Η αλλαγή βασιλικής δυναστείας στην Ελλάδα και η έλευση του Γεωργίου Α’ συνέπεσε χρονικά με την εκπνοή της πρώτης περιόδου του «συμβιβασμ...
Η αλλαγή βασιλικής δυναστείας στην Ελλάδα και η έλευση του Γεωργίου Α’ συνέπεσε χρονικά με την εκπνοή της πρώτης περιόδου του «συμβιβασμού», μεταξύ της Ελλάδας και των τριών εγγυητριών δυνάμεων για το δάνειο των 60 εκατ. φράγκων.
Αλλά και την ενσωμάτωση των Ιονίων Νήσων, που «άνοιξε την όρεξη» των κατόχων ελληνικών ομολογιών. Για την Ελλάδα, το άνοιγμα των κλειστών διεθνών χρηματαγορών ήταν η μόνη λύση για την αντιμετώπιση των ελλειμμάτων και των χρεών της.
Για τους δανειστές, η δυναστική αλλαγή θεωρήθηκε ευκαιρία Στο μεταξύ, οι τελευταίοι είχαν συμπτύξει «ενώσεις» (Αγγλία, Ολλανδία, Γαλλία). Ετσι, το 1865-68 άνοιξε ένας νέος κύκλος επαφών για «αναδιάρθρωση» του χρέους.
Κατέληξαν σε μια κατ’ αρχήν συμφωνία, με περικοπή του χρέους, αύξηση του επιτοκίου, επιμήκυνση αποπληρωμής και εγγύηση τα δημόσια έσοδα από τα τελωνεία, τις αλυκές κ.λπ. Η συμφωνία, όπως προκύπτει υπό τους όρους ήταν απολύτως ετεροβαρής υπέρ των δανειστών. Αλλά δεν ήταν αυτός ο λόγος, που τελικά δεν εφαρμόστηκε.
Η κυβέρνηση Βούλγαρη (1869), όπως αναφέρει ο Α. Ανδρεάδης, βλέποντας τη ζωηρή επιθυμία των Αγγλων να λυθεί το ζήτημα «ενόμισεν επιτήδειον να εξαρτήση την κύρωσιν της συμβάσεως εκ της συνάξεως νέου δανείου. Η εξέλιξη εξηρέθησε τους Άγγλους εις το ύπατον βαθμόν».
Αλλά και τους Ολλανδούς, που συγκέντρωναν υποτιμημένες ελληνικές ομολογίες, επενδύοντας σ’ ένα συμβιβασμό, που θα τους έφερνε μεγάλα κέρδη.
Άρνηση.
Το μείζον πρόβλημα, όμως, δεν ήταν οι κερδοσκοπικές, ούτως ή άλλως, προθέσεις των ομολογιούχων. Αλλά η άρνηση των Τριών Δυνάμεων να επιτρέψουν τη σύναψη νέου δανείου. Τυπικά, το πρόσχημα ήταν ότι η εξόφληση των 60 εκατ. αποτελούσε ύψιστη προτεραιότητα. Ουσιαστικά, από την πλευρά της Αγγλίας, τουλάχιστον στόχος ήταν η χρήση του δανείου για την αποδοχή «ντε φάκτο» της πολιτικής της εκείνη την εποχή για την ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αυτή απειλούνταν, σύμφωνα με τη βρετανική λογική, από τις στρατιωτικές δαπάνες των Ελλήνων και τη “Μεγάλη Ιδέα”. Άρα η Ελλάδα έπρεπε να μένει ενδεής…
Ο πρωθυπουργός Γλάδστων, μάλιστα, την ίδια περίοδο είναι κάτι παραπάνω από κυνικός, όταν αρχίζουν οι διαπραγματεύσεις για τη ρύθμιση των δόσεων του δανείου των 60 εκατ. Γράφει στον υφυπουργό Εξωτερικών, που χειρίζεται το θέμα, ότι δεν τον ενδιαφέρει ο τρόπος της ρύθμισης. Αλλά πώς να «χρησιμοποιήσουμε στην κατάλληλη στιγμή τον μοχλό του δανείσμου για να ωθήσουμε την Ελλάδα να λάβει μέτρα περιορισμού των δαπανών της…». Στην ίδια επιστολή αναπτύσσει και τη βάση της αγγλικής πολιτικής: «Εφόσον η εγγύηση των Τριών Προστάτιδων Δυνάμεων την προστατεύει από τυχόν επίθεση, οφείλει να μην έχει στρατό και στόλο, αλλά απλώς και μόνο αστυνομία. Αν δεν μπορεί να ορθοποδήσει υιοθετώντας αυτή την αρχή, δεν θα ορθοποδήσει ποτέ».
Καθορίζει επιπλέον και πώς θα γίνει αυτό: «Θα χρειαστεί χρόνο για να απαλλαγεί από την κατεστημένη οργάνωση, ιδίως από τους αξιωματικούς της, είτε αυτό γίνει με απορρόφηση (εννοεί στον κρατικό μηχανισμό) είτε με άλλο τρόπο και γι’ αυτό θα χρειαζόταν μια προειδοποίηση και μια προθεσμία». Αν κάνει όλα αυτά τα πρωτοφανή για την παγκόσμια ιστορία θα «αυξήσει την οικονομική της δύναμη και φερεγγυότητα»! Έτσι, ο Γλάδστων παρέτεινε για ακόμη μια πενταετία την ετήσια καταβολή των 900.000 φράγκων. Η αγγλική πολιτική στο ζήτημα του ελληνικού χρέους θα μεταβληθεί μια περίπου δεκαετία αργότερα μετά τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1877-78. Τότε θ’ ανοίξει και ο δρόμος για ένα συμβιβασμό και η Ελλάδα θα ξαναμπεί στην ευρωπαϊκή χρηματαγορά. Μέχρι τότε, προτάσσοντας την πολιτική της στο Ανατολικό Ζήτημα η Αγγλία θα εναντιώνεται σε κάθε προσπάθεια σύναψης εξωτερικού δανείου από την Ελλάδα. Αλλά και θα επιχειρεί να εμποδίζει και τον εσωτερικό δανεισμό!
Σημ. Η βρετανική πολιτική τη συγκεκριμένη πολιτική τεκμηριώνεται σε αρχεία που παραθέτει ο Γ.Β. Δερτιλής στην “Ιστορία του Ελληνικού Κράτους” (τ1, σελ.305)
Εφημερίδα: ΗΜΕΡΗΣΙΑ – ΣΕΛ.50 (22.01.2011)