Γιάννης Καρτάλης Η άγρια δολοφονία του συνταγµατάρχη Καντάφι µπορεί να σήµανε το τέλος µιας εποχής για τη Λιβύη και για την ευρύτε...
Η άγρια δολοφονία του συνταγµατάρχη Καντάφι µπορεί να σήµανε το τέλος
µιας εποχής για τη Λιβύη και για την ευρύτερη περιοχή, καθώς είναι ο
πρώτος ηγέτης που χάνει τη ζωή του από το κίνηµα των λαϊκών εξεγέρσεων
που αποκλήθηκε «Αραβική Ανοιξη», αυτό όµως δεν σηµαίνει ότι ανατέλλει
αυτόµατα και η νέα εποχή.
Τα ερωτήµατα για την επόµενη ηµέρα είναι
τεράστια και δεν αφορούν µόνο το µέλλον της Λιβύης. Το τοπίο παραµένει
θολό για όλες τις γειτονικές της χώρες και είναι βέβαιον ότι οι όποιες
εξελίξεις θα επηρεάσουν και την Ελλάδα, η οποία µαστίζεται ήδη από µια
πρωτοφανή οικονοµική κρίση, αλλά έχει και την «ατυχία» να βρίσκεται
πολύ κοντά στην εύφλεκτη γειτονιά της Μέσης Ανατολής. Χαρακτηριστικό
είναι ότι η αναταραχή που προκλήθηκε στην Ανατολική Μεσόγειο, µετά την
έναρξη των κυπριακών γεωτρήσεων και των αντιδράσεων της Αγκυρας, έχει
οδηγήσει σε ουσιαστικό «πάγωµα» των ελληνοτουρκικών σχέσεων, σε µια
στιγµή όπου κατεβάλλετο προσπάθεια να τοποθετηθούν οι σχέσεις αυτές πάνω
σε µια νέα βάση. Και ενώ είχε προγραµµατισθεί η περιβόητη συνάντηση του
Ανωτάτου Συµβουλίου Συνεργασίας, µε ταυτόχρονη επίσκεψη του έλληνα
πρωθυπουργού στην Αγκυρα, αντ’ αυτού επιστρέφουµε στη γνωστή τακτική
των παραβιάσεων και των προκλήσεων. Υπό το πρίσµα αυτό δεν µπορεί παρά να προκαλεί ανησυχία το γεγονός ότι την περασµένη εβδοµάδα (κάτι που δεν έγινε ευρύτερα γνωστό λόγω των καταιγιστικών εξελίξεων στην οικονοµία) επανελήφθησαν οι υπερπτήσεις τουρκικών µαχητικών πάνω από τους Φούρνους και το Αγαθονήσι. Οι τούρκοι πιλότοι επέλεξαν µάλιστα την «εµπλοκή» µε τα ελληνικά αεροσκάφη που σηκώθηκαν για να τα αναχαιτίσουν, µε αποτέλεσµα να διεξαχθούν επικίνδυνες αεροµαχίες. Ανάλογο σοβαρό περιστατικό είχε να συµβεί από τις 5 Ιανουαρίου, δύο ηµέρες προτού επισκεφθεί το Ερζερούµ ο Γ. Α. Παπανδρέου. Η Αγκυρα δείχνει έτσι να επανέρχεται στην αµφισβήτηση των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωµάτων στο Αιγαίο, προφανώς ως αντίδραση στην έναρξη των γεωτρήσεων της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται άλλωστε και η προκλητική «βόλτα» που πραγµατοποίησε προ ηµερών στο Αιγαίο µια τουρκική φρεγάτα, ερχόµενη να επιβεβαιώσει ότι η τουρκική κυβέρνηση, αδυνατώντας να στηριχθεί στο ∆ιεθνές ∆ίκαιο για την επίλυση των διµερών διαφορών, επιλέγει τη γνωστή από τον 19ο αιώνα πολιτική των κανονιοφόρων.
Μπορεί λοιπόν ο Ταγίπ Ερντογάν να έθεσε στο περιθώριο το γνωστό στρατιωτικό κατεστηµένο, συνεχίζει όµως την πολιτική των στρατηγών χωρίς τους στρατηγούς και µάλιστα σε µια περίοδο όπου η Ελλάδα αντιµετωπίζει τα γνωστά προβλήµατα, και για τον λόγο αυτόν είχε επιλέξει να προωθήσει σε ανώτερο επίπεδο την ελληνοτουρκική συνεννόηση, προκειµένου να εξασφαλίσει µια σχετική ηρεµία στις εύθραυστες διµερείς της σχέσεις. Η πολιτική της Αγκυρας την περίοδο αυτή αντικατοπτρίζει τον γενικότερο εκνευρισµό της, όχι µόνον επειδή χάνει τον έλεγχο του ενεργειακού παιχνιδιού στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και λόγω της αιµατηρής επανεµφάνισης των κούρδων ανταρτών, γεγονός που την υποχρεώνει σε ευρείες πολεµικές επιχειρήσεις στο Βόρειο Ιράκ. Ολα αυτά δείχνουν, µετά µάλιστα τη σύγκρουση µε το Ισραήλ και τη Συρία, ότι έχει ήδη καταρρεύσει η πολυδιαφηµισθείσα πολιτική του Αχµέτ Νταβούτογλου για «µηδενικά προβλήµατα» µε τις γειτονικές χώρες. ∆είχνουν όµως παράλληλα ότι παραµένουν ακόµη πολλά µέτωπα ανοιχτά στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, θέτοντας σε αµφισβήτηση το µέλλον της «Αραβικής Ανοιξης».