύ καιρό ότι η
οικονομική κρίση, ο διχασμός της χώρας με αφορμή το Μνημόνιο και η
αλλαγή του πολιτικού τοπίου – των συσχετισμών ισχύος ανάμεσα στις
πολιτικές δυνάμεις, θα μπορούσε να μας βάλει σε περιπέτειες. Μήπως λοιπόν η Τουρκία εξυπηρετείται μια χαρά στα σχέδιά της και θα έκανε τα πάντα να υποδαυλίσει περαιτέρω
την αντίδραση και την απαξίωση του πολιτικού κόσμου της χώρας από την
κοινωνία; Η παρατήρηση αυτή σε καμία περίπτωση δεν δίνει «συγχωροχάρτι» στους πολιτικούς, απλά αποτελεί μια καίρια νομίζουμε επισήμανση, ότι «ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται»…
Η έμφαση στα επιτελεία έχει δοθεί στα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, καθώς ορθά αναγνώστηκε ότι οι πολιτικές δυνάμεις θα ανακαλύψουν αργά ή γρήγορα ότι από
την εκμετάλλευσή τους μπορεί να προέλθει μέρος τουλάχιστον της λύσεως
και της επιστροφής της χώρας στον δρόμο της οικονομικής ανάπτυξης.
Από τη στιγμή δε που η αξιοποίησή τους αποτελεί εξαιρετικά αρνητική
εξέλιξη για την Άγκυρα αφού απειλεί να ακυρώσει την στρατηγική
δεκαετιών, η πιθανότητα αντίδρασης ήταν εμφανώς πολύ υψηλή. Για μια ακόμη φορά φοβούνταν ότι η Άγκυρα θα επιχειρούσε να μπλοκάρει κάθε εξέλιξη μέσω της πρόκλησης κάποιας κρίσης.
Λόγω των γνωστών ζητημάτων – διεκδικήσεων που εγείρει η Τουρκία στην
περιοχή του Καστελορίζου όχι μόνο για να ελέγξει – αποσπάσει κάποια
κρίσιμη περιοχή από την Ελλάδα, αλλά και για να σταματήσει τον
υπό δημιουργία ενεργειακό – και όχι μόνο – «διάδρομο» που θα ξεκινάει
από τα μεσανατολικά παράλια του Ισραήλ και μέσω Κύπρου και Ελλάδας θα
μεταφέρει τους υδρογονάνθρακες στη Δύση. Όλα αυτά τα γνώριζαν, τα είχαν αξιολογήσει και είχαν καταλήξει εγκαίρως σε συγκεκριμένα συμπεράσματα οι στρατηγοί…
Στο σημείο αυτό δεν μένει παρά να απευθύνει κανείς έκκληση προς τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου να εκμεταλλευτούν την προεκλογική περίοδο και να εκπέμψουν σαφή μηνύματα αποτροπής προς την Άγκυρα. Πρέπει άμεσα να δοθεί η εντύπωση ότι οι πολιτικοί αρχηγοί είναι σε γνώση του προβλήματος και ότι το παρακολουθούν και πως κάθε προσπάθεια της Άγκυρας να «δοκιμάσει» τον νέο πρωθυπουργό ή/και την εξ ορισμού αδύναμη κυβέρνηση συνασπισμού που θα προκύψει θα πέσει στο κενό. Διπλή αξία θα είχε τα μηνύματα αυτά να προέλθουν και από τον χώρο της Αριστεράς.
Τσίπρας, Κουβέλης και Παπαρήγα πρέπει άμεσα να «σηκώσουν» το θέμα προειδοποιώντας τους Τούρκους ότι οι μέρες του «ρομαντισμού» όπου «το Αιγαίο ανήκε στα ψάρια του» έχουν περάσει. Το κόλπο των Ιμίων όπου δοκίμασαν τον Σημίτη
ο οποίος ελαφρά τη καρδία είχε δημοσιεύσει σε βιβλίο του διάφορα περί
της ανάγκης μείωσης των εξοπλισμών (μετά βέβαια ξόδεψε περισσότερα από
οποιονδήποτε άλλον…) και η γενικότερη ατελής αρχική συναίσθηση αλλά και η ευδιάκριτη απέχθεια ενασχόλησης με τα του τομέα της ασφάλειας και της άμυνας, οδήγησε στα γνωστά αποτελέσματα.
Βενιζέλος και Σαμαράς θα έπρεπε ήδη να είχαν προβεί στην
αποστολή των κατάλληλων μηνυμάτων προς την Άγκυρα με έμφαση στο ότι εάν
οι φίλοι Τούρκοι ποντάρουν στην προεκλογική αντιπαράθεση των δυο
μεγαλύτερων κομμάτων της χώρας για την εξουσία στη προσπάθειά τους να
δημιουργήσουν τετελεσμένα, απλώς αυτή τη φορά θα την πατήσουν.
Δεν είναι δύσκολο. Ένα τηλεφωνάκι του ενός στον άλλο είναι, αδιάφορο
ποιος θα πάρει την πρωτοβουλία. Ας συμφωνήσουν στη διατύπωση και επιτέλους ας εμφανιστούμε ως σοβαρό και οργανωμένο κράτος που προβλέπει και ετοιμάζεται εγκαίρως. Δεν αντιδρά μονίμως στις εξελίξεις.
Σε άλλες εποχές θα λέγαμε ότι η στάση της χώρας στην ουσία την
καθιστούσε «προφανές θύμα» στην άσκηση πιέσεων αφού η υποχώρηση και
αποδοχή όσων ζητούσαν οι διαμεσολαβητές «για χάρη της ειρήνης»
εμφανιζόταν σχεδόν ως νομοτελειακή. Σήμερα, ενδεχόμενη σοβαρή στάση θα έχει πολλαπλά οφέλη, κυρίως όμως ένα:
Θα λάβουν το μήνυμα αυτοί που πρέπει, ότι η Ελλάδα έχει πλήρη
συνείδηση των αλλαγών που βρίσκονται σε εξέλιξη στην περιοχή και ότι
δεν σκοπεύει να… αυτοεξαιρεθεί, αλλά να διεκδικήσει τον ρόλο που αρμόζει
στην Ιστορία της στο πλαίσιο των νέων συσχετισμών ισχύος και των
συμμαχιών που αναδύονται, οι οποίες θα καθορίσουν το μέλλον της περιοχής
για αρκετές δεκαετίες. Επίσης, ότι έναν σοβαρό εταίρο σε μια κρίσιμη
περιοχή, ο οποίος έκανε την αυτοκριτική του και κινείται με ταχύτητα να
αποκαταστήσει τα λάθη δεκαετιών, δεν δικαιολογείται να τον αφήνει στην
τύχη του όποιος επιθυμεί να επενδύσει σε αυτόν. Και τέτοιοι «δυνητικοί
επενδυτές» έχουν εμφανιστεί περισσότεροι του ενός, επιχειρώντας να
ελέγξουν από τομείς της οικονομίας μέχρι… όσα περισσότερα μπορέσουν.
Η Ελλάδα έχει ήδη γίνει πεδίο σφοδρού ανταγωνισμού των
ισχυρών. Ας φροντίσει επιτέλους να αξιοποιήσει το ενδιαφέρον που
συγκεντρώνει και συν τω χρόνω, ας προσπαθήσει να μετατραπεί πεδίο
συνεννόησης αυτών των ισχυρών. Αν στο μεταξύ ξυπνήσει και η
γερμανοκρατούμενη Ευρωπαϊκή Ένωση… τόσο το καλύτερο.