Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Περισσότερες λεπτομέρειες για το τι πρόκειται να συζητήσουν τα μέλη της Μεικτής Διυπουργικής Επιτροπής Ελλάδος – Τουρκίας που θα πραγματοποιηθεί αυτή την εβδομάδα στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη αποκάλυψε η εφημερίδα το Έθνος το Σάββατο 23 Οκτωβρίου.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα η τουρκική πλευρά θέτει εκτός των άλλων και τα εξής αιτήματα: (α) τη δημιουργία αποθηκευτικών χώρων για αγροτικά προϊόντα στην Κομοτηνή, (β) τη δημιουργία εμπορευματικού κέντρου στη Χίο, (γ) τη λειτουργία σταθμού ελέγχου τροφίμων στη Ρόδο, και (δ) προτείνει τη συνέχιση του ετεροβαρούς για την Ελλάδα συστήματος χορήγησης αδειών για διελεύσεις φορτηγών, όπου σύμφωνα με αυτά που ισχύουν η άδεια για τη διέλευση τουρκικού φορτηγού από την Ελλάδα κοστίζει 60 ευρώ, ενώ αντίθετα το τέλος για τη διέλευση ελληνικού φορτηγού από την Τουρκία έχει ορισθεί στα 300 ευρώ.
Φυσικά όπως γίνεται κατανοητό το μέτρο αυτό κάθε άλλο συμβάλει στην αύξηση των ελληνικών εξαγωγών στην Τουρκία με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει για το εμπορικό ισοζύγιο των δύο χωρών. Επιπρόσθετα η τουρκική κυβέρνηση ζητά την παροχή άδειας για την ίδρυση υποκαταστημάτων της κρατικής τράπεζας Ziraat στην πόλη της Ξάνθης και στη Ρόδο όπου κατά την Άγκυρα διαβιεί «τουρκική μειονότητα».
Όσο και αν οι συζητήσεις αυτές κινούνται στο γενικότερο πλαίσιο της βελτίωσης των σχέσεων των δύο χωρών που εγκαινιάστηκε με πρωτοβουλία του Έλληνα του πρωθυπουργού, τα μέχρι τώρα αιτήματα της Τουρκίας αποδεικνύουν τον τρόπο με τον οποίο η γειτονική χώρα βλέπει αυτή τη συνεργασία, αφού είναι σε γενικές γραμμές ετεροβαρή κατά των ελληνικών συμφερόντων.
Επιπρόσθετα με τις κινήσεις της αυτές η Άγκυρα αποδεικνύει ότι εκτός της απειλής του Casus Belli, των παραβιάσεων στο Αιγαίο και των εξοπλισμών, προτίθεται να αξιοποιήσει το όπλο της οικονομικής της ισχύς και της ελληνικής λανθάνουσας «επιχειρηματικότητας», διεισδύοντας οικονομικά στις ακριτικές περιοχές που την ενδιαφέρουν.
Η οικονομική στόχευση των περιοχών αυτών από την τουρκική ηγεσία όπως η Θράκη, τα νησιά του Αν. Αιγαίου (Χίος), καθώς και τα Δωδεκάνησα, δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει, αφού οι περιοχές αυτές πάντα αποτελούσαν το κύριο στόχο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής.
Το ζητούμενο επομένως δεν είναι η δεδηλωμένη και πλέον πια εκπεφρασμένη οικονομική «εισβολή» της Τουρκίας στην ελληνική παραμεθόριο, αλλά η κατεύθυνση της ελληνικής πολιτείας όσον αφορά το ζήτημα αυτό που αρνείται να παραδεχτεί ότι πίσω από αυτές τις τουρκικές οικονομικές κινήσεις κρύβονται πολιτικοί στόχοι όπως έχουμε αναλύσει στο τρέχον τεύχος της ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ.
Δυστυχώς ομάδες Ελλήνων επιχειρηματιών των ακριτικών περιοχών της χώρας μας, προσδοκώντας στο γρήγορο και σχετικά εύκολο κέρδος προτιμάνε να εισάγουν φτηνά τουρκικά προϊόντα εις βάρος των ελληνικών προϊόντων, συμβάλλοντας έτσι στην καταστροφή της τοπικής παραγωγικής βάσης.
Μπορεί τα οφέλη για τους επιχειρηματίες αυτούς να είναι σημαντικά από αυτή τη δραστηριότητα, αποδεικνύεται όμως τελικά ότι κάτι τέτοιο είναι εφήμερο αφού η τοπική οικονομία θα οδηγηθεί σε μαρασμό και οι ίδιοι αργότερα θα χρειαστούν να περιορίσουν τις οικονομικές τους δραστηριότητες.