Άκρως ανησυχητικά είναι σε μια πρώτη ανάγνωση τα συμπεράσματα που προκύπτουν από την έρευνα του «προγράμματος Γουισκόνσιν» για τον έλεγ...
Άκρως ανησυχητικά είναι σε μια πρώτη ανάγνωση τα συμπεράσματα που
προκύπτουν από την έρευνα του «προγράμματος Γουισκόνσιν» για τον έλεγχο
των πυρηνικών εξοπλισμών, αναφορικά με το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα.
Πρόκειται για τον φορέα των ΗΠΑ που αποτυπώνει κάθε εξέλιξη σχετική
με τους πυρηνικούς εξοπλισμούς. Χωρίς λοιπόν περιστροφές, σύμφωνα με τα
στοιχεία που διαθέτουν οι επιστήμονες του κέντρου, οι Ιρανοί πρέπει να
διαθέτουν ήδη το ουράνιο U-235 για την κατασκευή τεσσάρων πυρηνικών
βομβών.
Στο τέλος του 2008 είχε συγκεντρωθεί η απαραίτητη ποσότητα για την
πρώτη βόμβα, το 2009 για τη δεύτερη, τον Αύγουστο του 2010 για την
τρίτη, και στα τέλη του περασμένου Απριλίου συγκεντρώθηκε το απαραίτητο
ουράνιο για την τέταρτη.
Όλες οι ενδείξεις κατατείνουν στο ότι η στρατηγική των Ιρανών
φαίνεται να τροποποιείται και από την ευθεία πυρηνικοποίηση που θα
προκαλούσε μαζικές διεθνείς αντιδράσεις, η Τεχεράνη δείχνει πλέον να
προτιμά την αποκαλούμενη στρατηγική του «bomb in the basement».
Δηλαδή, ενώ διαθέτει την τεχνογνωσία για να αναπτύξει πυρηνικό
οπλοστάσιο, κρίνει σκόπιμο και εθνικά επωφελές να παραμένει σκοπίμως
συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (π.χ. λίγοι μήνες) για τη συναρμολόγηση
των πυρηνικών όπλων.
Τι επιτυγχάνει με αυτό σε περίπτωση που επαληθευθεί η αλλαγή της ιρανικής στρατηγικής;
Αφενός ότι αφαιρείται από τους αντιπάλους σε μεγάλο βαθμό το
πρόσχημα να προχωρήσουν σε στρατιωτικό πλήγμα εναντίον των πυρηνικών
εγκαταστάσεων του Ιράν, κάτι που αν συνέβαινε, σε κάθε περίπτωση θα
συνεπαγόταν κόστος οικονομικό και διπλωματικό, ενώ η σημαντικότερη ίσως
παράμετρος θα ήταν ότι θα κινδύνευε η σταθερότητα του θεοκρατικού
καθεστώτος.
Αφετέρου, έχοντας εξουδετερώσει τη δυναμική των
όποιων διεθνών αντιδράσεων, θα έχει χρόνο τόσο για να εξελίξει την
τεχνολογία των μέσων εκτόξευσης των πυρηνικών κεφαλών (delivery means),
όσο και για να αναπτυχθούν οι όποιες διεθνείς μεσολαβητικές
πρωτοβουλίες.
Στον τομέα της πυραυλικής βαλλιστικής τεχνολογίας, το Ιράν, παρά την
αναμφισβήτητα θεαματική πρόοδο που έχει πετύχει τα τελευταία χρόνια,
γνωρίζει εκ των προτέρων ότι απέχει αρκετά από το να θεωρηθεί
ότι διαθέτει πυραύλους με την επιθυμητή ακρίβεια, ώστε να μη φοβάται ότι
θα εκτοξεύσει πύραυλο με στόχο το Τελ Αβίβ και αυτός θα προσγειωθεί
στη… Ραμάλα της Δυτικής Όχθης, ή στη σύμμαχο Συρία, στη Δαμασκό!
Και στον τομέα της διπλωματίας όμως, η υιοθέτηση αυτής της νέας
στρατηγικής είναι αξιοποιήσιμη: Οι Ιρανοί θεωρείται βέβαιο ότι θα
θελήσουν στο παρασκήνιο της διεθνούς διπλωματίας να το περάσουν ως μια
μεγάλη παραχώρηση σε αναγνώριση της πιο «ισορροπημένης» αμερικανικής
στάσης απέναντι στην Τεχεράνη και το Τελ Αβίβ, ενώ σε κάθε περίπτωση
διαπραγμάτευσης η ευελιξία της χώρας και η δυνατότητά της να ζητήσει
μεγαλύτερα ανταλλάγματα μεγιστοποιείται, δεδομένης της κατοχής
ουσιαστικά πυρηνικών όπλων.
Μήπως η Τεχεράνη βλέπει να πλησιάζει η ώρα για την υιοθέτηση
ουσιωδών αλλαγών στο πλαίσιο της λειτουργίας του Οργανισμού Ηνωμένων
Εθνών (ΟΗΕ) και σπεύδει να αποκτήσει, ή να φαίνεται ότι διαθέτει το
στοιχείο που αποτέλεσε το μεταπολεμικό κριτήριο για την είσοδο στο
Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ; Τα πυρηνικά όπλα; Οπότε και ένα από τα διπλωματικά ανταλλάγματα θα είναι και αυτό;
Η συνέχεια αναμένεται με ενδιαφέρον και οι πρώτες εκτιμήσεις που
αναφέραμε για την κατάστασης, θα πρέπει να τύχουν ενδελεχούς εξέτασης
από την ελληνική διπλωματία, αφού οι συνέπειες του
συγκεκριμένου γεωστρατηγικού «παιγνίου» έχουν άμεσες επιπτώσεις στην
περιοχή μας, άρα επηρεάζουν και την ελληνική εθνικής ασφάλεια.
Και μια τελευταία παρατήρηση: Η στρατηγική των Ιρανών θυμίζει
σκανδαλιστικά την πρώτη περίοδο της ισραηλινής πυρηνικής στρατηγικής.
Μήπως έχουμε ένα είδος αντιγραφής της με σκοπό να υπάρχει πάντα
διαθέσιμο το επιχείρημα «ότι κάνει το Ισραήλ θα κάνω κι εγώ»; Έξυπνο
διπλωματικά και σε κάθε περίπτωση φανατικούς μπορεί να τους λένε τους
Ιρανούς, αφελείς και παράλογους ουδείς από τους γνωρίζοντες…