Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου δημιούργησε, όπως ήταν αναμενόμενο, ένα νέο στρατηγικό περιβάλλον στην Ευρώπη και ένα κενό ασφαλείας, λόγω τ...
Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου δημιούργησε, όπως ήταν αναμενόμενο, ένα νέο στρατηγικό περιβάλλον στην Ευρώπη και ένα κενό ασφαλείας, λόγω της διάλυσης του Συμφώνου της Βαρσοβίας (1991). Το ΝΑΤΟ βρέθηκε προ των αιτημάτων των μέχρι τότε αντιπάλων του είτε για συνεργασία είτε για ένταξη σε αυτό. Τα αιτήματα αυτά υπήρξαν προϊόντα της διπλής ανάγκης τού σε βάθος μετασχηματισμού των ενόπλων δυνάμεων των μετακομουνιστικών καθεστώτων και της δημιουργίας νέων μηχανισμών συλλογικής ασφαλείας.
Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, το ΝΑΤΟ προχώρησε σε μία χειρονομία πολιτικής αλληλεγγύης δημιουργώντας μία φόρμουλα συνεργασίας που συμπυκνώνει ό,τι μπορεί να προσφέρει η Βορειοατλαντική Συμμαχία στα κράτη που θέλουν να ενταχθούν σε αυτή ή σε εκείνα που επιζητούν απλώς συνεργασία σε μία ευρεία γκάμα θεμάτων. Έτσι γεννήθηκε ο Συνεταιρισμός για την Ειρήνη (ΣγΕ).
Ο ΣγΕ, παρουσιάστηκε επίσημα στην σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ τον Ιανουάριο του 1994 και υλοποιείται μέσω διμερών συμφωνιών – μεταξύ της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας και εκάστου από τους συνεταίρους – δίδοντας τη δυνατότητα συνεργασίας σε μία πληθώρα θεμάτων, όπως η εκπαίδευση αξιωματικών, η πραγματοποίηση ασκήσεων, η ανταλλαγή πληροφοριών κά. Με άλλα λόγια, ο ΣγΕ αποτελεί το Φορέα Συνεργασίας του ΝΑΤΟ με τις ευρωπαϊκές χώρες σε θέματα ασφαλείας. Τα κράτη που συμμετέχουν στο ΣγΕ δεν σημαίνει ότι θα γίνουν και μέλη του ΝΑΤΟ.
Μέχρι σήμερα όλα τα Ευρωπαϊκά κράτη συμμετέχουν στο ΣγΕ, πλην της Κύπρου. Είναι εξαιρετικά αξιοσημείωτο το ότι έχουν υπογράψει διακρατικές συμφωνίες όλα τα κράτη του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας. Επιπλέον, έχουν υπογράψει συμφωνίες κράτη της ΕΕ που είναι ουδέτερα και δεν προτίθενται να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ, όπως η Αυστρία, η Σουηδία, η Ιρλανδία και η Φιλανδία. Η Ελβετία προσχώρησε στο ΣγΕ (1996) προτού γίνει μέλος του ΟΗΕ (2002). Τέλος, η Ισλανδία έχει καταστεί μέλος του ΣγΕ χωρίς να διαθέτει στρατιωτικές δυνάμεις.
Η συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΣγΕ έχει γίνει τα τελευταία χρόνια αντικείμενο πολιτικής διαφωνίας μεταξύ των κομμάτων. Ανεξαρτήτως, όμως, πολιτικών ή ιδεολογικών τοποθετήσεων γύρω από το θέμα αυτό είναι αναγκαία η παράθεση κάποιων τεχνοκρατικών επιχειρημάτων, για τις επιπτώσεις από τη μη συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΣγΕ.
Αν κρίνει κανείς από την εμπειρία, μετά την πλήρη ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, μπορεί να διαπιστώσει ότι η μη συμμετοχή της Κύπρου στο ΣγΕ δημιουργεί σοβαρά εμπόδια για την ισότιμη συμμετοχή της στο τομέα της ασφάλειας της ΕΕ. Αυτό αντανακλάται στις διακρίσεις που γίνονται σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας μέσα στα πλαίσια της ΚΕΠΑΑ.
