Του Λάμπρου Τζούμη
Αντγου ε.α.
Πριν λίγες μέρες, στο Πολεμικό Μουσείο σε μια μεγαλοπρεπή τελετή, κηρύχθηκε από τον ΥΕΘΑ Π. Καμένο το 2017 ως «Έτος Εφέδρων και Εθνοφυλάκων». Είναι γεγονός αναμφισβήτητο, ότι τόσο οι έφεδροι όσο και οι εθνοφύλακες, αποτελούν σημαντικό «γρανάζι» της πολεμικής μηχανής της πατρίδας μας. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μου σταδιοδρομίας, διαπίστωσα το υψηλό αίσθημα αυταπάρνησης των εφέδρων, όταν απαιτήθηκε να κληθούν στα όπλα σε περιόδους κρίσης, αλλά και το βαθύ εθνικό συναίσθημα και την αίσθηση της αποστολής των εθνοφυλάκων για την προάσπιση των εστιών και της γης των προγόνων και απογόνων μας, γεγονός που τους καθιστά ισχυρή αποτρεπτική δύναμη. Κατά την περίοδο όμως των «μνημονιακών» χρόνων και της δημοσιονομικής κρίσης που διέρχεται η χώρα μας, η εφεδρεία και η εθνοφυλακή βρίσκονται σε δεύτερη προτεραιότητα στους σχεδιασμούς της πολεμικής προπαρασκευής. Για να γίνει κατανοητό το μέγεθος του προβλήματος, θα προσπαθήσω να επισημάνω κάποια βασικά σημεία όσο μου επιτρέπει το απόρρητο του θέματος, τα περισσότερα από τα οποία έχουν δει το φως της δημοσιότητας, μέσα από ερωτήσεις κοινοβουλευτικού ελέγχου που έχουν υποβληθεί και δεν έχουν απαντηθεί ποτέ ή άρθρα που έχουν κυκλοφορήσει στο διαδίκτυο.