Η εξόντωση του Μπιν Λάντεν, «διαφήμισε» τα στρατηγικής φύσεως πλεονεκτήματα που προσφέρουν οι Δυνάμεις Ειδικών Επιχειρήσεων (SOF), συγ...
Η εξόντωση του Μπιν Λάντεν, «διαφήμισε» τα στρατηγικής φύσεως
πλεονεκτήματα που προσφέρουν οι Δυνάμεις Ειδικών Επιχειρήσεων (SOF),
συγκριτικώς με άλλους τρόπους στρατιωτικής δράσεως. Οι Αμερικανοί
επαίνεσαν το ομαδικό πνεύμα συνεργασίας που έφερε την επιτυχία. Οι
βατραχάνθρωποι της DEVGRU υπήρξαν η εκτελεστική δύναμη αιχμής, οι
ελικοπτεράδες του 160 SOAR απετέλεσαν την δύναμη μεταφοράς...
οι Ranger
ενδεχομένως συμμετείχαν ως δύναμη εφεδρείας, οι πράκτορες της CIA
απετέλεσαν τους ειδικούς στην συλλογή και ανάλυση πληροφοριών, ενώ η
Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων Αεροπορίας (AFSOC) συμμετείχε σε ρόλο
υποστηρίξεως, διατηρώντας κάποια AC-130 σε περιπολία για ενδεχομένη
επέμβαση. Η αεροπορία επίσης διέθεσε ένα πλήρες «πακέτο» Έρευνας &
Διασώσεως Μάχης (CSAR) στον σχεδιασμό. Ο διευθυντής της CIA, στον οποίο
υπήχθη η Διακλαδική Διοίκηση Ειδικών Επιχειρήσεων (JSOC) είχε τον
επιχειρησιακό έλεγχο.
Κατά την γνώμη μας, η αποστολή «σώθηκε» χάρη στην ετοιμότητα των
ελικοπτεράδων να αντιμετωπίσουν το ατύχημα της απώλειας του ενός ΜΗ-60.
Λαμβάνοντας ορθές αποφάσεις υπό συνθήκες πιέσεως, ο επικεφαλής επί του
στόχου αναπροσάρμοσε ταχέως το σχέδιο δράσεως. Ο εξαντλητικός σχεδιασμός
και η εξέταση των πιθανών απρόοπτων, προς εξεύρεση του πλέον κατάλληλου
τρόπου αντιδράσεως, απέδωσε.
Την σκυτάλη πήραν οι SEAL, που εφάρμοσαν κατά γράμμα τυπικές τακτικές
CQB. Η εμφάνιση αμάχων (γυναίκες) που προσπαθούσαν να προστατεύσουν τον
στόχο, «λειτουργώντας» σαν «ασπίδα», εξουδετερώθηκε με υπολογισμένη
ελάχιστη χρήση πυρός. Μια βολή τραυματισμού στα κάτω άκρα, αποσυντονίζει
κι αμέσως μετά, ένα μέλος της ομάδος εφόδου όρμησε στις γυναίκες
παραμερίζοντάς τες, προκειμένου να εκτεθεί ο στόχος. Δύο βολές, μία στην
κεφαλή και μία στην μεριά της καρδιάς, εγγυώνται την άμεση εξόντωσή
του.
Σε τακτικό επίπεδο, αναδείχθηκε η αξία της συνεργασίας που «έκτισαν»
οι SOF με τις αστυνομικές μονάδες επεμβάσεως SWAT στην δεκαετία του
1980, που τις μύησε στις τακτικές CQB. Έχοντας κάνει κτήμα τους τις
τακτικές αυτές, τις εξέλιξαν και τις βελτίωσαν, με αποτέλεσμα σήμερα SOF
και SWAT να «μοιράζονται» μεταξύ τους τεχνογνωσία κι εμπειρίες.