Μετά τις διευθετήσεις, μεταξύ ΕΕ και ΝΑΤΟ η πρώτη ανεγνώρισε το ΝΑΤΟ ως θεμελιώδη παράγοντα για την ασφάλεια της Ευρώπης. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια έχει θεσμοθετηθεί η διαδικασία συνδρομής του ΝΑΤΟ προς την ΕΕ σε θέματα ασφάλειας υπό τον όρο ότι εξαιρούνται τα κράτη της Ένωσης που δεν είναι μέλη του ΝΑΤΟ ή δεν συμμετέχουν στο ΣγΕ.
Σύμφωνα με την συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας ΕΕ και ΝΑΤΟ (2002), η συνδρομή της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας προς την ΕΕ στον κρίσιμο τομέα της ασφάλειας ενσωματώνει τρία στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνουν το επιχείρημα για τις διακρίσεις σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας στα πλαίσια της ΚΕΠΑΑ. Πρώτον, ενσωματώνει τα Συμπεράσματα της Διακήρυξης της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ στην Κοπεγχάγη (2002) σύμφωνα με τα οποία τα κράτη μη μέλη του ΝΑΤΟ καθώς επίσης και τα κράτη που δεν συμμετέχουν στο ΣγΕ δεν μπορούν να συμμετέχουν σε στρατιωτικές επιχειρήσεις της ΕΕ όταν αυτή χρησιμοποιεί υποδομή του ΝΑΤΟ. Ως εκ τούτου, η Κυπριακή Δημοκρατία στερείται της συνεισφοράς της προς τις αμυντικές δυνατότητες της ΕΕ όπως αεροδρόμια, εναέριο χώρο κά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να εξουδετερώνεται το επιχείρημα, ότι μετά την ένταξη μπορούμε να προσφέρουμε στρατηγικά πλεονεκτήματα που απορρέουν από την γεωγραφική θέση του νησιού, ιδιαίτερα την εγγύτητα προς τη Μ. Ανατολή. Άμεσο αποτέλεσμα αυτής της πραγματικότητας είναι το γεγονός ότι αναδεικνύεται ως εναλλακτική λύση για την ΕΕ η στρατηγική σημασία των Βάσεων, οι οποίες δεν αποτελούν έδαφος της ΕΕ.
Δεύτερον, ενσωματώνει την απόφαση της συνόδου Κορυφής ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον του Απριλίου 1999 (Berlin Plus). Εκεί καθορίζονται οι διευθετήσεις για τη δυνατότητα πρόσβασης της ΕΕ στα συλλογικά μέσα που διαθέτει το ΝΑΤΟ σε ό,τι αφορά στη διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων. Επειδή η Κυπριακή Δημοκρατία δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ ή δεν συμμετέχει στο ΣγΕ αποκλείεται από τους μηχανισμούς ασφαλείας της ΕΕ που συνδέονται άμεσα με το ΝΑΤΟ.
Τέλος, ενσωματώνει την συμφωνία Ασφάλειας Πληροφοριών ΕΕ-ΝΑΤΟ (2003), σύμφωνα με την οποία αποκλείονται τα κράτη της ΕΕ που δεν είναι μέλη του ΝΑΤΟ ή δεν συμμετέχουν στο ΣγΕ. Επομένως, δεν διανέμονται σ΄ αυτές διαβαθμισμένες πληροφορίες του ΝΑΤΟ. Παρά το ότι η Κυπριακή Δημοκρατία ευρίσκεται σε ένα ευαίσθητο γεωγραφικά σημείο των συνόρων της ΕΕ, με πολλές ασύμμετρες απειλές, στερείται σημαντικών πληροφοριών σε θέματα ασφάλειας.
Συνεπώς, η όλη δημόσια συζήτηση στην Κύπρο δεν πρέπει να περιορίζεται στο ιδεολογικοπολιτικό πεδίο. Αυτό δημιουργεί παραπλανητικές παραστάσεις. Το θέμα είναι τεχνοκρατικό. Είναι φανερό ότι μελλοντική ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΣγΕ θα άρει τους υφιστάμενους περιορισμούς για σοβαρά θέματα ασφαλείας και θα εξασφαλισθεί η ισότιμη συμμετοχή της στην ΚΕΠΑΑ. Επιπλέον, η Κυπριακή Δημοκρατία μπορεί να επωφελείται των στρατηγικών πλεονεκτημάτων που αναφύονται από τη γεωγραφική της θέση στερώντας από τη Βρετανία το μονοπώλιο της χρήσης των Βάσεων για σκοπούς ασφάλειας της ΕΕ.
http://geopolitics-gr.blogspot.com/2011/02/blog-post_7277.html