Σε επιχειρησιακό επίπεδο, η στενή συνεργασία υπηρεσιών πληροφοριών με
τις SOF στα θέατρα επιχειρήσεων, επέτρεψε την αντιμετώπιση κι εξάρθρωση
όχι ατόμων ή ομάδων του εχθρού, αλλά ολόκληρων δικτύων τρομοκρατών. Η
συνεργασία CIA – SOCOM, επέτρεψε στις ΗΠΑ να «δέσουν» τις Ειδικές
Επιχειρήσεις τις οποίες μπορούσαν να εκτελέσουν οι SOF, στο πλαίσιο
πλέον μιας ευρύτερης πολεμικής εκστρατείας ή ένα πιο συνολικό πλαίσιο
προσεγγίσεως. Η 11η Σεπτεμβρίου, προσανατόλισε τις ΗΠΑ στις
«εκστρατείες SOF», που ως πρώτη εφαρμογή στο Αφγανιστάν, σημείωσαν
ανεπανάληπτη επιτυχία.
Υπήρχε όμως μία θεμελιώδης και αναγκαία προϋπόθεση επιτυχίας κι αυτή
δεν ήταν παρά η ύπαρξη της Διοικήσεως Ειδικών Επιχειρήσεων (SOCOM). Η
Διοίκηση αυτή συγκροτήθηκε το 1987, έπειτα από συντονισμένη πίεση του
πολιτικού κόσμου και συγκεκριμένα εμπνευσμένα πολιτικά πρόσωπα που είχαν
όραμα για τις ένοπλες δυνάμεις. Υπό την SOCOM τέθηκαν όλες οι μονάδες
SOF των Κλάδων. Η SOCOM δημιούργησε το έδαφος για εξέλιξη της σκέψεως
και αντιλήψεως στα ανώτατα ηγετικά κλιμάκια. Όταν εμφανίσθηκε λοιπόν η
πρόκληση του Παγκοσμίου Πολέμου Κατά της Τρομοκρατίας, υπήρχε άμεσα
διαθέσιμο ένα «εργαλείο» στρατηγικής σημασίας που προσέφερε εναλλακτικές
επιλογές σε επιχειρήσεις, δράσεις και δραστηριότητες, σύμφωνα με τις
επιθυμίες της κυβερνήσεως. Η τελευταία, αρκούσε να δώσει τις γενικές
κατευθυντήριες οδηγίες και η στρατιωτική ηγεσία είχε τον «άσσο στο
μανίκι», την SOCOM, για να υλοποιήσει. Στην ουσία, η κυβέρνηση καθόριζε
την εθνική πολιτική έναντι κάποιου εχθρού κι εν συνεχεία ανέθετε την
αποστολή.
Η συγκρότηση της SOCOM απεδείχθη επιτυχής, διότι απετέλεσε μία
πολιτική πρωτοβουλία που παραμέρισε τις συντεχνιακές αντιλήψεις των
Κλάδων και βασιζόταν στον οραματισμό αντί της εφήμερης διαχειρίσεως.
Στην Ελλάδα, όπου οι πολιτικές και η κομματικά επηρεαζόμενες
στρατιωτικές ηγεσίες δεν βλέπουν πέρα από το παρόν, δεν υπάρχουν
περιθώρια και διάθεση για ενατένιση του μέλλοντος. Έχουμε ξαναπεί όμως,
ότι επειδή οι πολιτικοί δεν είναι απαραίτητο να διαθέτουν στρατιωτικές
γνώσεις, η στρατιωτική ηγεσία είναι αυτή στους ώμους της οποίας πέφτει η
ευθύνη για «ενημέρωση» και ανάπτυξη προβληματισμού, με υπόδειξη των
δυνατών επιλογών. Το ότι δεν υπάρχει λοιπόν κάτι ανάλογο της SOCOM,
οφείλεται σε ανεπάρκεια της στρατιωτικής ηγεσίας.
Βλέπουμε έτσι, ότι παρά την κινητικότητα σε αρκετούς τομείς, δεν
υπάρχει συνολική προσέγγιση και μεγιστοποίηση του αποτελέσματος. Ο ΕΣ
επί παραδείγματι, έχει προβεί στην παραγγελία ελικοπτέρων ΝΗ-90 Ειδικών
Αποστολών και η Αεροπορία Στρατού βελτιώνει την εκπαίδευση στις
νυκτερινές πτήσεις. Το πρόγραμμα εκπαιδεύσεως των Ειδικών Δυνάμεων
εμπλουτίζεται, οι μονάδες ενισχύθηκαν με σημαντικό αριθμό ΕΠΟΠ, ενώ η
προσπάθεια σε επίπεδο ΓΕΕΘΑ για ενίσχυση της διακλαδικότητος στις
Ειδικές Επιχειρήσεις παραμένει πίσω. Το ΠΝ προέβη στην διοικητική
αναβάθμιση των βατραχανθρώπων του και η ΜΥΚ αναδιοργανώθηκε σε Διοίκηση.
Η ΠΑ, παρασυρμένη από την απαίτηση για μείωση των λειτουργικών δαπανών,
αναδιοργάνωσε την 31 ΜΕΕ σε 31 ΜΕΕΔ, στην ουσία υποβαθμίζοντάς την. Η
μονάδα αντέδρασε υγιώς, επιδιώκοντας αναβάθμιση του επιπέδου επιλογής κι
εκπαιδεύσεως του προσωπικού της.
Πού «σκοντάφτει» όμως το πράγμα; Όλα αυτά, συντελούνται
αποσπασματικά, στο πλαίσιο κάθε Κλάδου ξεχωριστά και ασυντόνιστα, υπό
την έννοια ότι δεν υπάρχει συνολικό «όραμα». Το ζήτημα δεν είναι κάθε
Κλάδος να βελτιώσει στον ένα ή άλλο βαθμό τις Ειδικές Δυνάμεις του, αλλά
να αποκτηθεί ένα «σύνολο» Δυνάμεων Ειδικών Επιχειρήσεων υπό το ΓΕΕΘΑ,
που θα επωμιστεί το έργο και θα αναλάβει την υλοποίησή του συντονισμένα
και υπό διακλαδική αντίληψη, ώστε ο Α/ΓΕΕΘΑ και η κυβέρνηση, να έχουν
στα χέρια τους ένα «εργαλείο» στρατηγικής διαχειρίσεως.
Είπαμε ότι στις ΗΠΑ, ουσιαστικά η κυβέρνηση καθορίζει την εθνική
πολιτική κι εν συνεχεία την αποστολή. Δεδομένου ότι το ενδεχόμενο μιας
ολοκληρωτικής ελληνοτουρκικής συρράξεως είναι πολύ μικρό, οι Ελληνικές
Ένοπλες Δυνάμεις θα έπρεπε να έχουν προσαρμοστεί στην αντιμετώπιση
κρίσεων, ακόμη και μερικών ημερών, με πιθανή αναγκαιότητα διαδοχικών
(αλυσιδωτών) Ειδικών Επιχειρήσεων. Όπως οι ΗΠΑ μετά την 11η
Σεπτεμβρίου βρέθηκαν εκ των πραγμάτων στην ανάγκη της διεξαγωγής
«εκστρατειών SOF», με κάτι ανάλογο βρίσκεται ήδη αντιμέτωπη η Ελλάδα από
το 1996 και την κρίση των Ιμίων, που γέννησε την τουρκική θεωρία περί
«γκρίζων ζωνών». Τί άλλο παρά αυτό το νέο πεδίο προκλήσεως για τις
Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, αποτελούν τα καθημερινά ακούσματα για
Καστελλόριζο, Ίμια, Αγαθονήσι, Φαρμακονήσι.
Οι κυβερνήσεις και οι υπουργοί, παπαγαλίζουν διαρκώς για
επανακαθορισμό του ΕΜΠΑΕ, εξορθολογισμό των δαπανών, «πιο έξυπνες και
αποτελεσματικές» ένοπλες δυνάμεις, ανυπαρξία κινδύνου καθολικής
συρράξεως, προσανατολισμό στην αντιμετώπιση κρίσεων κ.λπ. Υπάρχει κάτι
πιο αντιπροσωπευτικό όλων αυτών, από μία διακλαδική Διοίκηση Ειδικών
Επιχειρήσεων;
Σάββας Δ. Βλάσσης, περιοδικό Δούρειος Ίππος
http://www.strategyreport.gr/?p=11768